Greek | French |
έδαφος ή πέτρωμα αενάως παγωμένον | permagel |
έδαφος ή πέτρωμα αενάως παγωμένον | sol gelé en permanence |
έδαφος ή πέτρωμα αενάως παγωμένον | pergélisol |
έδρανον βάσης ή υποβάθρου | palier support auxiliaire |
αδιάφορο ή ουδέτερο ισοζύγιο | équilibre indifférent |
αναλογία ή σχέση πιέσεων | rapport de pression |
αξονική δύναμη ή ώση | poussée axiale |
αξονική ώση ή ώθηση | poussée due à la commande |
αξονική ώση ή ώθηση | poussée due au couple moteur |
απώλεια ενέργειας με ακτινοβολία η οποία εκπέμπεται από ηλεκτρόνιο μετακινούμενο σε μαγνητικό πεδίο | perte d'énergie par rayonnement synchrotron |
ατελής διάθλασις ή συγκέντρωσις των ακτίνων υπό του φακού | aberrationf. |
βρόγχος υστέρησης J-Η | cycle d'hystérésis J-H |
διάσπαση η οποία πραγματοποιείται στον συντονισμό ηλεκτρονίων | amorcage à la résonnance des électrons |
διάσπαση η οποία πραγματοποιείται στον συντονισμό ηλεκτρονίων | amorcage à la résonance des électrons |
διάτασις δι ύδατος ή δι υδαρούς υγρού | hydrectasie |
διαχωριστική επιφάνεια διδυμίας η οποία τέμνεται κατά λοξή γωνία | joint de macle coupé obliquement |
δισδιάστατη ροή ή επίπεδο ροής | écoulement plan |
δοσίμετρο ή μετρητής έκθεσης θερμοφωταύγειας | exposimètre individuel à thermoluminescence |
εμβόλιμον ή παρένθετον ύδωρ εδάφους ή πετρώματος αενάως παγωμένου | eau intercalaire d'un pergélisol |
ενεργός διατομή αντήχησης ενός αντικειμένου ή όγκου | surface efficace de réverbération d'un objet ou d'un volume |
εξισορρόπηση της αξονικής δύναμης ή ώσης | équilibrage de poussée axiale |
η επιφάνεια που λαμβάνει το σχήμα ενός οκτώ | section en huit |
η επιφάνεια που λαμβάνει το σχήμα ενός οκτώ | section en forme de huit |
η θεωρία του Aλλιέβη σχετικά με την ταχύτατη μεταβολή της πίεσης | méthode des séries enchaînées d'Allievi |
η θεωρία του Aλλιέβη σχετικά με την ταχύτατη μεταβολή της πίεσης | méthode analytique d'Allievi |
η καλλίτερη δυνατή ισχύς που παράγει μιά αντλία | puissance utile optimale de la pompe |
η καλλίτερη δυνατή ισχύς που παράγει μιά αντλία | puissance hydraulique optimum |
η καλλίτερη δυνατή ισχύς που παράγει μιά αντλία | puissance hydraulique optimale |
η κλίση της πίεσης στο διάγραμμα,πίεση με διάστημα | gradient de pression |
η κλίση της πίεσης στο διάγραμμα,πίεση με διάστημα | chute de pression |
η κύρια κατεύθυνση της ροής βρίσκεται αθροίζοντας όλα τα ανύσματα της ταχύτητας | la direction principale du flux peut se trouver par la sommation de tous les vecteurs de vitesse |
η ρητίδωση μπορεί να παρατηρηθεί μέσω εκπομπής | les rides peuvent être observées par transmission |
η σταθερά του συνειρμού | constante d'association |
η σύσταση του βουστίτη διαφέρει ελαφρά από την στοιχειομετρική σύσταση | la composition du wüstite FeO est peu différente de la composition stoechiométrique |
η τιμή που παίρνει ένας συντελεστής στο σημείο απόδοσης | valeur d'une caractéristique au point de fonctionnement |
ηλεκτρόδιο για την εξαίρεση ενός ιστικού κώνου,όπως η μερική εκτομή του αυχένος της μήτρας | électrode à conisation |
θέρμανση η οποία πραγματοποιείται στον συντονισμό των κυκλοτρονικών ηλεκτρονίων | chauffage à la résonnancerésonancegyromagnétique des électrons |
θέρμανση η οποία πραγματοποιείται στον συντονισμό των κυκλοτρονικών ηλεκτρονίων | chauffage à la résonnancerésonancecyclotron des électrons |
ισχύς η οποία απαιτείται από παράσιτη αντίσταση | puissance de trâinée parasite |
κατάταξις συμφώνως προς την αντίστασιν ή συμφώνως προς την αντοχήν | classement par résistance |
κινηματικόν φορτίον,ή αντιπροσωπευτικόν φορτίον ταχύτητος | hauteur dynamique |
κινηματικόν φορτίον,ή αντιπροσωπευτικόν φορτίον ταχύτητος | charge dynamique |
κινητικότης ροής,ή λόγος ταχύτητος-φορτίου | caractéristique cinétique d'un écoulement |
κομβικό ή οξώδες σημείον | point nodal |
κορυφογραμμή,ή ράχις | ligne de crête |
κόλλα με βάση την καζε ίνη ή κόλλα καζε ίνης | adhésif à base de caséine |
κόλλα με βάση την καζε ίνη ή κόλλα καζε ίνης | colle à la caséine |
κόλλα με βάση την καζε ίνη ή κόλλα καζε ίνης | colle de caséine |
κόλλα με βάση την καζε ίνη ή κόλλα καζε ίνης | adhésif caséine |
λειτουργία αντλίας χωρίς ή με μειωμένη ποσότητα υγρού | marche à sec |
λογισμικό δισδιάστατης ή τρισδιάστατης εξόδου ροής | logiciel d'écoulement 2D ou 3D visqueux |
μετάδοσις της θερμότητος ή του ηλεκτρισμού | convection |
μολυσμένο ή ακτινοβολημένο περιβάλλον | environnement contaminé ou irradié |
ξηρασία ή ανομβρία | sécheresse |
παραμένουσα ώση ή δύναμη | poussée résiduelle |
πηγάδι με τσιμεντένια ή τούβλινα τοιχώματα | puits foncé |
πλάκα με επίπεδες επιφάνειες ή με επίπεδες και παράλληλες επιφάνειες | plaque à faces planes et plan-parallèles |
πλατό απλής ή διπλής κλίσης | plateau à simpleou doubleinclinaison |
προσωπικό δοσίμετρο ή μετρητής έκθεσης φωτοφωταύγειας | exposimètre individuel à photoluminescence |
προσωπικό δοσίμετρο ή μετρητής έκθεσης φωτοφωταύγειας | dosimètre individuel à photoluminescence |
ρύθμιση πτερυγίων διαχυτήρα ή ρύθμιση πτερυγίων καθοδήγησης | réglage des aubes de diffuseur |
ρύθμιση πτερυγίων διαχυτήρα ή ρύθμιση πτερυγίων καθοδήγησης | réglage des ailettes de diffuseur |
σταθμοδείκτης για ανοικτές δεξαμενές νερού ή για κανάλια | indicateur de niveau pour bassins et canaux ouverts |
στεγανοποιητική άκρη ή στεγανοποιητική αιχμή | arête d'étanchéité |
στερεό ή μικτό υλικό U/Pu με αιχμές | test pur ou mixte U/Pu |
συνοχή ή συνάφεια | cohésion |
συντελεστής ελαχίστου φορτίου λειτουργίας αυτομάτων ή ημιαυτομάτων ρυθμιστών σταθεράς ή ημισταθεράς παροχής | taux de la charge minimum de fonctionnement |
συστατικόν προς αύξησιν όγκου ή βάρους | charge technique |
σωληνωτό πηγάδι ή οπή | puits tubé |
σύνθετη αντίσταση ή αγωγιμότητα | immittance |
ταχύτης ανασχηματισμού ή άλματος | célérité |
τηλεσκόπια με ηλεκτρονικό ενισχυτή για υπέρθυρο ή εναπομένον φως | téléscope avec amplificateur électronique pour lumière infrarouge ou lumière résiduaire |
το διαμέτρημα,η οπή που λαμβάνει την μορφή ενός οχτώ | alésage en forme de huit |
το διαμέτρημα,η οπή που λαμβάνει την μορφή ενός οχτώ | alésage en huit |
το διαμέτρημα,η οπή που λαμβάνει την μορφή ενός οχτώ | alésage double |
χώρος όπου πραγματοποιείται η τήξη | aire de fusion |
ύδωρ άνωθεν εδάφους ή πετρώματος αενάως παγωμένου | eau au-dessus du pergélisol |
ύδωρ κάτωθεν εδάφους ή πετρώματος αενάως παγωμένου | eau au-dessous du pergélisol |