Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latin
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Spanish
Terms
for subject
General
containing
σωλήνας
|
all forms
Greek
French
εκτοξευτήρας αφρού,
σωλήνας
επιμηκύνσεως αυλού αφρού
applicateur de mousse
εύκαμπτος
σωλήνας
conduite souple
εύκαμπτος
σωλήνας
durite
εύκαμπτος
σωλήνας
raccord
εύκαμπτος
σωλήνας
tuyau
εύκαμπτος
σωλήνας
tube flexible
εύκαμπτος
σωλήνας
flexible
εύκαμπτος
σωλήνας
tuyau souple
εύκαμπτος
σωλήνας
tuyauterie souple
εύκαμπτος
σωλήνας
tuyauterie flexible
εύκαμπτος
σωλήνας
tuyau flexible
εύκαμπτος
σωλήνας
conduit flexible
κατακόρυφος
σωλήνας
ροής
tuyau de descente
σωλήνας
ακτινοβόλησης
goulet d'irradiation
σωλήνας
διαφυγής αερίων
goulotte de canon
σωλήνας
εκτόξευσης τορπιλών
tube lance torpille
σωλήνας
εξαπολύσεως πυραύλων
tube lance-fusées
σωλήνας
εξαπολύσεως πυραύλων
lance-fusées
σωλήνας
επιμήκυνσης αυλού
lance
σωλήνας
κατολισθήσεων
tube a sable
σωλήνας
κλειστός κατά το ένα άκρο
chaussette
σωλήνας
μείωσης της απόστασης βολής
tube réducteur
σωλήνας
μείωσης της απόστασης βολής
tube Morris
σωλήνας
παροχής
distribution secondaire
σωλήνας
που φέρει τους προσοφθάλμιους φακούς
tube porte-oculaire
σωλήνας
προστασίας
tube de garde
σωλήνας
ταχυμέτρου
anémomètre à moulinets
ταχυδρομικός
σωλήνας
tube d'expédition
ταχυδρομικός
σωλήνας
tube d'envoi
τορπιλλοβλητικός
σωλήνας
tube lance-torpilles
τριχοειδής
σωλήνας
tube capillaire
Get short URL