DictionaryForumContacts

   Greek French
Terms for subject General containing 2,3 | all forms | in specified order only
GreekFrench
διαμέρισμα 2. διοικητική περιφέρεια σε αντιδιαστολή προς το "διαμέρισμα", όταν οι δύο όροι συνυπάρχουν 3. τομέας λ.χ. ταχυδρομικόςarrondissement
κοιτάσματα τύρφης 2. στρώματα τύρφης 3. τυρφώνες =1sièges de tourbe
μεθακρυλικός 2,3-εποξυπροπυλεστέραςmethacrylate de 2,3-epoxypropyle
οι οργανισμοί που δηλώνονται από τα Κράτη μέλη 2) οι οργανισμοί που ορίζονται 3) οι οργανισμοί που έχουν υποδειχθείorganismes désignés