DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Environment containing σχέση | all forms
GreekFrench
Απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση δεν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης π.χ επενδύσεις, γύψινα εκμαγεία, σεντόνια, πετσέτες, ρουχισμός απορρίψιμοςdéchets dont la collecte et l'élimination ne nécessitent pas de prescriptions particulières vis-à-vis des risques d'infection par exemple vêtements, plâtres, draps, vêtements jetables, langes
διαφοροποιημένη φορολογική μεταχείριση σε σχέση με το περιβάλλονdifférenciation fiscale en matière d'environnement
εταιρική σχέση βιοενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδοPartenariat mondial pour les bioénergies
εταιρική σχέση του Ευξείνου για το περιβάλλονpartenariat pour l'environnement dans la région de la mer Noire
Ευαίσθητος όγκος και διακριτική ικανότητα του ανιχνευτή σε σχέση με την ενέργεια.volume sensible et pouvoir de résolution en énergie du détecteur
¶λλα απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσηςautres déchets dont la collecte et l'élimination nécessitent des prescriptions particulières vis-à-vis des risques d'infection
ποσοτική σχέση δομής/δραστηριότηταςrelation quantitative structure/activité
σχέση αιτίου-αιτιατούrelation de cause à effet
σχέση ανθρώπου-φύσηςrelations homme-nature
σχέση δομής-δραστηριότηταςrelation structure activité
σχέση δόσεων-αποτελεσμάτωνrelation doses-effets
σχέση δόσης-ανταπόκρισηςrelation dose-effet
σχέση δόσης-επίδρασηςrelation dose-effet
σχέση ηλεκτρισμού-θερμότηταςsystème mixte chaleur-énergie
σχέση ηλεκτρισμού-θερμότηταςratio chaleur/ énergie fournie
σχέση θηρευτή -θηράματοςrelation prédateur-proie
σχέση παράκαμψης κινητήραtaux de dilution d'un moteur
τροφική σχέσηrelation alimentaire
τροφική σχέσηrapport alimentaire