DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Metallurgy containing πλάτος | all forms
GreekFrench
ενεργό πλάτος αποβλίττουlargeur effective de coupe
καθαρό πλάτοςlargeur nominale
παραδιδόμενο υλικό με το τελικό πλάτος χρήσηςproduit livré à la largeur finale d'utilisation
πλάτος απαραμόρφωτου αποβλίττουlargeur de coupe
πλάτος αποβλίττουlargeur de copeau
πλάτος αρμού κοπήςlargeur de la saignée
πλάτος αρμού στη θερμοκρασία συγκόλλησηςvaleur du jeu à chaud
πλάτος κοπήςprofondeur de passe
πλάτος λουτρούlargeur du bain
πλάτος πέλματοςlargeur de semelle
πλάτος πέλματοςlargeur d'aile
πλάτος παραμορφωμένου αποβλίττουlargeur de copeau
πλάτος ραφήςlargeur de la soudure
πλάτος των αυλακώσεωνlargeur des stries
πλάτος φρέζαςlongueur de la fraise
πλάτος φρέζαςlargeur de fraise
σταθερό πλάτοςlargeur fixe
ωφέλιμο πλάτοςlargeur utile