Subject | Greek | French |
law | αμοιβαίες συμφωνίες | accord réciproque |
law | αναγραφή ρητρών στις συμφωνίες | insertion de clauses dans les accords |
commer., polit. | δασμολογικές και εμπορικές συμφωνίες | accords tarifaires et commerciaux |
law | διαδικαστικές πράξεις που συνδέονται με συμφωνίες | actes de procédure liés aux accords |
law | διεθνείς συμφωνίες στις οποίες μετέχουν τα Kράτη μέλη | accords internationaux auxquels les Etats membres sont parties |
patents. | διευρυμένες συλλογικές συμφωνίες ; επέκταση των συλλογικών συμφωνιών | extension des accords collectifs |
patents. | διευρυμένες συλλογικές συμφωνίες ; επέκταση των συλλογικών συμφωνιών | accords collectifs étendus |
patents. | Ειδικές Ενώσεις και Συμφωνίες | les Unions particulières et les Arrangements particuliers |
gen. | ειρηνευτικές συμφωνίες του Dayton | accord de paix de Dayton |
law | εξουσία της Κοινότητας ή ενός από τα όργανά της να συνάπτουν συμφωνίες | compétence de la Communauté ou de l'une de ses institutions pour conclure un accord |
gen. | Επιτροπή για τους κοινούς κανόνες σχετικά με τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς | Comité Textiles régime autonome |
gen. | Επιτροπή για τους κοινούς κανόνες σχετικά με τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς | Comité du régime commun applicable aux importations de produits textiles en provenance de certains pays tiers non couverts par des accords, protocoles ou autres arrangements bilatéraux, ou par d'autres régimes communautaires spécifiques d'importation |
commer., polit. | Επιτροπή Περιορισμένης Σύνθεσης για τις Διαβουλεύσεις που αφορούν τις Εμπορικές Συμφωνίες με Τρίτες Χώρες | Comité restreint pour les consultations relatives aux accords commerciaux avec des pays tiers |
econ. | επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης για τις συμφωνίες συνεργασίας μελών-τρίτων χωρών | Comité restreint pour les accords de coopération "Etats membres-pays tiers" |
gen. | Επιτροπή Περιορισμένης Σύνθεσης για τις Συμφωνίες Συνεργασίας των Κρατών Μελών με Τρίτες Χώρες | Comité restreint pour les accords de coopération des Etats membres avec des pays tiers |
gen. | Επιτροπή Περιορισμένης Σύνθεσης για τις Συμφωνίες Συνεργασίας των Κρατών Μελών με Τρίτες Χώρες | Comité restreint des accords de coopération |
gen. | Επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης για τις συμφωνίες συνεργασίας των κρατών μελών με τρίτες χώρες | Comité restreint pour les accords de coopération des États membres avec des pays tiers |
law | εσωτερικές συμφωνίες | accords internes |
patents. | η παρούσα Σύμβαση δεν ακυρώνει τις συμβάσεις ή συμφωνίες | la présente Convention n'infirme pas les conventions ou accords |
law | μεικτές συμφωνίες εκμετάλλευσης τεχνογνωσίας και διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας | accords mixtes de licence de savoir-faire et de licence de brevets |
gen. | μεταγενέστερες συμφωνίες που απαιτούν την ομοφωνία των Kρατών μελών | conventions ultérieures qui requièrent l'unanimité des Etats membres |
lab.law. | μισθολογικές συμφωνίες | accords salariaux |
fin. | νέες συμφωνίες δανειοδότησης | nouveaux accords d'emprunts |
agric. | οι συμφωνίες αυτές επιτρέπουν στους παραγωγούς να διαθέτουν τις συμφωνηθείσες ποσότητες | ces accords permettent aux producteurs d'écouler les quantités convenues |
law, commer. | περιοριστικές συμφωνίες και δεσπόζουσες θέσεις | antitrust Règles en matière d'ententes |
fin. | περιοριστικές του ανταγωνισμού συμφωνίες | entente restrictive de concurrence |
interntl.trade. | πολυμερείς συμφωνίες για το εμπόριο αγαθών | accords multilatéraux sur le commerce des marchandises |
gen. | πολυμερείς συμφωνίες για τον έλεγχο των όπλων | accords relatifs au contrôle multilatéral des armements |
econ., market. | Πολυμερείς συμφωνίες εμπορευματικών συναλλαγών | accords multilatéraux sur le commerce des marchandises |
law | προηγούμενες συμφωνίες μεταξύ των Kρατών μελών | accords antérieurement conclus entre les Etats membres |
gen. | ρήτρα σύμφωνα με την οποία δεν θίγονται οι διεθνείς συμφωνίες | clause de non-incidence sur l'accord international |
gen. | συμβατικές συμφωνίες αντασφάλισης | arrangements contractuels de réassurance |
health., pharma. | συμφωνίες αμοιβαίας αναγνώρισης | accord de reconnaissance mutuelle |
account. | συμφωνίες ανταλλαγής swaps | swaps |
account. | συμφωνίες ανταλλαγής μη νομισματικού χρυσού | swaps d'or non monétaire |
fin. | συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων | échanges réciproques de monnaie |
fin. | συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων | swaps de monnaies |
account. | συμφωνίες ανταλλαγής συναλλάγματος | swaps de devises |
law | συμφωνίες,αποφάσεις και κάθε εναρμονισμένη πρακτική | accords,décisions et pratiques concertées |
insur. | συμφωνίες ασφαλιστών αστικής ευθύνης | convention de partage des sinistres |
insur. | συμφωνίες για ζημιές από πρόσκρουση | convention sur les dommages par chocs |
law, lab.law. | συμφωνίες για το ωράριο εργασίας | accords sur le temps de travail |
market. | συμφωνίες διανομής και εξυπηρέτησης των πελατών πριν και μετά την πώληση | accords de distribution et de service de vente et d'après-vente |
commer., polit. | συμφωνίες διανομής και προμήθειας μεταξύ μη ανταγωνιζόμενων επιχειρήσεων | conventions en matière de distribution et de fourniture entre entreprise non concurrentes |
nucl.phys. | συμφωνίες ελέγχου διασφαλίσεων | accord relatif à l'application de garanties |
nucl.phys. | συμφωνίες ελέγχου διασφαλίσεων | accord de garanties |
market. | συμφωνίες εξειδικεύσεως ή συμφωνίες από κοινού αγοράς ή πωλήσεως | accords de spécialisation ou des accords d'achat ou de vente en commun |
law, interntl.trade. | συμφωνίες και συναφείς νομικές πράξεις | accords et instruments juridiques connexes |
law, health., anim.husb. | συμφωνίες κτηνιατρικής και φυτοϋγειονομικής ισοδυναμίας | accord d'équivalence vétérinaire et phytosanitaire |
econ. | συμφωνίες μελλοντικής εκλογήςoptions | options |
econ. | συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων | accords entre entreprises |
fin., nat.sc. | συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογίας | accord de transfert de technologie |
econ. | συμφωνίες Μπρέτον Γούντς | accord de Bretton Woods |
econ. | συμφωνίες που έχουν σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις για την Ένωση | accords ayant des implications budgétaires notables pour l'Union |
gen. | συμφωνίες που αποβλέπουν,με βάση την αμοιβαιότητα και προς το κοινό όφελος,στην... | les accords visant,sur une base de réciprocité et d'avantages mutuels,à... |
patents. | συμφωνίες που αφορούν την άδεια εκμετάλλευσης τεχνογνωσίας | accords de licence de savoir-faire |
fin. | συμφωνίες σε διμερή βάση για αλληλοδιείσδυση | accord d'interpénétration sur une base bilatérale |
gen. | συμφωνίες συνδέσεως και συνεργασίας | accords d'association et de coopération |
law | Συμφωνίες του Esquipulas | accord d'Esquipulas |
law | Συμφωνίες του Esquipulas | Accords d'Esquipulas |
gen. | Συμφωνίες του Όσλο | accords d'Oslo |
law | Συμφωνίες του Τάϊφ | Accords de Taef |
gen. | συμφωνίες του Ταέφ | accords de Taëf |
gen. | "συνοπτικές" συμφωνίες | accords "abrégés" |
gen. | Σύμβαση για τις συμφωνίες επιλογής δικαιοδοσίας | Convention sur les accords d'élection de for |
law | Σύμβαση για τις συμφωνίες παρέκτασης της δικαιοδοσίας | Convention sur les accords d'élection de for |
law | σύμβαση της Χάγης της 25ης Νοεμβρίου 1965 για τις συμφωνίες εκλογής forum | convention sur les accords d'élection de for |
law | σύμβαση της Χάγης της 25ης Νοεμβρίου 1965 για τις συμφωνίες εκλογής forum | convention de La Haye du 25 novembre 1965 sur les accords d'élection du for |
law, transp., nautic. | εκτιμώντας ότι το να περιβληθούν με νομικό κύρος οι συμφωνίες αυτές | considérant que la légalisation de ces accords |
fin. | τυπικές συμφωνίες για σύστημα συναλλαγματικών ισοτιμιών του ευρώ | accords formels portant sur un système de taux de change pour l'euro |
fin. | χώρες που συμμετέχουν σε διμερείς συμφωνίες | pays partie à des accords bilatéraux |
commer., polit. | όλες οι συμφωνίες ... που έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού | tous accords ... qui ont ... pour effet d'empêcher, de restreindre ou de fausser le jeu de la concurrence |