DictionaryForumContacts

   Greek French
Terms for subject Mechanic engineering containing στη | all forms | exact matches only
GreekFrench
γραμμή επιστροφής στη δεξαμενήretour à la bâche
διάταξη κυκλώματος κυκλοφορίας προσδεδεμένου στη μηχανήdispositif de circulation monté sur la machine
δύναμη που ασκείται στη διάταξη ελέγχου της πέδησηςforce exercée sur la commande de frein
κιβώτιο ακροδεκτών ανθεκτικό στη φλόγαboîte de connexions antidéflagrante
κλάση αντοχής στη φωτιάclassement au feu
μεταφορά στη θέση ισορροπίαςéquilibrage
μεταφορά στη θέση ισορροπίαςcompensation du balourd
μηχανή ανθεκτική στη φλόγαmachine antidéflagrante
μηχανική αντίσταση στην κάμψη και στη θλίψηrésistance mécanique à la flexion et à la compression
μηχανισμός στη βάση του πύργουgénératrice au niveau du sol
παξιμάδι με πατούρα στη βάση τουécrou à embase
παξιμάδι με πατούρα στη βάση τουécrou à collet
περικόχλιο με πατούρα στη βάση τουécrou à embase
περικόχλιο με πατούρα στη βάση τουécrou à collet
πτώση τάσης στη σύνθετη αντίστασηchute de tension interne
τμήμα εργαλείου χειρός πακτωμένο στη λαβήsoie
χαράζω στη φρέζα μια εγκοπήfraiser une rainure
χαράζω στη φρέζα μια εγκοπήfraiser une mortaise de clavette