Subject | Greek | French |
gen. | αδικαιολόγητη διαφορά υλικού | différence d'inventaire |
law | ακυρωτική διαφορά | litige d'annulation |
econ. | αν διαπιστωθεί ότι η διαφορά είναι ελάχιστη | s'il est constaté que la différence est minime |
environ. | ανάμικτο προϊόν/διάφορα προϊόντα | produits divers |
econ. | αντισταθμίζω τη διαφορά μεταξύ των υψηλοτέρων τιμών | compenser l'excès du prix |
econ., fin. | ανώτατη απόκλιση' ανώτατη διαφορά απόκλισης | écart maximum de divergence |
fin. | ανώτατη διαφορά απόκλισης | écart maximum de divergence |
fin. | ανώτατη διαφορά απόκλισης | différentiel maximal |
fin., insur., account. | αποθεματικό αναπροσαρμογής; διαφορά από αναπροσαρμογή | réserves de réévaluation |
fin., insur., account. | αποθεματικό αναπροσαρμογής; διαφορά από αναπροσαρμογή | réserve de réévaluation |
law | αποφάσεις του Πρωτοδικείου που επιλύουν εν μέρει τη διαφορά ως προς την ουσία | décisions du Tribunal tranchant partiellement le litige de fond |
mater.sc. | απόθεμα σε διάφορα υλικά | approvisionnement en matériel |
econ., fin. | απόκλιση αποδόσεων; διαφορά αποδόσεων | écart de rendement |
stat. | απόλυτη διαφορά | différence absolue |
life.sc. | απόλυτη διαφορά μέγιστων ταχυτήτων δυο ριπών | écart absolu maximal des rafales |
med. | αρτηριοφλεβική διαφορά πίεσης | différence des pressions artério-veineuse |
med. | αρτηριοφλεβώδης διαφορά | différence artério-veineuse |
law | ατομική διαφορά | litige individuel |
law, lab.law. | ατομική διαφορά εργασίας | conflit individuel du travail |
law, lab.law. | ατομική διαφορά εργασίας | différend individuel du travail |
law, lab.law. | ατομική διαφορά εργασίας | conflit particulier du travail |
law, lab.law. | ατομική διαφορά εργασίας | conflit particulier |
law, lab.law. | ατομική διαφορά εργασίας | conflit individuel |
law, lab.law. | ατομική εργατική διαφορά | différend individuel du travail |
fin. | δασμός,που μειώνει κατά 30% τη διαφορά μεταξύ... | un droit réduisant de 30 % l'écart entre... |
tech., chem. | δεύτερη διαφορά δυναμικού | différence de potentiel seconde |
fin., account. | διάφορα έξοδα | autres valeurs immobilisées,charges payées d'avance et produits à recevoir |
fin., account. | διάφορα έξοδα | divers à payer,produits perçus d'avance et charges à payer |
fin., account. | διάφορα έξοδα | divers |
account. | διάφορα έξοδα | autres passifs |
account. | διάφορα έξοδα | autres postes du passif |
econ. | διάφορα έξοδα | frais divers |
market. | διάφορα έξοδα λειτουργίας | charges diverses de gestion courante |
fin. | διάφορα έσοδα | recettes diverses |
fin. | διάφορα έσοδα | autres recettes |
econ., market. | διάφορα έσοδα λειτουργίας | recettes diverses d'exploitation |
fish.farm. | διάφορα αλιευτικά εργαλεία ; | engins de pêche divers |
industr., construct. | διάφορα βιομηχανικά είδη | articles manufacturés divers |
econ. | διάφορα βιομηχανικά είδη,μ.α.κ. | articles manufacturés divers,n.d.a. |
fin. | διάφορα εμπορεύματα γενικού φορτίου | marchandises diverses |
food.ind. | διάφορα κρουασάν | viennoiserie |
market. | διάφορα λειτουργικά έσοδα | produits divers de gestion courante |
environ. | διάφορα προϊόντα | produits divers |
agric. | διάφορα προϊόντα διατροφής και παρασκευάσματα αυτών | produits et préparations alimentaires divers |
econ. | διάφορα στοιχεία του καθεστώτος τιμών και παρεμβάσεων | différents éléments du régime des prix et des interventions |
pharma. | διάφορα στρώματα της συσκευασίας των ραδιοφαρμακευτικών προϊόντων | conditionnements superposés des radiopharmaceutiques |
hobby | διάφορα ταχυδρομικά είδη με ταχυδρομικό έντυπο | entier postal |
el. | διαμόρφωση με διαφορά φάσης τετάρτου περιόδου | modulation en quadrature |
law | διασυνοριακή διαφορά | litige transfrontalier |
law, commer. | διασυνοριακή διαφορά | contentieux transfrontalier |
fin. | διαφορά ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείου και στην αξία του δανείου | marge de décaissement |
market. | διαφορά απογραφής | différence d'inventaire |
gov. | διαφορά αποδοχών | traitement différentiel |
fin. | διαφορά αποδόσεων | écart de rendement |
fin., account. | διαφορά από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο | prime d'émission |
fin., account. | διαφορά από έκδοση υπέρ το άρτιο | prime d'émission |
account. | διαφορά από αναπροσαρμογή | réserves de réévaluation |
gen. | διαφορά από αναπροσαρμογή | écarts de réévaluation |
fin., account. | διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο | compte "primes d'émission" |
invest. | διαφορά απόδοσης | écart de rendement |
el. | διαφορά γεωγραφικού μήκους | variation longitudinale |
el. | διαφορά γεωγραφικού μήκους | variation en longitude |
law | διαφορά για εκμετάλλευση υποκαταστήματος,πρακτορείου ή άλλης εγκατάστασης | contestation relative à l'exploitation d'une succursale,agence ou tout autre établissement |
el. | διαφορά γωνίας δύο ΗΕâ,γωνία δύο ΗΕâ | écart angulaire entre deux forces électromotrices |
el. | διαφορά γωνίας δύο ΗΕâ,γωνία δύο ΗΕâ | écart angulaire entre deux f.é.m. |
IT | διαφορά δεικτών διαθλάσεως | différence d'indice de réfraction |
earth.sc., tech. | διαφορά διαδρομών | différence de parcours |
environ. | διαφορά δυναμικού | pression |
el. | διαφορά δυναμικού | tension |
tech. | διαφορά δυναμικού | force électromotrice |
commun. | διαφορά δυναμικού | p.d. |
commun. | διαφορά δυναμικού | différence potentielle |
el. | διαφορά δυναμικού | tension électrique |
tech. | διαφορά δυναμικού | différence de potentiel |
el. | διαφορά δυναμικού επαφής | potentiel de contact |
earth.sc. | διαφορά δυναμικού επαφής | force électromotrice de contact |
econ., market. | διαφορά ενοποίησης | différence de consolidation |
life.sc., construct. | διαφορά επιπέδου | dénivellation |
fin. | διαφορά επιτοκίων | marge d'intérêts |
econ., fin. | διαφορά επιτοκίων' απόκλιση επιτοκίων | différentiel de taux d'intérêt |
econ., fin. | διαφορά επιτοκίων' απόκλιση επιτοκίων | différentiel d'intérêt |
gen. | διαφορά ηλικίας | différence d'âge |
stat., social.sc. | διαφορά ηλικίας μεταξύ συζύγων | différence d'âge entre époux |
tech., mech.eng. | διαφορά θερμοκρασίας | écart de température |
tech., mech.eng. | διαφορά θερμοκρασίας | différence de température |
agric. | διαφορά θερμοκρασίας του αέρα ξήρανσης και του αέρα μετά την ξήρανση | différence de température entre l'air de séchage et l'air usé |
mater.sc. | διαφορά θερμοκρασίας υγρού θερμομέτρου | écart psychrométrique |
gen. | διαφορά ισοτιμίας συναλλάγματος | différence parité |
commun., IT | διαφορά κατανομών Gauss | différence de gaussiennes |
IT, life.sc. | διαφορά κλίμακας χρόνου | différence entre échelles de temps |
math. | διαφορά λάθους | variance résiduelle |
math. | διαφορά λάθους | variance de l'erreur |
stat. | διαφορά μέσων | étendue |
el. | διαφορά μήκους διαδρομών | différence de longueur entre les trajets |
fin. | διαφορά μεταξύ αποδόσεων ομολόγων | écart de rendement obligataire |
fin. | διαφορά μεταξύ αποδόσεων ομολόγων | différentiel de rendement obligataire |
nucl.phys. | διαφορά μεταξύ αποστολέως και παραλήπτη | écart entre expéditeur et destinataire |
el. | διαφορά μεταξύ CML και ECL | différence entre CML et ECL |
life.sc. | διαφορά μεταξύ ορθομετρικού και δυναμικού υψομέτρου ενός σημείου | appoint dynamique |
law | διαφορά μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων | litige entre la Communauté et des tiers |
fin. | διαφορά μεταξύ τιμής αγοράς και τιμής πώλησης | écart |
fin. | διαφορά μεταξύ τιμής αγοράς και τιμής πώλησης | marge |
met., el. | διαφορά μεταξύ του βάρους του ηλεκτροδίου και του βάρους του εναποτιθεμένου μετάλλου | différence de poids entre l'électrode fondue et le métal déposé correspondant |
econ. | διαφορά μεταξύ των αξιών των δύο ροών αγαθών και υπηρεσιών | solde entre les valeurs de deux flux de biens et services |
law | διαφορά μεταξύ των Κοινοτήτων και των υπαλλήλων τους | litige entre les Communautés et leurs agents |
fin. | διαφορά μεταξύ των ρυθμών πληθωρισμού | différentiel de taux d'inflation |
fin. | διαφορά μεταξύ των ρυθμών πληθωρισμού | écart d'inflation |
fin. | διαφορά μεταξύ των ρυθμών πληθωρισμού | différentiel d'inflation |
fin. | διαφορά μεταξύ των τιμών πώλησης και αγοράς | marge entre prix acheteur et prix vendeur |
fin. | διαφορά μετατροπής | différence de conversion |
math. | διαφορά μηδενός | différence de zéro |
law | διαφορά μικρής σημασίας | petit litige |
law | διαφορά μικρής σημασίας | litige de faible importance |
gen. | διαφορά νομιμότητας | contentieux de la légalité |
earth.sc., mech.eng. | διαφορά οριακών τιμών ψύξης | approche |
law | διαφορά ουσίας | litige de pleine juridiction |
earth.sc. | διαφορά πίεσης | écart de pression |
cultur., life.sc. | διαφορά παραλλάξεως | parallaxe longitudinale entre deux points |
cultur., life.sc. | διαφορά παραλλάξεως | différence de parallaxe |
fin. | διαφορά παρόντος κόστους έναντι συνολικού εκκρεμούντος δανείου | marge implicite |
mech.eng. | διαφορά πιέσεως | chute de pression |
mech.eng. | διαφορά πιέσεως | perte de charge |
gen. | διαφορά πιέσεως | différence de pression |
fin. | διαφορά πληθωρισμού | différentiel de taux d'inflation |
fin. | διαφορά πληθωρισμού | écart d'inflation |
fin. | διαφορά πληθωρισμού | différentiel d'inflation |
commun., phys.sc. | διαφορά πολώσεων | désadaptation en polarisation |
gen. | διαφορά που αφορά το κοινοτικό δίκαιο | litige concernant le droit communautaire |
law | διαφορά που θέτει υπό αμφισβήτηση την ισχύ κανονισμού του Συμβουλίου | litige mettant en cause un règlement du Conseil |
industr., construct., chem. | Διαφορά πυκνότηταςμάζαςστην επιφάνεια | variation de la masse de surface |
transp. | διαφορά στάθμης | ressaut |
earth.sc. | διαφορά στάθμης | isolement acoustique brut |
life.sc., construct. | διαφορά στάθμης | dénivellation |
el. | διαφορά στάθμης διαύλων αναπαραγωγής | déséquilibre des voies en lecture |
el. | διαφορά στάθμης διαύλων σε εγγραφή-αναπαραγωγή | déséquilibre des voies en enregistrement lecture |
commun. | διαφορά στάθμης σήματος | différentiel de niveau du signal |
transp. | διαφορά στάθμης στις κεφαλές των σιδηροτροχιών στα σημεία των αρμών | désaffleurement aux jointsde rail |
transp. | διαφορά στάθμης στο πάνω μέρος των σιδηροτροχιών στα σημεία των αρμών | désaffleurement aux jointsde rail |
life.sc., construct. | διαφορά στάθμης υψηλών υδάτων ανάντη και κατάντη εκχειλιστού | remous |
med. | διαφορά στην εκδήλωση της ίδιας κατάστασης | hétérophanie |
industr., construct. | διαφορά στην στρίψη | différence de torsion |
social.sc., lab.law. | διαφορά στις αμοιβές των δύο φύλων | différentiel de remunération entre les sexes |
fin. | διαφορά στρογγύλευσης | écart d'arrondi |
law | διαφορά συναφής με το αντικείμενο της Συνθήκης | différend en connexité avec l'objet du traité |
el. | διαφορά συχνότητας | fréquence différence |
el. | διαφορά συχνότητας | différence de fréquence |
comp., MS | διαφορά σφαλμάτων σελίδας | écart de défauts de page |
el. | διαφορά ταχυτήτων εκπομπής και λήψης | écart entre les rythmes émis et reçus |
scient., el. | διαφορά τιμών κορυφής-κοιλάδας | valeur de crête à crête |
scient., el. | διαφορά τιμών κορυφής-κοιλάδας | valeur de crête à creux |
scient., el. | διαφορά τιμών κορυφής-κορυφής | valeur de crête à crête |
scient., el. | διαφορά τιμών κορυφής-κορυφής | valeur de crête à creux |
met. | διαφορά τονικότητας | différence de teinte |
law | διαφορά τοπικού χαρακτήρα | différend d'ordre local |
econ. | διαφορά του επιτοκίου | différence d'intérêt |
market., fin. | διαφορά των χρηματοδοτικών επιλογών | différentiel entre les options de financement |
fin. | διαφορά υπέρ το άρτιο | agio |
fin. | διαφορά υπέρ το άρτιο | prime |
fin. | διαφορά υπέρ το άρτιο | report |
fin. | διαφορά υπέρ το άρτιο | premium |
law | διαφορά υποβαλλόμενη δυνάμει συμβάσεως διαιτησίας | différend soumis en vertu d'un compromis |
fin. | διαφορά υπό το άρτιο | déport |
fin. | διαφορά υπό το άρτιο | perte |
fin. | διαφορά υπό το άρτιο | disagio |
fin. | διαφορά υπό το άρτιο | décote |
account. | διαφορά υπό το άρτιο | escompte |
transp., el. | διαφορά φάσεως | décalage de coordination |
transp., el. | διαφορά φάσεως | décalage |
transp., el. | διαφορά φάσεως | écart de phase |
el. | διαφορά φάσεως | phase différentielle |
scient., el. | διαφορά φάσης | déphasage |
scient., el. | διαφορά φάσης | différence de phase |
el. | διαφορά φάσης από κορυφή σε κορυφή μεταξύ συσχετισμένων | différence de phase crête à crête entre deux voies corrélatives |
el. | διαφορά φάσης μεταξύ ιχνών | déphasage entre pistes stéréophoniques |
comp., MS | διαφορά χρήσης μνήμης | écart d'utilisation de la mémoire |
gen. | διαφορά χρηματικής φύσης | litige de caractère pécuniaire |
el. | διαφορά χρόνων ρολογιού | différence entre temps d'horloge |
transp. | διαφορά ύψους | différence de hauteur |
transp. | διαφορά ύψους προσκρουστήρων | différence de hauteur de tamponnement |
chem. | διαφορά ύψους υγρού | gradient hydraulique |
earth.sc., el. | διαφορά ώσης και τυρβώδους ώσης | traînée de forme |
law | διαφωνία' δικαστικός αγώνας' διαφορά | contentieux |
econ. | διεθνής διαφορά | différend international |
gen. | διεθνής διαφορά | conflit international |
el., construct. | διεργαζόμενη διαφορά | chute nette d'un aménagement hydro-électrique |
IT | διερεύνηση με βάση τη διαφορά | méthode des fins et des moyens |
IT | διερεύνηση με βάση τη διαφορά | analyse fin/moyen |
IT | διερεύνηση με βάση τη διαφορά | analyse des moyens pour la fin |
law | δικαστική διαφορά | contestation |
gen. | διμερής διαφορά | différend bilatéral |
commun. | διπλός τροφοδότης με διαφορά φάσης 180° | alimentation par fentes |
commun. | διπλός τροφοδότης με διαφορά φάσης 180° | alimentation Cutler |
el. | διόρθωση με διαφορά φάσης τετάρτου περιόδου | correction en quadrature |
commun. | δυνατότητες εξυπηρέτησης από διάφορα κέντρα και μεταφοράς του ελέγχου επικοινωνίας | possibilités de déplacements internationaux et de transferts |
gen. | είμαι αρμόδιος να αποφαίνομαι για κάθε διαφορά | être compétent pour statuer sur tout litige |
gov., law | είμαι αρμόδιος να αποφαίνομαι σε κάθε διαφορά | être compétent pour statuer sur tout litige |
econ. | εδαφική διαφορά | contentieux territorial |
stat. | ειλικρινά σημαντική δοκιμασία διαφορά | test de Tukey |
stat. | ειλικρινά σημαντική δοκιμασία διαφορά | test HSD |
stat. | ειλικρινά σημαντική δοκιμασία διαφορά | coefficient de Tukey |
lab.law. | εισοδηματική διαφορά | différence de revenus |
el., construct. | εκμεταλλεύσιμη διαφορά | chute brute d'un aménagement hydro-électrique |
econ. | εμπορική διαφορά | différend commercial |
law | εννοιολογική διαφορά | différence de sens |
tech., industr., construct. | εξοπλισμός για διάφορα εφέ | matériel pour effets divers |
commun. | εξυπηρέτηση από διάφορα κέντρα | trafic à grande portée |
transp. | εξυπηρέτηση επιβατών από διάφορα σημεία προς έναν προορισμό | service à origines multiples et destination unique |
transp. | εξυπηρέτηση επιβατών για διαδρομές από διάφορα σημεία σε διάφορους ολιγότερους προορισμούς | service à origines multiples et destinations limitées |
transp. | εξυπηρέτηση επιβατών για διαδρομές από διάφορα σημεία σε διάφορους προορισμούς | service à origines et destinations multiples |
stat. | εξωτερική διαφορά | variance externe |
law | επίδικη διαφορά | litige |
law | επίδικη διαφορά | question controversée |
law | επίδικη διαφορά | question litigeuse |
law | επίδικη διαφορά | question en litige |
law | επίδικη διαφορά | point en litige |
law | επίδικη διαφορά | contentieux juridictionnel |
earth.sc. | επαγόμενη διαφορά δυναμικού | tension induite |
polit., law | επιλύεται μερικώς η διαφορά επί της ουσίας | trancher partiellement un litige au fond |
law | επιλύω διαφορά | trancher un différend |
law | επιλύω μία διαφορά | régler un différend |
market. | επιχορηγήσεις και διάφορα έσοδα πωλήσεων | subventions d'exploitation |
law | ερμηνευτική διαφορά | différend d'interprétation |
health. | εστιακή διαφορά | différence focale |
stat. | εσωτερική διαφορά | variance interne |
el. | εσωτερική διαφορά δυναμικού ημιαγωγού | différence de potentiel interne |
fin. | εφαρμοζόμενη νομισματική διαφορά | écart monétaire appliqué |
mater.sc. | εφοδιασμός με διάφορα υλικά | approvisionnement en matériel |
gen. | η διαφορά αυτή είναι ασήμαντη | cette différence est de faible importance |
law | η διαφορά αυτή υποβάλλεται στο Δικαστήριο δυνάμει συμβάσεως διαιτησίας | ce différend est soumis à la Cour de justice en vertu d'un compromis |
min.prod., fish.farm. | η διαφορά θα πρέπει να διευθετείται με βάση την αρχή της "δικαιοσύνης" και τα πραγματικά περιστατικά | le conflit devrait être résolu sur la base de l'équité et en égard à toutes les circonstances pertinentes |
fin. | η διαφορά που προκύπτει από την πρώτη αυτή προσέγγιση | l'écart résultant de ce premier rapprochement |
mech.eng., el. | ηλεκτρικός διακόπτης ενεργοποιούμενος από τη διαφορά πιέσεως | contact à pression différentielle |
law | θέμα πραγματικού περιστατικού σχετικό με τη διαφορά | question de fait relative au litige |
IT, el. | θερμική διαφορά | désadaptation thermique |
IT, el. | θερμική διαφορά | déséquilibre thermique |
IT, el. | θερμική διαφορά | désaccord de conductivité thermique |
earth.sc., life.sc. | θερμοκρασία εδάφους σε διάφορα βάθη | température du sol |
mech.eng. | καθαρίζω έναν κινητήρα από διάφορα υπολείμματα | décrasser un moteur |
earth.sc., construct. | κανονικοποιημένη διαφορά στάθμης | isolement acoustique normalisé |
el. | κανονικοποιημένη διαφορά συχνότητας | différence de fréquence normée |
el. | κεραία τροφοδοτούμενη με διαφορά φάσης | antenne à alimentation déphasée |
el. | κεραιοστοιχία τροφοδοτούμενη με διαφορά φάσης | réseau alimenté en opposition de phase |
transp. | κινητήρας που λειτουργεί με διάφορα καύσιμα | moteur polycarburant |
transp. | κινητήρας που λειτουργεί με διάφορα καύσιμα | moteur multicarburants |
fin. | Κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής όσον αφορά διάφορα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί καλύτερη λειτουργία της διαδικασίας του προϋπολογισμού, της 30ής Ιουνίου 1982 | Déclaration commune du Parlement européen, du Conseil et de la Commission du 30 juin 1982 relative à différentes mesures visant à assurer un meilleur déroulement de la procédure budgétaire |
math. | κυκλική μέση διαφορά | différence moyenne circulaire |
nat.sc. | λέιζερ που εκπέμπει κατ' επιλογή διάφορα διακεκριμένα μήκη κύματος | laser à sélection de raie |
earth.sc. | λογαριθμική διαφορά | balayage logarithmique |
relig. | λογική διαφορά | différence logique |
market. | λογιστική διαφορά | différence d'incorporation |
market. | λογιστική διαφορά | différence de réalisation |
el. | μέγιστη διαφορά χρόνων καθυστέρησης πολλαπλών διαδρομών | différence maximale des temps de propagation par trajets multiples |
stat., scient. | μέση probit διαφορά | différence moyenne des probits |
fin. | μέση διαφορά | spread moyen |
math. | μέση διαφορά | différence des moyennes |
math. | μέση διαφορά | différence moyenne |
el. | μέση διαφορά φάσης μεταξύ συσχετισμένων διαύλων | différence de phase moyenne entre deux voies corrélatives |
stat., scient. | μέση τετραγωνική διαδοχική διαφορά | carré moyen des différences successives |
earth.sc. | μαγνητικά πεδία σε διαφορά φάσης | champs magnétiques dephasés |
scient., el. | με διαφορά φάσης π | en quadrature |
market. | μειώνει τη διαφορά κατά τμήματα ύψους 20% | réduire l'écart par tranches de 20 % |
stat. | μεταβλητή μέθοδος διαφορά | méthode différence variable |
stat. | μεταβλητών μέθοδος διαφορά | méthode des différences de Tintner |
chem. | μεταβολή της σταθεράς διασπάσεως ανάλογα με τη διαφορά στην ηλικία | variation des constantes de décroissance en fonction de l'âge |
econ. | μεταφορά αγαθών στα διάφορα σημεία της αλλοδαπής για λογαριασμό μονάδων μόνιμων κατοίκων | transporter dans le reste du monde des biens pour le compte d'unités résidentes |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά | écart salarial |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά | écart de salaire |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά | écart de rémunération |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών | écart salarial entre hommes et femmes |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών | écart de salaire entre hommes et femmes |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών | écart de rémunération entre les hommes et les femmes |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων | écart de salaire entre hommes et femmes |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων | écart salarial entre hommes et femmes |
social.sc., empl. | μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων | écart de rémunération entre les hommes et les femmes |
patents. | μισθώματα, τόκοι και διάφορα άλλα έσοδα | loyers, intérêts et autres revenus divers |
el. | μόλις αντιληπτή διαφορά χρώματος | différence de couleur juste perceptible |
law | νομική διαφορά | instance |
law | νομική διαφορά | instance de justice |
law | νομική διαφορά | différend justiciable |
law | νομική διαφορά | différend |
law | νομική διαφορά | différend d'ordre juridique |
fin. | νομισματική διαφορά | distorsion monétaire |
fin. | νομισματική διαφορά | écart entre les monnaies |
fin. | νομισματική διαφορά | écart monétaire |
account. | ο λογαριασμός στον οποίον προστίθεται η διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιον | compte "prime d'émission" |
law | ουσιαστική διαφορά | litige de pleine juridiction |
environ. | πίεση/σύνθλιψη/τάση/διαφορά δυναμικού/φόρτος | pression |
industr., construct. | πανί φτιαγμένο από διάφορα νήματα | flush |
fin. | παρέμβαση σε διάφορα νομίσματα | intervention en plusieurs monnaies |
polit., law | παρέμβαση σε διαφορά εκκρεμή ενώπιον του Δικαστηρίου | intervention à un litige pendant devant la Cour |
el. | παραμόρφωση με διαφορά φάσης τετάρτου περιόδου | distorsion en quadrature |
life.sc. | παρατηρηθείσα διεύθυνση από σημείο που πρόκειται να προσδιοριστεί προς διάφορα σημεία του δικτύου | direction observée d'un point à déterminer aux points de réseau |
fin. | πληρωτέα διαφορά τιμής κατά τη μετατροπή | prime de conversion |
econ. | πολιτιστική διαφορά | différence culturelle |
environ. | πορεία του ραδιενεργού νέφους σε διάφορα υψόμετρα | trajectoires du panache à différentes altitudes |
fish.farm. | ποσοστώσεις για διάφορα είδη | quota couvrant plusieurs espèces |
fin. | πραγματική νομισματική διαφορά | écart monétaire réel |
law | προκαλώ μια διαφορά | engendrer un différend |
fin. | προσδοκώμενη διαφορά πληθωρισμού | anticipation d'écart d'inflation |
law | ρυθμίζω μία διαφορά | régler un différend |
el. | σήμα με διαφορά φάσης 90° | signal en quadrature |
stat. | σημάνετε - τετραγωνική διαδοχική διαφορά | carré moyen des différences successives |
stat. | σημάνετε τη γραμμική διαδοχική διαφορά | moyen des différences successives |
stat. | σημάνετε τη διαδοχική διαφορά | moyen des différences successives |
stat. | σημάνετε τη διαφορά των Gani | différence moyenne de Gani |
stat. | σημαίνει ημι-τετράγωνο διαφορά | différence semi-carrée moyenne |
stat. | σημαντική διαφορά | différence significative |
gen. | σουγιάς με διάφορα εργαλεία | couteau multi-usage |
transp. | σταθμός με γραμμές σε διάφορα επίπεδα | gare à plusieurs niveaux |
transp. | σταθμός με γραμμές σε διάφορα επίπεδα | gare à étages |
gen. | στην περίπτωση που διαφορά θέτει υπό αμφισβήτηση το κύρος αυτό | dans le cas où un litige mettrait en cause cette validité |
el. | στοιχείο υπό διαφορά συγκέντρωσης | pile de concentration |
fin. | στρατηγικές με βάση τη διαφορά απόδοσης | stratégies en matières d'écarts de rendement |
transp. | συγκοινωνία από μία αφετηρία σε διάφορα σημεία προορισμού | service à origine unique et destinations multiples |
fin. | συγκριτική διαφορά απόδοσης | écart de rendement relatif |
law, lab.law. | συλλογική διαφορά εργασίας | différend du travail |
law, lab.law. | συλλογική διαφορά εργασίας | conflit du travail |
market., fin. | συναλλαγματική διαφορά | différence de change |
el. | συνδυασμένη συνιστώσα με διαφορά φάσης 90° | composante combinée en quadrative de phase |
industr., construct. | σφάλμα από τη διαφορά στη χαλάρωση του πάνω και κάτω στρώματος στημονιών | reps |
fin. | σχετική διαφορά απόδοσης | écart de rendement relatif |
el. | σχετική διαφορά συχνότητας | différence relative de fréquence |
el. | σύστημα μερικής απόκρισης με διαφορά φάσης τετάρτου περιόδου | système en quadrature avec réponse partielle |
fin. | τα διάφορα είδη αποθηκών αποταμίευσης | différents types d'entrepôts |
stat. | τετράς διαφορά | différence tétrade |
commun. | τιμολογιακή διαφορά | déséquilibre tarifaire |
commun. | τιμολογιακή διαφορά | déséquilibre de la tarification |
stat. | τροποποιημένος μέσος όρος - τετραγωνική διαδοχική διαφορά | différence successive de moyenne carrée modifiée |
med. | υβριδιακό έμβρυο με διάφορα γονιδιώματα | embryon hybride porteur d'informations génétiques différentes |
interntl.trade. | υπήκοος χωρών που είναι διάδικο μέρος σε διαφορά | ressortissants des parties au différend |
math. | υπόλοιπη διαφορά | variance résiduelle |
math. | υπόλοιπη διαφορά | variance de l'erreur |
el. | φασική διαφορά | phase différentielle |
el. | φωρατής με διαφορά φάσης τετάρτου περιόδου | phasemètre en quadrature |
transp. | χειρισμός με διαφορά φάσης | commande par retard d'amorçage |
gen. | χρηματική διαφορά | litige de caractère pécuniaire |
IT | χρονομεταβλητή διαφορά φάσης | déphasage variable |
earth.sc., el. | χρωματική διαφορά | chrominance |
earth.sc., mech.eng. | ψυχρομετρική διαφορά | différence psychrométrique |