Subject | Greek | German |
gen. | άδεια διαµονής ενιαίου τύπου | einheitliche Gestaltung des Aufenthaltstitels |
agric. | άλλα φρούτα τύπου χαμοκεράσων,μούρων κλπ. | sonstige Beeren |
agric. | άροτρο διασκελιστικού τύπου για καλλιέργεια της λωρίδας του εδάφους κάτω από τα κλήματα της αμπέλου | Portal-Stockräumerpflug |
obs., transp., tech. | έγκριση ΕΚ τύπου | EU-Typgenehmigung |
gen. | έγκριση τύπου | allgemeine Betriebserlaubnis |
gen. | αίθουσα τύπου | Pressezentrum |
chem., el. | αεριογόνος συσκευή τύπου κυκλώνα | Wirbelkammerreaktor |
energ.ind., mech.eng. | αεροκινητήρας τύπου Venturi | ummantelte Windturbine |
energ.ind., mech.eng. | αεροκινητήρας τύπου Venturi | Leitrad-Windturbine |
energ.ind., mech.eng. | αιολική μηχανή τύπου κυλιόμενου τάπητα | Segelwagen |
med., tech. | αμαξάκι τύπου πολυθρόνας | Rollstuhl |
energ.ind. | ανάπτυξη σύστημα με στοιχεία καυσίμου τύπου | Festpolymer-Brennstoffzelle |
tech. | ανάστροφη αλυσίδα οδοντωτού τύπου | geräuschlose Zahnkette |
chem. | αναδευτήρας πλανητικού τύπου | Planeten-Ruehrwerk |
chem. | αναδευτήρας τύπου κυκλώνα | Trommelkreiselrührer |
chem. | αναδευτήρας τύπου κυκλώνα | Zyklonrührer |
chem. | αναδευτήρας τύπου κυκλώνα | Elkato-Korbkreiselrührer |
chem. | αναμίκτης τύπου τουρμπίνας | Kreiselmischer |
chem. | αναμικτήρας με πτερύγια τύπου ουράς ψαριού | Fischschwanzkneter |
chem. | αναμικτήρας με πτερύγια τύπου ουράς ψαριού | Flossenkneter |
chem. | αναμικτήρας με πτερύγια τύπου ουράς ψαριού | Doppelnabenkneter |
gen. | Αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου | stellvertretender Sprecher |
gen. | αναπνευστικό φίλτρο τύπου P1 για αδρανή σωματίδια | P1-Filter für inerte Partikel |
gen. | αναπνευστικό φίλτρο τύπου P2 για επιβλαβή σωματίδια | P2-Filter für schädliche Partikel |
gen. | αναπνευστικό φίλτρο τύπου A/P2 για οργανικούς ατμούς και επιβλαβείς σκόνες | Atemschutzgerät mit A/P2-Filter für organische Dämpfe und schädlichen Staub |
gen. | αναπνευστικό φίλτρο τύπου P3 για τοξικά σωματίδια | P3-Filter für toxische Partikel |
med. | αναπνοή τύπου Kussmaul | Fischmaulatmung |
med. | αναπνοή τύπου Kussmaul | Azidoseatmung |
med. | αναπνοή τύπου Cheyne-Stokes | periodische Atmung |
med. | αναπνοή τύπου Cheyne-Stokes | Cheyne-Stokes Atmung |
chem. | ανεστραμμένος κυκλώνας τύπου Warmain | Warmain-Cyklosizer |
med. | ανθρώπινος λεμφοτρόπος ιός Τ-κυττάρων τύπου III | HIV-I-Virus |
med. | ανθρώπινος λεμφοτρόπος ιός Τ-κυττάρων τύπου III | humanes T-Zell-lymphotropes-Virus Typ III |
med. | ανθρώπινος λεμφοτρόπος ιός Τ-κυττάρων τύπου III | LAV |
med. | ανθρώπινος λεμφοτρόπος ιός Τ-κυττάρων τύπου III | HTLV-III |
med. | ανθρώπινος λεμφοτρόπος ιός Τ-κυττάρων τύπου III | HIV-1 |
med. | ανθρώπινος λεμφοτρόπος ιός Τ-κυττάρων τύπου III | humanes Immundefizienzvirus-1 |
med. | ανθρώπινου τύπου | Humanus-Typ |
med. | ανοσία κυτταρικού τύπου | zelluläre Immunität |
med. | ανοσία κυτταρικού τύπου | zellvermittelte Immunität |
med. | αντίδραση αναφυλακτικού τύπου | anaphylaktische Reaktion |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας επιβραδυνομένου τύπου | Überempfindlichkeitsreaktion vom verzögerten Typ |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας επιβραδυνομένου τύπου | Hypersensibilitätsreaktion vom Typ IV |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας επιβραδυνομένου τύπου | Überempfindlichkeitsreaktion vom Typ IV |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας επιβραδυνομένου τύπου | Hypersensibilitätsreaktion vom verzögerten Typ |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου I | Überempfindlichkeitsreaktion vom Typ I |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου II | Überempfindlichkeitsreaktion vom Typ II |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου III | Überempfindlichkeitsreaktion vom Typ III |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου III | Hypersensibilitätsreaktion vom Typ III |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου II | Hypersensibilitätsreaktion vom Typ II |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου IV | Überempfindlichkeitsreaktion vom Typ IV |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου IV | Hypersensibilitätsreaktion vom Typ IV |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου IV | Überempfindlichkeitsreaktion vom verzögerten Typ |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου IV | Hypersensibilitätsreaktion vom verzögerten Typ |
med. | αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου I | Hypersensibilitätsreaktion vom Typ I |
med. | αντιδραστήρας μικτού τύπου | Mischreaktor |
gen. | αντιδραστήρας τύπου πισίνας | Schwimmbadreaktor |
mater.sc. | αντλιοφόρο πυροσβεστικό όχημα τύπου "τριπλού συνδυασμού" | Tankloeschfahrzeug |
med. | ανωμαλίες τύπου ισοχρωματίδηςκενά,θραύσματα,αμοιβαίες μετατοπίσεις | Isochromatiden-Aberration |
med., life.sc. | ανωμαλίες χρωμοσωματικού τύπου | Aberration vom Chromosomen-Typ |
gen. | απάτη τύπου carrousel | Karussellbetrug |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου II | Glykogenose Typ II |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου III | Glykogenspeicherkrankheit Typ III |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου III | Glykogenose Typ III |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου II | Pompe-Krankheit |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου IV | Glykogenspeicherkrankheit Typ IV |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου VI | Glykogenspeicherkrankheit Typ VI |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου VI | Hers-Krankheit |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου VI | Glykogenose Typ VI |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου V | McArdle-Schmid-Pearson-Syndrom |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου V | McArdle-Syndrom |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου V | Glykogenose Typ V |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου V | Glykogenspeicherkrankheit Typ V |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου IV | Andersen-Krankheit |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου IV | Glykogenose Typ IV |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου III | Cori-Krankheit |
med. | αποθηκευτικό νόσημα γλυκογόνου τύπου II | Glykogenspeicherkrankheit Typ II |
agric. | αποπτερωτική μηχανή ξηρού τύπου | Trockenrupfmaschine |
agric. | αποπτερωτική μηχανή υγρού τύπου | Nassrupfmaschine |
gen. | απόκομμα τύπου | Zeitungsausschnitt |
agric. | αραιωτική μηχανή τύπου "φρέζας" | Auslichter mit rotierenden Messern |
agric. | αραιωτική μηχανή τύπου "φρέζας" | Sternausdünner |
agric. | αραιωτική μηχανή τύπου "φρέζας" | Auslichter mit Zinkenstern |
agric., construct. | αρδευτικόν δίκτυον νέου τύπου Ε.Σ.Σ.Δ. | neues Bewaesserungsverfahren in der Sowjetunion |
med. | αρσενικό φυσικού τύπου | Wildtypmännchen |
gen. | ασκήσεις τύπου CMX | CMX-artige Übung |
med. | αυξητικός παράγοντας τύπου ινσουλίνης | insulinähnlicher Wachstumsfaktor |
med. | αυξητικός παράγοντας τύπου ινσουλίνης | IGF |
med. | αυξητικός παράγοντας τύπου ινσουλίνης | Insulinlike-Wachstumsfaktor |
agric. | αφρώδης οίνος ποιότητας αρωματικού τύπου | aromatischer Qualitätsschaumwein |
agric. | αφρώδης οίνος ποιότητας που παράγεται σε καθορισμένη περιοχή, αρωματικού τύπου | aromatischer Qualitätsschaumwein bestimmter Anbaugebiete |
mater.sc., mech.eng. | βαλβίδα με παρεμβύσματα τύπου φυσητήρα | Faltenbalgventil |
chem., el. | βαλβίδα τύπου Υ | Schrägsitzventil |
chem., el. | βαλβίδα τύπου Υ | Durchgangsventil mit schrägem Oberteil |
tech. | βεβαίωση "EK" αρχικής δοκιμής τύπου | EG-Bescheinigung der Erstprüfung |
gen. | βενζίνη τύπου AVTAG | Turbinenkrafstoff JP-4 |
gen. | βενζίνη τύπου AVTAG | Düsenkraftstoff JP-4 |
gen. | Βοηθός εκπροσώπου Τύπου | Assistent des Sprechers |
agric., food.ind. | βύνη τύπου Mονάχου | Muenchner Malz |
agric., food.ind. | γάλα τύπου UHT | UHT-Milch |
agric., food.ind. | γάλα τύπου UHT | ultrahocherhitzte Milch |
agric., food.ind. | γάλα τύπου UHT | uperisierte Milch |
agric., food.ind. | γάλα τύπου UHT | H-Milch |
med. | GM₂ γαγγλιοσίδωση τύπου If | Tay-Sachs-Syndrom |
med. | GM₂ γαγγλιοσίδωση τύπου If | infantile GM₂-Gangliosidose |
med. | GM₂ γαγγλιοσίδωση τύπου If | Morbus Tay-Sachs |
med. | GM₂ γαγγλιοσίδωση τύπου If | GM₂-Gangliosidose Typ If |
med. | GM₂ γαγγλιοσίδωση τύπου If | Tay-Sachs-Krankheit |
agric., food.ind. | γαλάκτωμα του τύπου ύδωρ εντός των λιπαρών ουσιών του γάλακτος | Emulsion Wasser in Milchfette |
agric., mech.eng. | γεννήτρια θερμού αέρα παντός τύπου καυσίμου ή πηγής ενέργειας | Lufttanwaermegeraet fuer alle Energiearten |
med. | γλυκογόνωση τύπου II | Glykogenose Typ II |
med. | γλυκογόνωση τύπου III | Glykogenose Typ III |
med. | γλυκογόνωση τύπου IV | Glykogenose Typ IV |
med. | γλυκογόνωση τύπου V | McArdle-Syndrom |
med. | γλυκογόνωση τύπου VI | Hers-Krankheit |
med. | γλυκογόνωση τύπου VI | Glykogenspeicherkrankheit Typ VI |
med. | γλυκογόνωση τύπου VI | Glykogenose Typ VI |
med. | γλυκογόνωση τύπου V | McArdle-Schmid-Pearson-Syndrom |
med. | γλυκογόνωση τύπου V | Glykogenose Typ V |
med. | γλυκογόνωση τύπου V | Glykogenspeicherkrankheit Typ V |
med. | γλυκογόνωση τύπου IV | Andersen-Krankheit |
med. | γλυκογόνωση τύπου IV | Glykogenspeicherkrankheit Typ IV |
med. | γλυκογόνωση τύπου III | Cori-Krankheit |
med. | γλυκογόνωση τύπου III | Glykogenspeicherkrankheit Typ III |
med. | γλυκογόνωση τύπου II | Pompe-Krankheit |
med. | γλυκογόνωση τύπου II | Glykogenspeicherkrankheit Typ II |
med. | δασυτριχισμός των γυναικών ανδρικού τύπου | Hirsutismus |
med. | δασυτριχισμός των γυναικών ανδρικού τύπου | Barba virilis (barba virilis) |
gen. | διάσκεψη τύπου | Pressekonferenz |
chem., met. | διαβρέκτες τύπου αλκυλ-αρυλ-πολυγλυκολαιθέρα | Netzmittel vom Typ der Alkyl-Aryl-Polyglycolaether |
tech., chem. | διαθλασίμετρο τύπου Abbe | Abbe-Refraktometer |
med. | διαμαρτία Chiari τύπου 3 | Missbildung Chiari III |
med. | διαμαρτία Chiari τύπου 2 | Missbildung Chiari II |
med. | διαμαρτία Chiari τύπου 1 | Chiari-I-Malformation |
agric. | διανομέας φυγοκεντρικού τύπου | Schleuder-Düngerstreuer |
agric. | διανομέας φυγοκεντρικού τύπου | Zentrifugalstreuer |
agric. | διανομέας φυγοκεντρικού τύπου | Kreiselstreuer |
chem. | διαχωριστής υγρασίας τύπου CHEVRON | Grobwasserabscheidevorrichtung |
chem. | διαχωριστής υγρασίας τύπου CHEVRON | Grobwasserabscheider |
chem. | διεγερτικά τύπου αμφεταμινών | Amphetaminderivat |
chem. | διεγερτικά τύπου αμφεταμινών | Amphetaminabkömmling |
gen. | Διεθνής Ταξινόμηση Τύπου κατά βιομηχανία όλων των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας | Internationale Systematik der wirtschaftlichen Tätigkeiten |
gen. | Διεθνής Ταξινόμηση Τύπου κατά βιομηχανία όλων των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας | Internationale Systematik der Wirtschaftszweige |
agric. | Διεπαγγελματική Επιτροπή των Φυσικών Γλυκών Οίνων και των Οίνων Τύπου Λικέρ Ονομασίας Προέλευσης | Branchenübergreifender Ausschuss für natürliche Süßweine und Likörweine mit kontrollierter Ursprungsbezeichnung |
gen. | διεύθυνση της διοίκησης των αντιπροσωπειών και των γραφείων τύπου και πληροφοριών | Direktion "Verwaltung der Delegationen und der Büros" |
chem., el. | δικλείδα ολίσθησης παραλλήλων εδρών και διαφράγματος τύπου ίριδας | Irisblendenschieber |
mater.sc., construct. | δικλείδα τύπου πεταλούδας στρεπτή περί οριζόντιο άξονα | Drehschuetz mit horizontaler Drehaxe |
chem. | διογκωμένο υλικό τύπου "σάντουϊτς" | Schaumstoff-Schichtstoff |
tech., chem. | διορθωτής τύπου Smith-Hiefje | Smith-Hieftje-Korrektur |
agric. | διπλή σειρά καναδικού τύπου | kanadische Doppelstand-Aufstallung |
agric. | δισκοσβάρνα βαρέος τύπου | schwere Scheibenegge |
agric. | δισκοσβάρνα ελαφρού τύπου | leichte Scheibenegge |
tech., el. | δοκιμαστική κλήση τύπου 1 | Testanruf vom Typus 1 |
tech., el. | δοκιμαστική κλήση τύπου συνδρομητή προς συνδρομητή | Testanruf von Typus Teilnehmer zu Teilnehmer |
construct. | δοκός τύπου χαλύβδινου κιβωτίου και πλάκες προχυμένου οπλισμένου σκυροδέματος | Stahlhohlkastentraeger und Stahlbetonfertigplatten |
med. | δοχείο τύπου αεροζόλ | Spraydose |
med. | δυστροφία κερατοειδούς Groenouw τύπου II | fleckförmige Homhautdystrophie |
med. | δυστροφία κερατοειδούς Groenouw τύπου II | fleckige Dystrophie |
med. | δυστροφία κερατοειδούς Groenouw τύπου II | Makuladystrophie |
med. | δυστροφία κερατοειδούς Groenouw τύπου II | fleckige Hornhautdystrophie |
med. | δυστροφία κερατοειδούς Groenouw τύπου II | makuläre Dystrophie |
agric. | δόντι καλλιεργητή βαρέος τύπου | Tiefgrubberzinken |
tech., mech.eng. | εθνική έγκριση τύπου | Betriebserlaubnis mit nationaler Geltung |
med., health., anim.husb. | ΕLΙSΑ τύπου σάντουιτς | Sandwich-ELISA-Test |
agric., construct. | εκθαμνωτής κυλινδρικού τύπου | Hackwalze |
agric., construct. | εκθαμνωτής κυλινδρικού τύπου | Gestrüppwalze |
gen. | Εκπρόσωπος Τύπου | Sprecher |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | Chisel |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | schwerer Tiefgrubber |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | Unterbodenlockerer |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | Wühlgrubber |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | Tiefwühlgrubber |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | Tiefgrubber |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | Tiefenlockerer |
agric. | εκριζωτής βαρέος τύπου | Bodenmeißel |
agric., mech.eng. | εκτοξευτής αυτόματης μετακίνησης διασκελιστικού τύπου | Selbstfahrender Stelzradregner |
gen. | ελάττωμα που εμφανίστηκε κατά τη χύτευση σε τύπους | beim Formguss entstandener Fehler |
med. | ελλιπή αντισώματα κρύου τύπου | inkompletter Kälte-Antikörper |
gen. | ενέργεια υπέρ του γραπτού τύπου | Massnahme zugunsten der Zeitungspresse |
med. | ενζυμική ανοσοπροσροφητική ανάλυση τύπου σύλληψης | Capture-ELISA |
med. | ενζυμική ανοσοπροσροφητική ανάλυση τύπου σύλληψης | Sandwich-ELISA |
med. | ενζυμική ανοσοπροσροφητική ανάλυση τύπου σύλληψης | Capture-Enzymgekoppelter Immunadsorptionstest |
med. | εξειδίκευση κυτταρικού τύπου | Zelltypspezifität |
construct. | επένδυσις δι'ολισθαίνοντος τύπου | Auskleidung mittels Gleitschalung |
construct. | επένδυσις τύπου σάντουϊτς διά πλακιδίων | Ziegelsteinbefestigung mit Zwischenlage |
med. | επίδεσις τύπου BARWELL | Barwell Schlinge |
med. | επιθήλιο αναπνευστικού τύπου | respiratorisches Epithel |
med. | εργασία τύπου Α | Arbeitsgang des Typs A |
med. | εργασία τύπου Β | Arbeitsgang des Typs B |
energ.ind., el. | ηλεκτρολύτης του τύπου με στερεά πολυμερή | Festpolymer-Elektrolysegerät |
med. | θέση γεννητικού τύπου | Mating-Typ Locus |
med. | θέση γεννητικού τύπου | Paarungstyp-Genort |
tech., industr., construct. | θέση καλαθιού τύπου διάστρας αδελφωτικής και στριπτικής μηχανής με δακτυλίδι | Kettbaumgestell einer Ringzwirnmaschine |
med. | θέση συζευκτικού τύπου | Mating-Typ Locus |
med. | θέση συζευκτικού τύπου | Paarungstyp-Genort |
agric. | θερινοί τύποι | Sommerformen |
chem., el. | θερμιδόμετρο τύπου Cutler-Hammer | Kalorimeter mit Luft als Wärmeträger |
chem., el. | θερμιδόμετρο τύπου Junkers | Kalorimeter mit Wasserdurchfluß |
mater.sc., construct. | θυρόφραγμα τύπου πεταλούδας στρεπτό περί οριζόντιο άξονα | Drehschuetz mit horizontaler Drehaxe |
med. | ιδιοσυστατικοί τύποι του Grauvogl | Grauvogl Typen |
agric., construct. | ιχθυοδίοδος τύπου Landmark | Landmark-Fischweg |
agric., construct. | ιχθυοδίοδος τύπου Cail | Cail-Fischweg |
agric., construct. | ιχθυοδίοδος τύπου Denil | Denil-Fischweg |
med. | ιός ανοσοανεπάρκειας ανθρώπου τύπου 2 | erworbenes Immunodefizienzvirus Typ 2 |
med. | ιός λευχαιμίας Τ-κυττάρων του ανθρώπου,τύπου IV | T-Zell Leukämievirus Typ 4 |
med. | ιός λευχαιμίας Τ-κυττάρων του ανθρώπου,τύπου Ι | menschliches T-Zell Leukämievirus Typ 1 |
med. | ιός λευχαιμίας Τ-κυττάρων του ανθρώπου,τύπου ΙΙ | T-Zell Leukämievirus Typ 2 |
med. | ιός τύπου Β της ιαπωνικής εγκεφαλίτιδας | Japonica-B-Virus |
med. | ιός τύπου Β της ιαπωνικής εγκεφαλίτιδας | Japan-B-Enzephalitis-Virus |
med. | ιός τύπου Β της ιαπωνικής εγκεφαλίτιδας | JBE-Virus |
med. | ιός τύπου Β της ιαπωνικής εγκεφαλίτιδας | Herbstenzephalitis-Virus |
chem. | κάλυμμα τύπου τέντας | zeltförmige Überdachung |
chem. | κάλυμμα τύπου τέντας | Zeltdachkonstruktion |
chem. | καλάνδρα τύπου F | Vierwalzenkalander in F-Form |
chem. | καλάνδρα τύπου F | Kalander in F-Form |
chem. | καλάνδρα τύπου F | F-Kalander |
chem. | καλάνδρα τύπου αντεστραμμένου L | Vierwalzenkalander in F-Form |
chem. | καλάνδρα τύπου αντεστραμμένου L | Kalander in F-Form |
chem. | καλάνδρα τύπου αντεστραμμένου L | F-Kalander |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | Chisel |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | schwerer Tiefgrubber |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | Tiefgrubber |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | Unterbodenlockerer |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | Wühlgrubber |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | Tiefwühlgrubber |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | Tiefenlockerer |
agric. | καλλιεργητής βαρέος τύπου | Bodenmeißel |
agric. | καλλιεργητής ελαφρού τύπου με άκαμπτα δόντια | leichter Grubber mit starren Zinken |
agric. | καλλιεργητής ελαφρού τύπου με άκαμπτα δόντια | Extirpator |
agric. | καλλιεργητής καναδικού τύπου | Grubber mit C-Zinken |
agric. | καλλιεργητής με στήριγμα τύπου "πόδι πάπιας" | Kultivator mit Gänsefußscharen |
agric. | καλλιεργητής πλανητικού τύπου | Vielfachgerät |
agric. | καλλιεργητής σταυροειδούς τύπου | Querhackmaschine |
mater.sc. | καταδυτικό σκάφανδρο βαρέος τύπου | schweres Tauchgeraet |
mater.sc. | καταδυτικό σκάφανδρο βαρέος τύπου | Pioniertauchgeraet |
mater.sc. | καταδυτικό σκάφανδρο ελαφρού τύπου | leichtes Tauchgeraet |
mater.sc. | καταδυτικό σκάφανδρο ελαφρού τύπου | Badetauchretter |
construct. | κατασκευή ενοποιημένου τύπου | Einheitsbauart |
med. | καψική ημιπληγία τύπου W.-M | Kapsuläre H. |
med. | καψική ημιπληγία τύπου W.-M | W.-M.Lähmung oder Prädiklektionparese |
med. | καψική ημιπληγία τύπου W.-M | Hemiplegie Typ Wernicke-Mann |
med. | κεράτωσις λοιμώδους αιτιολογίας του τύπου Morrow-Brooke | Keratosis follicularis acneiformis (keratosis follicularis acneiformis, keratosis follicularis contagiosa type Morrow-Brooke) |
med. | κεράτωσις λοιμώδους αιτιολογίας του τύπου Morrow-Brooke | Morrow-Brooke-Syndrom (keratosis follicularis acneiformis, keratosis follicularis contagiosa type Morrow-Brooke) |
med. | κεράτωσις λοιμώδους αιτιολογίας του τύπου Morrow-Brooke | Morrow-Brooke acneiformis (keratosis follicularis acneiformis, keratosis follicularis contagiosa type Morrow-Brooke) |
med. | κεράτωσις λοιμώδους αιτιολογίας του τύπου Morrow-Brooke | Keratosis follicularis acneiformis Typ Morrow-Brooke (keratosis follicularis acneiformis, keratosis follicularis contagiosa type Morrow-Brooke) |
med. | κερατοδερμία τύπου Papillon LefΛvre | Papillon-Lefèvre-Syndrom |
med. | κερατοδερμία τύπου Papillon LefΛvre | Keratodermie Typ Papillon Lefèvre |
med. | κλειτοριδεκτομή τύπου Ι | Sunna-Beschneidung |
med. | κλειτοριδεκτομή τύπου Ι | Klitoridotomie |
med. | κληρονομικοί τύποι του Drinkwater | Drinkwater Typen |
tech., industr., construct. | κλιπ τύπου σφύρας | Hammerkluppe |
obs., transp., tech. | κοινοτική έγκριση τύπου | EU-Typgenehmigung |
med. | κοινότητα οικογενειακού τύπου | familienähnliche Gemeinschaft |
tech., industr., construct. | κοπή με συσκευή τύπου γκιλοτίνας | Planschneiden |
chem., el. | κρυσταλλική δομή τύπου χωροκεντρωμένου κυβικού | raumzentrierter kubischer Kristallaufbau |
agric. | κυκλικό πτηνοτροφείο ιαπωνικού τύπου | japanisches Geflügelrundhaus |
mater.sc., mech.eng. | κωδικοποιητής τύπου περιστροφικής εισόδου | Drehwinkelgeber |
tech., industr., construct. | κύλινδρος τεντώματος ελικοειδούς τύπου | Breitstreckwalze |
med. | κώφωση τύπου αγωγιμότητας | Schallleitungsschwerhörigkeit |
med. | κώφωση τύπου αγωγιμότητας | Schalleilungstaubheit |
med. | λαβίδα νεφρικού μίσχου τύπου Blum | Blum Nierenstielklemme |
med. | λαμπτήρας φθορισμού γενικής χρήσης λευκού τύπου | fluoreszierende Lampe vom Typ Universalweiß |
med. | λειεγγεφαλία τύπου 2 | Lissenzephalie Typ II |
construct. | λεκάνη ηρεμίας τύπου SAF | S.A.F.-Becken |
construct. | λεκάνη ηρεμίας τύπου Bhavani | Bhavani-Tosbecken |
med. | λεμφοτροπικός ιός Τ-κυττάρων ανθρώπου,τύπου ΙΙΙ | T-Zell Leukämievirus Typ 3 |
agric. | λόγχη τύπου σκούπας | Mehrdüsenaufsatzstück |
med. | μανία ελαφρού τύπου | Hypomanie |
med. | μεμβρανοϋπερπλαστική σπειραματονεφρίτιδα τύπου II | MPGN Typ II |
med. | μεμβρανοϋπερπλαστική σπειραματονεφρίτιδα τύπου I | MPGN Typ I |
med. | μεμβρανοϋπερπλαστική σπειραματονεφρίτιδα τύπου I | membranoproliferative Glomerulonephritis Typ I |
med. | μεμβρανοϋπερπλαστική σπειραματονεφρίτιδα τύπου II | membranoproliferative Glomerulonephritis Typ II |
med. | ΜΕΝ τυπου I | multiple endokrine Neoplasie Typ I |
med. | ΜΕΝ τυπου I | MEN-Typ I |
med. | ΜΕΝ τυπου I | Wermer-Syndrom |
tech. | μεταλλικό μανόμετρο τύπου Bourdon που χρησιμοποιείται σαν συσκευή ένδειξης θερμοκρασίας | federelastischer Druckmesser als Anzeigegeraet |
med. | μετατόπιση τύπου c-t | Zentromer-Telomer-Translokation |
med. | μετατόπιση τύπου Χ-αυτοσωματικό | X-Autosomentranslokation |
tech. | μετρητής ξηρού τύπου | Trockenlaeufer |
tech., construct. | μετρητής ύδατος τύπου Dethridge | Dethridge-Messer |
med. | μη διαπυητική υποδερματίτις του τύπου Rothman-Makai | Panniculitis non suppurativa Typ Makai-Rothman |
med. | μη διαπυητική υποδερματίτις του τύπου Rothman-Makai | Lipogranulomatosis subcutanea |
agric. | μηχανή αναστροφής κομμένων λωρίδων χόρτου τύπου "με σβούρες" | Spinn-Rechwender |
agric. | μηχανή αναστροφής κομμένων λωρίδων χόρτου τύπου "με σβούρες" | Kreiselzettwender |
agric. | μηχανή διαμόρφωσης της σοκολάτας σε τύπους | Maschine zum Formen von Schokolade |
chem., mech.eng. | μηχανή εφυάλωσης τύπου καταρράκτη | Wasserfallmaschine |
agric. | μηχανή καταστροφής υπεργείων φυτικών τμημάτων κυλινδρικού τύπου | Krautrupfer |
agric. | μηχανή καταστροφής υπεργείων φυτικών τμημάτων κυλινδρικού τύπου | Kartoffelkrautzieher |
tech., industr., construct. | μηχανή τύπου Fourdrinier | Langsiebpapiermaschine |
tech., industr., construct. | μηχανή τύπου Fourdrinier | System Fourdrinier |
tech., industr., construct. | μηχανή τύπου Fourdrinier | Langsiebmaschine |
tech., industr., construct. | μηχανή τύπου βαμβακιού με διπλό στρώμα | zweifonturige Kulierwirkmaschine System "Cotton" |
tech., industr., construct. | μηχανισμός τάνυσης νήματος τύπου πύλης | Umschlingung des Fadenspanners |
med. | μονοκυτταρική λευχαιμία τύπου Naegeli | Monozytenleukämie Typ Nägeli |
med. | μονοκυτταρική λευχαιμία τύπου Naegeli | Monozytenleukämie Typ M4 |
med. | μορφολογικοί τύποι | Körperbautypen |
med. | ΜΥΣΝ τύπου I | membranoproliferative Glomerulonephritis Typ I |
med. | ΜΥΣΝ τύπου I | MPGN Typ I |
med. | ΜΥΣΝ τύπου II | MPGN Typ II |
med. | ΜΥΣΝ τύπου II | membranoproliferative Glomerulonephritis Typ II |
agric. | ν.m.q.p.r.d., αρωματικού τύπου | aromatischer Qualitätsschaumwein bestimmter Anbaugebiete |
med. | νωτιαία μυϊκή ατροφία τύπου 1 | SMA Typ 1 |
med. | νωτιαία μυϊκή ατροφία τύπου 1 | Werdnig-Hoffmann-Syndrom |
med. | νωτιαία μυϊκή ατροφία τύπου 1 | spinale Muskelatrophie Typ 1 |
med. | νωτιαία μυϊκή ατροφία τύπου 1 | infantile spinale Muskelatrophie |
med. | νωτιαία μυϊκή ατροφία τύπου 1 | Werdnig-Hoffmann-Krankheit |
med. | νόσος Crigler-Najjar τύπου If | idiopathische Hyperbilirubinämie |
med. | νόσος Crigler-Najjar τύπου If | kongenitaler familiärer nichthämolytischer Ikterus |
med. | νόσος Crigler-Najjar τύπου If | Crigler-Najjar-Syndrom Typ I |
tech., industr., construct. | ξάκρισμα με συσκευή τύπου γκιλοτίνας | Kantenbeschneiden |
agric. | ξηραντήρας σουηδικού τύπου | Schwedenreuter |
agric. | ξηραντήρας σουηδικού τύπου | Stellwandreuter |
agric. | ξηραντήρας σουηδικού τύπου | Drahtreuter |
chem., met. | ξηραντήριο τύπου γόνδολας | Schaukeltrockner |
chem., met. | ξηραντήριο τύπου θαλάμου | Kammertrockner |
agric., food.ind. | οίνος τύπου vin de liqueur | Likörwein |
med. | οθόνη ραντάρ τύπου Μ | M-Bildschirm |
agric. | οι μηχανές πάχυνσης νεοσσών τύπου κώδωνα,αιωρούνται σε μικρή απόσταση από το δάπεδο | in Bodennaehe aufgehaengte Schirmglucken fuer das Kuekenaufzuchtheim |
med. | οικογενής υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου III | familiäre Hyperlipoproteinämie Typ III |
med. | οικογενής υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου III | Broad-Beta-Disease |
med. | οικογενής υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου III | familiäre Dysbetalipoproteinämie |
chem., el. | ολοκληρωμένος συμπιεστής τύπου W | Motorverdichter in W-Bauart |
med. | ομάδα οικογενειακού τύπου | familienähnliche Gemeinschaft |
med. | οξεία αιμολυτική αναιμία τύπου Lederer | akute haemolytische Anaemie Typ Lederer |
med. | οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία τύπου L2 | akute Lymphoblastenleukämie Typ L2 |
med. | οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία τύπου L3 | akute Lymphoblastenleukämie Typ 3 |
med. | οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία τύπου L1 | akute Lymphoblastenleukämie Typ L1 |
med. | οξεία μυελοβλαστική λευχαιμία τύπου Μ1 | akute Myeloblastenleukämie Typ M1 |
med. | οργανισμός άγριου τύπου | nichtmutierter Organismus |
med. | οργανισμός άγριου τύπου | Wildtyporganismus |
med. | οργανισμός φυσικού τύπου | nichtmutierter Organismus |
med. | οργανισμός φυσικού τύπου | Wildtyporganismus |
chem., el. | οριζόντιος συμπιεστής αντιτιθεμένων εμβόλων τύπου Boxer | Hubkolbenverdichter in Boxerbauart |
chem., el. | οριζόντιος συμπιεστής αντιτιθεμένων εμβόλων τύπου Boxer | Boxerverdichter |
agric. | παγωτό ιταλικού τύπου | Softeis krem |
agric. | παστεριωτήρας τύπου σπιράλ | Spiralerhitzer |
med. | ΠΕΝ τυπου I | multiple endokrine Neoplasie Typ I |
med. | ΠΕΝ τυπου I | MEN-Typ I |
med. | ΠΕΝ τυπου I | Wermer-Syndrom |
gen. | πλοηγός τύπου SCHOTTEL | navigateur Schottel |
agric. | πνευματικός απογυμνωτής μυζητικού τύπου | pneumatische Pflückmaschine |
agric. | πνευματικός συλλέκτης μυζητικού τύπου | Sauggebläse |
agric. | πνευματικός συλλέκτης μυζητικού τύπου | Aufsammelgebläse |
med. | πνεύμονας τύπου μελισσοκηρήθρας | Zystenlunge |
med. | πνεύμονας τύπου μελισσοκηρήθρας | Wabenlunge |
med. | πνεύμονας τύπου μελισσοκηρήθρας | Honigwabenlunge |
med. | πολλαπλή ενδοκρινής νεοπλασία τυπου I | multiple endokrine Neoplasie Typ I |
med. | πολλαπλή ενδοκρινής νεοπλασία τυπου I | MEN-Typ I |
med. | πολλαπλή ενδοκρινής νεοπλασία τυπου I | Wermer-Syndrom |
gen. | πολύγραφος εκτογραφικού τύπου | Hektograph |
mater.sc., industr., construct. | πολύστρωμα τύπου "σάντουιτς" | Sandwichschichtstoff |
med., life.sc. | προκαλούμενη ανωμαλία τύπου χρωματίδης | Aberration vom Chromatid-Typ |
gen. | προσέλευση του Τύπου | Akkreditierung von Pressevertretern |
gen. | προϊστάμενος της Υπηρεσίας Τύπου και Πληροφοριών | Leiter der Presse-und Informationsdienstes |
chem. | προϊόντα τύπου αδρανούς υδροχλωρικού οξέος για απομάκρυνση των αλάτων | Kesselreiniger in Form von passivierter SalzsaeureChlorwasserstoffsaeure |
agric. | πρόσδεση ολλανδικού τύπου | Grabnerkette |
agric. | πρόσδεση ολλανδικού τύπου | Abwurfkette |
med. | πρότυποι χυχολογικοί τύποι | Anschauungstypen |
chem. | πυροκροτητής τύπου slapper | Slapperzünder |
chem. | ρητίνη για χύτευση σε τύπους | Formharz |
construct. | ρολλό βενετικού τύπου | Jalousie |
mater.sc., mech.eng. | σάκος τύπου "τεχνητός πνεύμονας" | Druckausgleichblase |
mater.sc., mech.eng. | σάκος τύπου "τεχνητός πνεύμονας" | künstliche Lunge |
mater.sc., mech.eng. | σάκος τύπου "τεχνητός πνεύμονας" | Atemsack |
med. | σακχαρώδης διαβήτης τύπου II | NIDDM |
med. | σακχαρώδης διαβήτης τύπου I | Diabetes mellitus Typ I |
med. | σακχαρώδης διαβήτης τύπου II | nichtinsulinabhängiger Diabetes mellitus |
med. | σακχαρώδης διαβήτης τύπου II | Diabetes mellitus Typ II |
med. | σακχαρώδης διαβήτης τύπου II | insulinresistenter Diabetes |
med. | σακχαρώδης διαβήτης τύπου I | IDDM |
med. | σακχαρώδης διαβήτης τύπου I | insulinabhängiger Diabetes mellitus |
tech., mater.sc. | σκληρομέτρηση τύπου Shore | Rückprallhärteprüfung |
tech., mater.sc. | σκληρομέτρηση τύπου Shore | Shorehärteprüfung |
tech., mater.sc. | σκληρομέτρηση τύπου Vickers | Härteversuch nach Vickers |
tech., mater.sc. | σκληρομέτρηση τύπου Vickers | Härteprüfung nach Vickers |
chem. | σκόνη για χύτευση σε τύπους | Formmasse |
agric. | σπαρτική μηχανή με δοσιμετρητή τύπου αυλακωτού κυλίνδρου | Schubraddrillmaschine |
agric. | σπαρτική μηχανή τύπου lister | Saatpflug Typ Lister |
med. | σποροτρίχωση τύπου Dore | Dore Sporotrichose |
med. | στέλεχος άγριου τύπου | Wildstamm |
agric. | σταβάρι τύπου "λαιμός κύκνου" | Bogengrindel |
construct. | σταθεροί τύποι | ortsfeste Schalung |
chem. | στεγνωτήρας τύπου Roto-Louvre | Roto-Louvre-Trockner |
chem. | στεγνωτήρας τύπου Roto-Louvre | Trommeltrockner mit besonderen Leitblechen |
chem. | στεγνωτήρας τύπου Roto-Louvre | Jalousietrockner |
chem. | στεγνωτήρας τύπου σπιράλ | Drallrohr-Trockner |
construct. | στόμιον εισροής τύπου κλιμακωτού υπερχειλιστού | Stufenwehreinlass |
construct. | στόμιον εισροής τύπου υπερχειλιστού | Ueberfalleinlass |
med. | συγκόλληση με συγκολλητίνες τύπου Ο | O-Agglutination |
chem., el. | συμπιεστής τύπου L | Hubkolbenverdichter in L-Bauart |
chem., el. | συμπιεστής τύπου V | Hubkolbenverdichter in V-Bauart |
agric. | συμπυκνωτής τύπου SCOOP | Scoop-Kondensator |
gen. | συμπύκνωμα τύπου αλκοόλης | Alkoholartiges Konzentrat |
med. | συνθετική πλάξ τύπου Βερολίνου | Berliner Plaettchen |
tech., industr., construct. | συσκευή ανοικτού τύπου με κυκλοφορία υγρού | offenes Waschapparat mit zirkulierender Flotte |
chem., el. | συσκευή απόδοσης οσμής τύπου φυσαλλίδας | Durchströmodorisator |
agric. | συσκευή διάσωσης τύπου παντελονιού | Hosenboje |
chem., el. | συσκευή τύπου C2 | Gasfeuerstätte vomn Typ C2 |
chem., el. | συσκευή τύπου C2 | Gasfeuerstätte für Anschluß an Luft/Abgas-Schornstein |
chem., el. | συσκευή τύπου Β | Gasverbrauchseinrichtung der Bauart B |
chem., el. | συσκευή τύπου Β | Gasverbrauchseinrichtung vom Typ B |
chem., el. | συσκευή τύπου Β | Gasfeuerstätte mit offener Verbrennungskammer |
gen. | συσκευασία βαρέως τύπου | widerstandsfähige Industrieverpackung |
mater.sc. | συσκευασία τύπου "μαξιλάρι" | Kissenverpackung |
mater.sc., el. | συσσωρευτής ατμού τύπου Ruth | Ruths-Speicheranlage |
med. | σωληνώδες αδένωμα ωοθήκης ορχικού τύπου | testikuläres tubuläres Ovarialadenom (adenoma tubulare testiculare ovarii) |
med. | σωματικοί τύποι | Körperbautypen |
agric. | σωσίβιο τύπου περισκελίδας | Hosenboje |
gen. | Σύμβουλος τύπου και πληροφοριών | Presse- und Informationsreferent |
mater.sc., mech.eng., el. | σύνδεσμος τύπου "bayonet" | Grömokupplung |
mater.sc., mech.eng., el. | σύνδεσμος τύπου "bayonet" | Bajonettverschluss |
mater.sc., mech.eng., el. | σύνδεσμος τύπου "bayonet" | Bajonettkupplung |
agric., mech.eng. | σύνδεσμος τύπου λαιμού κύκνου | Schwanenhalsbogen |
agric., mech.eng. | σύνδεσμος τύπου λαιμού κύκνου | Schwanenhals |
med. | σύνδρομο Crigler-Najjar τύπου I | idiopathische Hyperbilirubinämie |
med. | σύνδρομο Crigler-Najjar τύπου I | kongenitaler familiärer nichthämolytischer Ikterus |
med. | σύνδρομο Crigler-Najjar τύπου I | Crigler-Najjar-Syndrom Typ I |
agric. | σώμα τύπου κουτάλας | Pflugkörper für mittelschwere Bodenarten |
agric. | τεμαχισμός αγγλικού τύπου | englischer Schnitt FMC Standard |
agric. | τεμαχισμός γαλλικού τύπου | französischer oder Pariser Schnitt |
agric. | τεμαχισμός γερμανικού τύπου DLG | deutscher Schnitt nach DLG |
agric., met. | το συρματόπλεγμα αμερικάνικου τύπου,με μεγάλες τρύπες,δεν αρμόζει για φράκτης κατά των άγριων ζώων | das weitmaschige Knotengeflecht eignet sich nicht fuer einen Wildzaun |
agric. | τροφοδοτικός μηχανισμός αυλακωτού τύπου | Schubsärad |
med. | τρόπος μετάδοσης τύπου Ι | Typ I Übertragungsweg |
med. | τρόπος μετάδοσης τύπου ΙΙ | Typ II Übertragungsweg |
agric., industr. | τσιγάρο αμερικανικού τύπου | Blendzigarette |
agric., industr. | τσιγάρο αμερικανικού τύπου | Zigarette amerikanischer Geschmacksrichtung |
agric., industr. | τσιγάρο αμερικανικού τύπου | Amerikanische Zigarette |
agric. | τυρί τύπου glaris με χορταρικά | Schabziger |
agric. | τυρί τύπου glaris με χορταρικά | Glarner Kraeuterkaese |
agric. | τυρολέβητας ολλανδικού τύπου | Holländischer Käsekessel |
agric. | τυρόπηγμα μικτού τύπου | kombinierte Lab-und Säuregerinnung |
agric. | τυρόπηγμα μικτού τύπου | gemischte Säure-Labgerinnung |
agric. | τύμπανο τύπου ράσπας | Schlagleistentrommel |
gen. | τύποι κατάρρευσης | Einsturzarten |
agric., industr., construct. | τύποι πριστής ξυλείας | Schnittware |
energ.ind., nucl.phys. | τύποι πυρηνικών αντιδραστήρων | Reaktorbaulinie |
med. | τύποι της πυέλου | Beckenvariante |
gen. | τύπου Τσερνομπύλ-Βασιλείας | Tschernobasel |
agric. | υδροληψία τύπου αυτομάτου ρυθμιστού σταθεράς παροχής | Reglerauslass |
agric. | υδροληψία τύπου ημιαυτομάτου ρυθμιστού σταθεράς παροχής | veraenderlicher Reglerauslass |
agric. | υνί αγγλικού τύπου | englisches Pflugschar |
agric. | υνί αρότρου τύπου "γλώσσα ζαρκαδιού" | Dammhirschzungen-Schar |
agric. | υνί επίπεδο τύπου "καρδιάς" | flachschneidendes Gänsefußschar |
agric. | υνί επίπεδο τύπου "καρδιάς" | flaches Schar |
agric. | υνί τύπου διχάλας | Zinkenschar |
agric. | υνί τύπου διχάλας | Rodezinken |
agric. | υνί τύπου "καρδιάς" | Gänsefuß |
agric. | υνί τύπου "καρδιάς" | Gänsefußmesserblatt |
agric. | υνί τύπου "καρδιάς" | Gänsefußschar |
agric. | υνί τύπου "καρδιάς" | Breitschar |
agric. | υνί τύπου "καρδιάς" για βαρειά εδάφη | Schar für schwere Böden |
agric. | υνί τύπου "μισής καρδιάς" | halber Gänsefuß |
agric. | υνί τύπου "μισής καρδιάς" | Winkelmesser |
agric. | υνί τύπου "μισής καρδιάς" | Halbfußschar |
agric. | υνί τύπου "ράμφος πάπιας" | Schnabelschar |
med. | υπερευαισθησία άμεσου τύπου | Überempfindlichkeit vom Soforttyp |
med. | υπερευαισθησία τύπου Ι | Überempfindlichkeit vom Typ I |
med. | υπερευαισθησία τύπου Ι | anaphylaktische Überempfindlichkeit |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙV | endogene Hyperlipämie |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙV | kohlenhydratinduzierte Hypertriglyzeridämie |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου Ι | exogene Hypertriglyzeridämie |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου Ι | fettinduzierte Hypertriglyzeridämie |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙV | Hyperlipoproteinämie Typ IV |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙV | akzentuierte Hypertriglyzeridämie |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙV | Hyperprfüßebetalipoproteinämie |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου Ι | exogene Hyperlipämie |
med. | υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου Ι | Hyperlipoproteinämie Typ 1 |
gen. | Υπηρεσία Εκπροσώπου Τύπου | Sprechergruppe |
gen. | Υπηρεσία Τύπου και Επικοινωνίας | Presse- und Informationsdienst |
med. | υποδιαίρεση τύπου του ιού | Subtyp des Virus |
gen. | υποδοχή του Τύπου | Pressebetreuung |
gen. | Υπουργός Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης | Minister für Presse und Massenmedien |
gen. | Υφυπουργός Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης | Staatsekretär für Presse und Massenmedien |
agric. | φάτνη τύπου σήραγγας | Durchlaufmelkstand |
med. | φασματική εξακρίβωση τύπου | Spektrumtypisierung |
agric. | φιάλη κλεισμένη με πώμα τύπου μανιταριού | Flasche mit Schaumweinstopfen |
agric. | φορέας ακροφυσίων τύπου Τ | T-förmiger Düsenträger |
construct. | φρέαρ εμπλουτισμού ξηρού τύπου | trockener Anreicherungsbrunnen |
construct. | φρέαρ εμπλουτισμού υγρού τύπου | nasser Anreicherungsbrunnen |
gen. | φρούτα τύπου χαμοκερασών,μούρων κλπ. | Strauchbeeren |
tech. | χάρτης ποιότητας' χάρτης τύπου fine paper | Feinpapier |
gen. | χαρτί επένδυσης τύπου kraft | Testliner |
tech., industr., construct. | χαρτόνι τύπου μπρίστολ | Bristolkarton |
chem., met. | χημική ρόφηση από αλληλεπίδραση του τύπου οξέος-βάσης κατά LEWIS | Chemisorption durch Saeure-Base-Wechselwirkung lewischer Art |
agric. | χοιροστάσιο δανικού τύπου | Schweinestall dänischer Bauart |
med. | χολινεστεράση τύπου II | Pseudocholinesterase |
med. | χολινεστεράση τύπου II | unspezifische Cholinesterase |
med. | χολινεστεράση τύπου I | spezifische Cholinesterase |
med. | χολινεστεράση τύπου I | AChE |
med. | χολινεστεράση τύπου II | Cholinesterase |
med. | χολινεστεράση τύπου II | Cholinesterase Typ II |
med. | χολινεστεράση τύπου I | Cholinesterase Typ I |
med. | χολινεστεράση τύπου I | echte Cholinesterase |
med. | χολινεστεράση τύπου I | Acetylcholinesterase |
chem. | χύτευση σε τύπους με έγχυση | Formpressverfahren |
agric. | ψαλίδι φυτικών φρακτών τύπου θεριστικής μάχαιρας | Schlegel-Mäher |
agric. | ψαλίδι φυτικών φρακτών τύπου θεριστικής μάχαιρας | Schlegel-Heckenschneider |
agric. | ψεκαστήρας διασκελιστικού τύπου | Stelzenspritzgerät |
gen. | όπλα πλήρως αυτόματου τύπου | vollautomatisches Gewehr |