DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing σχοινί | all forms
GreekFrench
αναρτημένο σχοινίpendeur
διασταυρούμενο σχοινίcroisillon
διείρω σχοινίpasser un cordage dans une poulie
ελαστικό σχοινίtenseur
ενίσχυση ιστίου με σχοινίcordage de fortification d'une voile
κατάβαση με σχοινίlargage par corde lisse
κύριο σχοινί πρόσδεσηςcâble principal d'amarrage
λασκάρων αφήνω σχοινίmollir
ορειβατική κάθοδος με σχοινίdescente par corde lisse
περνώ ένα σχοινί βόλτεςκν.tournerune manoeuvre
περνώ ένα σχοινί βόλτεςκν.amarrer
περνώ ένα σχοινί στην τροχαλίαpasser un cordage dans une poulie
πορθμείο με σχοινίbac à traille
πρυμνίσιο σχοινίcroupiat
πρυμνίσιο σχοινίamarre d'arrière
πρυμνίσιο σχοινίamarre de bout
πρυμνίσιο σχοινίamarre de pointe
πρυμνίσιο σχοινίamarre
πρόσδεση με σχοινίamarre
σημαδούρα με σχοινίbouée de hâlage
συρόμενο σχοινίguiderope
σχοινί ανελκύσεωςligne de récupération
σχοινί ανοίγματοςcâble de saut à ouverture automatique
σχοινί ανυψώσεως διακριτικής επιμήκους σημαίαςdrisse de flamme
σχοινί ασφάλειαςfilière de sécurité
σχοινί ασφάλειαςfilière de mauvais temps
σχοινί εκκένωσης αεροστάτωνcorde de déchirure
σχοινί ενεργοποίησηςcâble de saut à ouverture automatique
σχοινί ιστούcorde de mât
σχοινί ιστούcâble de mât
σχοινί καταρτιούcâble de mât
σχοινί περισυλλογήςligne de récupération
σχοινί πηδαλίουestrope de gouvernail
σχοινί πηδαλίουcorde de gouvernail
σχοινί που επιπλέειligne de sauvetage flottante
σχοινί πρόσδεσηςaussière d'amarrage
σχοινί ρυμουλκήσεωςlance-amarre
σχοινί ρυμούλκησηςremorque
σχοινί ρυμούλκησηςcâble de remorque
σχοινί ρυμούλκησηςcâble
σχοινί σημαντήραorin
σχοινί συγκράτησηςfilière de sécurité
σχοινί συγκράτησηςfilière de mauvais temps
σχοινί συστολής ιστίουcargue
σχοινί του παλάγκουpalan
σχοινί του παλάγκουgarant d'embarcation
σχοινί του παλάγκουgarant
σχοινί χρησιμοποιούμενο στην επανεπίπλευση ενός σκάφουςcâble de déséchouement
φέρνω βόλτα σχοινίtourner les aussières
χονδρό σχοινί ρυμουλκήσεωςcâblot de remorque
χονδρό σχοινί ρυμουλκήσεωςcâbleau de remorque
χοντρό πολυδικλωνιασμένο σχοινίaussière
χοντρό σχοινίorin
χοντρό σχοινίfilin