DictionaryForumContacts

   Greek
Terms containing αναπλήρωση | all forms
SubjectGreekFrench
stat., social.sc.ακαθάριστη αναπλήρωσηreproduction brute
lawαναπλήρωση διοικητικών οργάνωνsuppléance
health.αναπλήρωση οργάνουvicariance
lawαναπλήρωση του γραμματέωςsuppléance du greffier
lawαναπλήρωση του γραμματέως σε περίπτωση κωλύματοςsuppléance du greffier en cas d'empêchement
lawαναπλήρωση του Προέδρου της Δημοκρατίαςintérim du président de la République
econ.αναπλήρωση των πλουτοπαραγωγικών πόρωνremplacement des ressources
lawαυτοδίκαιη αναπλήρωση του πρωθυπουργούremplacement de plein droit du Premier ministre
lawεκούσια αναπλήρωση του πρωθυπουργούremplacement volontaire du Premier ministre
law, insur.επιδόματα που χορηγούνται από ασφαλιστικό φορέα για την αναπλήρωση της απώλειας εισόδηματος από ανικανότητα για εργασίαassurance indemnitésB
stat., social.sc.καθαρή αναπλήρωσηreproduction nette
stat., social.sc.ολική αναπλήρωσηreproduction brute