Subject | Greek | German |
law | Όσον αφορά την Κύπρο, το παρόν η παρούσα πράξη συνιστά πράξη που βασίζεται στο κεκτημένο του Σένγκεν ή που συνδέεται με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3, παρ. 2, της πράξης προσχώρησης του 2003. | Für Zypern stellt diese dieser RECHTSINSTRUMENT einen auf dem Schengen-Besitzstand aufbauenden oder anderweitig damit zusammenhängenden Rechtsakt im Sinne des Artikels 3 Absatz 2 der Beitrittsakte von 2003 dar. |
med. | άνω μέρος της μέσης ή 2ης μετωπιαίας έλικος | Pars superior gyri frontalis medii |
math. | έλεγχος D² | Dup 2-Abstandsmaßzahl |
math. | έλεγχος Wn² | Cramer-von-Mises-Test |
math. | έλεγχος Wn² | omegaup 2-Test |
math. | έλεγχος Wn² | Omega-Quadrat-Test |
math. | έλεγχος Wn² | Omega-Quadrat-Methode |
math. | έλεγχος Wn² | Wnup 2-Test |
math. | έλεγχος D² | verallgemeinerter Abstand nach Mahalanobis |
math. | έλεγχος UN² | UNup 2-Test |
math. | UN² έλεγχος ll των Watson | Watsonscher UNup 2-Test II |
math. | UN² έλεγχος l των Watson | Watsonscher UNup 2-Test I |
econ. | ένα προ2bόν που δεν έχει ελευθερωθεί | eine nicht liberalisierte Ware |
econ., commer., polit. | έξοδα διοχέτευσης ή δαπάνες διοχέτευσης στην αγορά ή στη χώρα προορισμού 2. έξοδα μεταφοράς 3. έξοδα προσεγγίσεως μέχρι τις χώρες προορισμού 4. έξοδα τοποθετήσεως των προϊόντων στη διεθνή αγορά 5. έξοδα αποστολής | Versandkosten |
econ., commer., polit. | έξοδα διοχέτευσης ή δαπάνες διοχέτευσης στην αγορά ή στη χώρα προορισμού 2. έξοδα μεταφοράς 3. έξοδα προσεγγίσεως μέχρι τις χώρες προορισμού 4. έξοδα τοποθετήσεως των προϊόντων στη διεθνή αγορά 5. έξοδα αποστολής | Heranführungskosten |
mater.sc., met., tech. | ήρεμος χάλυβας ή απoξειδωμένος χάλυβας 2. καθησυχασμένος χάλυβας | beruhigter Stahl |
mater.sc., met., tech. | ήρεμος χάλυβας ή απoξειδωμένος χάλυβας 2. καθησυχασμένος χάλυβας | vollberuhigter Stahl |
mater.sc., met., tech. | ήρεμος χάλυβας ή απoξειδωμένος χάλυβας 2. καθησυχασμένος χάλυβας | nichtunberuhigter Stahl |
mater.sc., met., tech. | ήρεμος χάλυβας ή απoξειδωμένος χάλυβας 2. καθησυχασμένος χάλυβας | Tottenstahl |
life.sc., environ., agric. | ίγναμα 2. βατάτα 3. διοσκορία 4. διοσκορεϊδες ή διοσκοριδία όταν στον πληθ. igname ινιάμ | Jamswurzel (Dioscorea) |
agric. | CαOH2 | Kalkwasser |
agric. | CαOH2 | CaOH2 |
chem. | αέριο απόβλητο της αντλίας κενού εγκαταστάσεως αποστάξεως D2O | Abgas der Deuteriumoxid-Destillationsanlagen-Vakuumpumpe |
chem. | αέριο απόβλητο της αντλίας κενού εγκαταστάσεως αποστάξεως D2O | Abgas der D2O-Destillationsanlagen-Vakuumpumpe |
fin. | Α2Α | Application-to-Application-Modus |
chem. | αιθανολο-2-αμινοφωσφορικό οξύ | Ethanol-2-aminophosphorsäure |
chem. | 2-αιθoξυαιθαvόλη | Ethylenglykolmonoethylether |
chem. | 2-αιθoξυαιθαvόλη | 2-Ethoxyethanol |
chem. | 2-αιθοξυαιθανόλη | 2-Ethoxyethanol |
chem. | 2-αιθυλεξανο-1,3-διόλη | 2-Ethylhexan-1,3-diol |
chem. | 2-ακεταμιδοβενζοϊκό οξύ | Acetylanthranilsäure |
chem. | 2-ακεταμιδοβενζοϊκό οξύ | 2-Acetamidobenzoesäure |
agric., mech.eng. | αλμεκτική μηχανή με δεξαμενή αέρα μέσα στην οποία η πίεσή του είναι 0.5 Kg/cm2 | Melkmaschinenaggregat mit Vakuumkessel,in dem die Luft auf O,5 atue verduennt wird |
chem. | 4-αμινο-2',3-διμεθυλαζωβενζόλιο | 4-o-Tolylazo-o-toluidin |
chem. | 4-αμινο-2',3-διμεθυλαζωβενζόλιο | Echtgranat-GBC-base |
chem. | 4-αμινο-2',3-διμεθυλαζωβενζόλιο | 4-Amino-2',3-dimethylazobenzol |
life.sc., chem. | 2-αμινο-6-υδροξυπουρίνη | Guanin |
life.sc., chem. | 2-αμινο-6-υδροξυπουρίνη | 2-Amino-6-hydroxypurin |
gov., insur., busin. | αναλογιστική αξία 2) αξία ασφαλιστικού στατιστικού ισοδύναμου 3) αναλογιστικά ποσά | versicherungsmathematische Werte |
tech. | αναπαραγωγή έντυπου υλικού 2. ρεπρογραφική επεξεργασία | Reprographie |
tech. | αναπαραγωγή έντυπου υλικού 2. ρεπρογραφική επεξεργασία | Reprophotographie |
tech. | αναπαραγωγή έντυπου υλικού 2. ρεπρογραφική επεξεργασία | Reproduktionsphotographie |
gen. | αναπνευστικό φίλτρο τύπου P2 για επιβλαβή σωματίδια | P2-Filter für schädliche Partikel |
gen. | αναπνευστικό φίλτρο τύπου A/P2 για οργανικούς ατμούς και επιβλαβείς σκόνες | Atemschutzgerät mit A/P2-Filter für organische Dämpfe und schädlichen Staub |
med. | αντιδραστήριο ανενεργό με τη διείσδυση CO2 | durch das Eindringen von CO2 inaktiviertes Reagenz |
med. | αντιισταμινικό H2 | Antihistaminika H2 |
med. | αντιισταμινικό H2 | Antihistaminica H2 |
agric., mech.eng. | αντλία 2.αντλώ | Pumpe |
med. | αποβολή CO2 | CO2-Ausscheidung |
agric., food.ind. | αποθείωση; αφαίρεση μέρους του SO2 εκ του μούστου | Entschwefelung |
agric., food.ind. | αποθείωση; αφαίρεση μέρους του SO2 εκ του μούστου | Entschwefeln |
agric. | αποξεστικός κάδος επί συρματοσχοίνου 2.δίτροχος απύθμενος αποξεστήρ | Schrapper |
med. | απορροφητής CO2 | CO2-Absorber |
med. | απορρόφηση CO2 | CO2-Absorption |
gen. | απόληξη δικτύου 2 | Netzabschluß 2 |
gen. | απόληξη δικτύου 2 | NT2 |
med. | αρχείο επιδημιολογικό,ιατρικό και οικονομικό,της ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου,έκδοση 2 | epidemiologische,medizinische und wirtschaftliche Dossiers für humane Immundefizienz |
gen. | αρχική περιεχομένη ποσότης D2O | Deuteriumoxid-Erstausstattung |
gen. | αρχική περιεχομένη ποσότης D2O | D2O-Erstausstattung |
gen. | αρχικό απόθεμα D2O | Deuteriumoxid-Erstausstattung |
gen. | αρχικό απόθεμα D2O | D2O-Erstausstattung |
mater.sc. | αυλός εκτόξευσης χιονονιφάδων CO2 | Schneerohr |
tech. | αυτόματος επωαστικός κλίβανος CO2 | automatisierter CO2-Inkubator |
med. | 2,3-βενζοπυρρόλιο | 2,3-Benzopyrrol |
med. | 2,3-βενζοπυρρόλιο | Indol |
chem. | 4-διμεθυλαμινο-βενζοϊκό 2-αιθυλεξύλιο | 2-Ethylhexyl-4-dimethylaminobenzonat |
fin., econ. | βιβλία διαρκούς απογραφής 2. μόνιμη λογιστική αποθήκης π.χ. πρώτων υλών | laufendes Bestandsverzeichnis |
med. | βιλλίνη-2 | P81 |
med. | βιλλίνη-2 | Villin |
med. | βιλλίνη-2 | Ezrin |
med. | β2-μικροσφαιρίνη | beta-2 Mikroglobulin |
agric. | Βοιχμηρία η χιονώδης ραμί 2. ραμί 3. ραμία | Ramie (Boehmeria, Leucochide nivea) |
chem. | βουτανόλη-2 | 2-Butanol |
chem. | βουτυλο-2,4,6-τρινιτρο-μ-ξυλένιο μοσχοξυλένιο | 5-tert-Butyl-2,4,6-trinitro-m-xylol |
social.sc. | 4-βρωμο-2,5-διμεθοξυαμφεταμίνη | Dimethoxybromamphetamin |
math. | γενικευμένη κατανομή T² | verallgemeinerte Tup 2-Verteilung |
agric. | γεννήτρια CO2 | Kohlensäureerzeuger |
agric. | γεννήτρια CO2 | Kohlendioxyderzeuger |
nat.sc., chem. | δέσμευση του CO2 | CO2-Bindung |
tech., industr., construct. | δίκλωνο σχοινί 2,5 κtex | Marlleine |
tech., industr., construct. | δίπλακο 2x1 στημονοπλεκτό | Doppeltuch |
fin., IT | δεδομένα καναλιού 2 | Daten auf Spur 2 |
chem. | δεζοξυ-2-γλυκόζη | 2-Desoxyglucose |
med. | 2-δεσοξυριβόζη | 2-Desoxyribose |
fin., IT | δευτερεύων λογαριασμός αριθ.2 | Kontonummer des zweiten Unterkontos |
med. | δηλητηρίαση από 1,2-διχλωροαιθάνιο | 2-Dichloraethanvergiftung |
econ. | δια της ευνο2bκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής | durch die Beguenstigung bestimmter Unternehmen oder Produktionszweige |
stat. | διαδοχικό T² δοκιμή | sequentieller T²-Test |
math. | διαδοχικό T² δοκιμή | sequentieller Tup 2-Test |
chem. | 2-διαιθυλαμινοαιθανόλη | 2-Diethylaminoethanol |
chem. | διαιθυλoδιθειoκαρβαμιδικός 2-χλωρoαλλυλεστέρας | sulfallat |
gen. | διαμέρισμα 2. διοικητική περιφέρεια σε αντιδιαστολή προς το "διαμέρισμα", όταν οι δύο όροι συνυπάρχουν 3. τομέας λ.χ. ταχυδρομικός | Kreis |
med. | διαμαρτία Chiari τύπου 2 | Missbildung Chiari II |
chem. | 2,4-διαμινοτολουόλιο | 4-Methyl-m-phenylendiamin |
chem. | 2,4-διαμινοτολουόλιο | 2,4 Toluylendiamin |
chem. | 1,2-διβρωμοαιθάνιο | Äthylenbromid |
chem. | 1,2-διβρωμοαιθάνιο | 1,2-Dibromethan |
chem. | 1,2-διβρωμο-3-χλωροπροπάνιο | 1,2-Dibrom-3-Chlorpropan |
chem. | 1,2-διβρωμο-3-χλωροπροπάνιο | 1,2-Dibrom-3-chlorpropan |
chem. | 1,2-διβρωμο-2-χλωροπροπάνιο | 1,2-Dibrom-3-chlorpropan |
med. | 2,3-διδεοξυϊνοσίνη | 2,3-Didesoxyinosin |
med. | 2,3-διδεοξυϊνοσίνη | Didanosin |
chem. | Δι-C6-8-διακλαδισμένοι αλκυλεστέρες, πλούσιοι σε C7 του 1,2-βενζολοδικαρβοξυλικού οξέος | 1,2-Benzoldicarbonsäure, Di-C6-8-verzweigte Alkylester, C7-reich |
chem. | Δι-C7-11-διακλαδισμένοι και γραμμικοί αλκυλεστέρες του 1,2-βενζολοδικαρβοξυλικού οξέος | 1,2-Benzoldicarbonsäure, Di-C7-11-verzweigte und lineare Alkylester |
obs., polit. | Διεύθυνση 2 - Ανταγωνισμός, στρατηγική της Λισσαβώνας, βιομηχανία, έρευνα πολιτικές της ΕΕ περιλαμβανομένων των διεθνών πτυχών, κοινωνία της πληροφορίας και ηλεκτρονικές επικοινωνίες | Direktion 2 - Wettbewerb, Lissabon-Strategie, Industrie, Forschung EU-Politik einschließlich internationaler Aspekte, Informationsgesellschaft und elektronische Kommunikation |
obs., polit. | Διεύθυνση 2 - Ανταγωνισμός, στρατηγική της Λισσαβώνας, βιομηχανία, έρευνα πολιτικές της ΕΕ περιλαμβανομένων των διεθνών πτυχών, κοινωνία της πληροφορίας και ηλεκτρονικές επικοινωνίες | Direktion 2 - Verkehr, Telekommunikation und Energie |
obs., polit. | Διεύθυνση 2 - Διεύρυνση, Ευρώπη εκτός ΕΕ, Υποστήριξη Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων | Direktion 2 - Erweiterung, Sicherheit, Bevölkerungsschutz, Unterstützung des Rates "Auswärtige Angelegenheiten" |
obs., polit. | Διεύθυνση 2 - Προϋπολογισμός | Direktion 2 - Haushalt, Steuern und Regionalpolitik |
obs., polit. | Διεύθυνση 2 - Προϋπολογισμός και κοινωνικά θέματα | Direktion 2 - Haushalt, Steuern und Regionalpolitik |
obs., polit. | Διεύθυνση 2 - Υγεία, καταναλωτές, τρόφιμα, εκπαίδευση, νεότητα, πολιτισμός, οπτικοακουστικά μέσα και αθλητισμός | Direktion 2 - Gesundheit, Verbraucher, Lebensmittel, Bildung, Jugend, Kultur, audiovisuelle Medien und Sport |
obs., polit. | Διεύθυνση 2 - Υγεία, καταναλωτές, τρόφιμα, εκπαίδευση, νεότητα, πολιτισμός, οπτικοακουστικά μέσα και αθλητισμός | Direktion 4 - Beschäftigung, Sozialpolitik, Gesundheit und Lebensmittel |
chem. | 2,2'-διισοκυανικό διφαινυλομεθάνιο | Diphenylmethan-2,2'-diisocyanat |
chem. | 2--1-μεθυλoπρoπυλo-4,6-διvιτρoφαιvόλη | dinoseb |
chem. | 2,6-διμεθοξυβενζοϊκό οξύ | 2,6-Dimethoxybenzosäure |
chem. | 2-διμεθυλαμινοαιθανόλη | 2-Dimethylaminoethanol |
chem. | 2,4-διμεθυλοπεντανο-3-όνη | 2,4-Dimethylpentan-3-on |
chem. | 2,5-διμεθυλοφαινόλη | 2,5-Dimethylphenol |
chem. | 2,4-διμεθυλοφαινόλη | 2,4-Dimethylphenol |
chem. | 1,2-διμεθυλυδραζίνη | 1,2-Dimethylhydrazin |
chem. | 2,4-δινιτροτολουόλη | 2,4-Dinitrotoluol |
chem. | 2,4 – δινιτροτολουόλιο | 2,4-Dinitrotoluol |
fin. | Διοργανική Συμφωνία, της 2ας Δεκεμβρίου 2013 , μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση | Interinstitutionelle Vereinbarung vom 2. Dezember 2013 zwischen dem Europäischen Parlament, dem Rat und der Kommission über die Haushaltsdisziplin, die Zusammenarbeit im Haushaltsbereich und die wirtschaftliche Haushaltsführung |
fin. | Διοργανική Συμφωνία, της 2ας Δεκεμβρίου 2013 , μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση | Interinstitutionelle Vereinbarung |
med. | 2,3-δις-φωσφογλυκερικό | 2,3-Diphosphoglycerat |
med. | 2,3-δις-φωσφογλυκερικό | BPG |
med. | 2,3-δις-φωσφογλυκερικό | 2,3-Bisphosphoglycerat |
chem. | 2,2'-νιτροδοϊμινοδισαιθανόλη | 2,2'-Nitrosoiminobisethanol |
med. | 2,3-διυδροξυβουτανοδιικό οξύ | 2,3-Dihydroxybutandicarbonsäure (acidum tartaricum) |
med. | 2,3-διυδροξυβουτανοδιικό οξύ | Weinsteinsäure (acidum tartaricum) |
med. | 2,3-διυδροξυβουτανοδιικό οξύ | Weinsäure (acidum tartaricum) |
med. | 2,3-διυδροξυηλεκτρικό οξύ | Weinsteinsäure (acidum tartaricum) |
med. | 2,3-διυδροξυηλεκτρικό οξύ | 2,3-Dihydroxybutandicarbonsäure (acidum tartaricum) |
med. | 2,3-διυδροξυηλεκτρικό οξύ | Weinsäure (acidum tartaricum) |
chem. | 1,2-διφαινυλυδραζίνη | Hydrazobenzol |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερική μουτάση | BPGM |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερική μουτάση | 2,3-Diphosphoglyceratmutase |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερική μουτάση | 2,3-Bisphosphoglyceratmutase |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερική ομάδα | 2,3-Bisphosphoglyzerat |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερική συνθάση | BPGM |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερική συνθάση | 2,3-Diphosphoglyceratmutase |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερική συνθάση | 2,3-Bisphosphoglyceratmutase |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερικό | 2,3-Diphosphoglycerat |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερικό | 2,3-Bisphosphoglycerat |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερικό | BPG |
med. | 2,3-διφωσφογλυκερικό | 2,3-Bisphosphoglyzerat |
med. | 2,6-διφωσφορική φρουκτόζη | Fruktose-2,6-biphosphat |
life.sc., environ., chem. | 1,2-διχλωροαιθάνιο | 1,2-Dichlorethan |
life.sc., environ., chem. | 1,2-διχλωροαιθάνιο | Ethylendichlorid |
chem. | 1,2-διχλωροαιθάνιο | 1,2-Dichlor-äthan |
chem. | 1,4-διχλωροβουτ-2-ένιο | 1,4-Dichlorbut-2-en |
chem. | 2,2'-διχλωρο-4,4'-μεθυλενοδιανιλίνη | 4,4'-Methylenbis2-chloroanilin |
chem. | 2,2'-διχλωρο-4,4'-μεθυλενοδιανιλίνη | 2,2'-Dichlor-4,4'-methylendianilin |
chem. | 1,3-διχλωρο-2-προπανόλη | 1,3-Dichlor-2-propanol |
chem. | 2,4-διχλωροφαινυλο-4-νιτροφαινυλικός αιθέρας | NitrofenISO |
chem. | 2,4-διχλωροφαινυλο-4-νιτροφαινυλικός αιθέρας | 2,4-Dichlorphenyl-4-nitrophenylether |
med. | δοκιμασία επανεισπνοής CO2 | CO2-Rueckatmungsversuch |
med. | δοκιμασία επανεισπνοής CO2 | Kohlensaeure-Rueckatmungsversuch |
med. | δοκιμασία επανεισπνοής CO2 | CO2-Belastungsversuch |
med. | δοκιμασία φόρτισης CO2 | Kohlensaeure-Rueckatmungsversuch |
med. | δοκιμασία φόρτισης CO2 | CO2-Rueckatmungsversuch |
med. | δοκιμασία φόρτισης CO2 | CO2-Belastungsversuch |
gen. | δοχείο πιέσεως αντιδραστήρα D2O | Deuteriumoxid-Druckkesselreaktor |
gen. | δοχείο πιέσεως αντιδραστήρα D2O | D2O-Druckkesselreaktor |
chem. | Ε2 | E2 |
chem. | Ε2 | Calciumjodat,wasserfrei |
chem. | Ε2 | Kaliumjodid |
chem. | Ε2 | Natriumjodid |
chem. | Ε2 | Jod-I |
chem. | Ε2 | Calciumjodat,Hexahydrat |
construct. | είδη κιγκαλερίας 2. σιδηρικά κλειθροποιία και σιδηρώματα | Baubeschläge |
chem. | εγκατάσταση καθαρισμού D2O | Deuteriumoxid-Reinigungsanlage |
chem. | εγκατάσταση καθαρισμού D2O | D2O-Reinigungsanlage |
law, insur. | Εθνικό Γραφείο Ασφάλισης Πιστώσεων; 1. Εθνικό Γραφείο Ασφάλισης Πιστώσεων Βέλγιο 2. Εθνικό Γραφείο Εγγυήσεων | Office National du Ducroire |
law | εικοσιτετράωρα 2. ολόκληρες ημέρες | voller Tag |
gen. | 1.Ενωση Γερμανών Ηλεκτροτεχνιτών 2. Προδιαγραφές Γερμανών Ηλεκτροτεχνιτών | 1. Verband Deutscher Elektrotechniker VDE 2. Vorschriftenwerk Deutscher Elektrotechniker |
med. | επανεισπνοή CO2 | CO2-Rueckatmung |
fin. | επιτροπή επιπέδου 2 | Stufe-2-Ausschuss |
fin. | επιτόπιος έλεγχος των υποκαταστημάτων 2. επιτόπια εξακρίβωση των υποκαταστημάτων | vor Ort Prüfungen von Zweigniederlassungen vornehmen |
chem. | ερυθρό 2G | CI food red 10 |
chem. | ερυθρό 2G | E128 |
chem. | ερυθρό 2 G | E128 |
chem. | ερυθρό 2 G | Rot 2G |
chem. | ερυθρό 2G | Rot 2G |
chem. | ερυθρό 2 G | CI food red 10 |
earth.sc., construct. | εύχρηστος ιδιωτική παροχή αρδεύσεως 2.βελτίστη παροχή μετρητικής υδροληψίας | optimale Kapazitaet eines Auslasses |
chem. | Η2SiF6 | Hexafluorokieselsäure |
chem. | Η2SiF6 | Kieselfluorwasserstoffsäure |
chem. | Η2SiF6 | Fluorokieselsäure |
agric. | η αξιοποίηση των γεωργικών προ2bόντων | die Verwertung landwirtschaftlicher Erzeugnisse |
fin. | η εφαρμογή των δασμών για τα προ2bόντα που εισάγονται από άλλα Kράτη μέλη | die anwendung der Zollsaetze fuer aus anderen Mitgliedstaaten eingefuehrte Waren |
chem. | Η2S2Ο8 | Peroxodischwefelsaeure |
chem. | Η2S2Ο8 | Perschwefelsaeure |
chem. | Η2S2Ο8 | HO3S-O-O-SO3H |
social.sc., UN | 2η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για τις πόλεις και την κατοικία Habitat II | Zweite Konferenz der Vereinten Nationen für Wohn- und Siedlungswesen Habitat II |
gen. | η ποσόστωση αυτού του προ2bόντος | die Kontingentierung dieser Waren |
fin. | η Eυρωπα2bκή Tράπεζα Eπενδύσεων προσφεύγει στην κεφαλαιαγορά | die Europaeische Investitionsbank bedient sich des Kapitalmarktes |
med., pharma. | 2η φάση κλινικής δοκιμασίας | klinischer Versuch Phase II |
chem. | 6Η2Ο | E2 |
chem. | NaNH4HPO4.4Η2Ο | Ammoniumnatriumhydrogenphosphat |
chem. | NaNH4HPO4.4Η2Ο | Phosphorsalz |
chem. | NaNH4HPO4.4Η2Ο | NH4NaHPO4.4H2O |
chem. | 6Η2Ο | Kaliumjodid |
chem. | 6Η2Ο | Natriumjodid |
chem. | 6Η2Ο | Jod-I |
chem. | Η2SΟ5 | Carosche Saeure |
chem. | Η2SΟ5 | Peroxomonoschwefelsaeure |
chem. | Η2SΟ5 | Sulfomonopersaeure |
chem. | Η2SΟ5 | Peroxymonoschwefelsaeure |
chem. | Η2SΟ5 | HO-SO2-O-OH |
chem. | 6Η2Ο | Calciumjodat,wasserfrei |
chem. | 6Η2Ο | Calciumjodat,Hexahydrat |
earth.sc. | θέσις εις κατάστασιν αναρροής 2.εμφάνισις "κρατήρος αλώπεκος" 3.κοίλωμα εξ αποφυσήσεως | Ausblasung |
earth.sc., environ. | θύσανος CO2 | CO2-Fahne |
tech., industr., construct. | ικρίωμα με διαδοχικά συνδεδεμένες 2-3 μπομπίνες | kontinuierliches Spulenaufstecken |
chem. | ιμιδαζολιδινο-2-θειόνη | Imidazolidin-2-thion |
chem. | ιμιδαζολιδινο-2-θειόνη | Ethylenthioharnstoff |
med. | ιντερλευκίνη 2 | Interleukin 2 |
chem. | 2-ισοπροποξυαιθανόλη | 2-Isopropoxyethanol |
med. | ιός ανοσοανεπάρκειας ανθρώπου τύπου 2 | erworbenes Immunodefizienzvirus Typ 2 |
med. | ιός ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου 2 | HIV-2-Virus |
med. | ιός ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου 2 | HIV-2 |
med. | ιός ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου 2 | humanes Immundefizienzvirus-2 |
earth.sc. | κάλυψη της ελεύθερης επιφάνειας του D2O με ήλιο | freie D2O-Flaechen mit Helium puffern |
earth.sc. | κάλυψη της ελεύθερης επιφάνειας του D2O με ήλιο | freie D2O-Flaechen mit Helium abdecken |
med. | κάτω τμήμα της μέσης ή 2ας μετωπικής έλικος | Pars inferior gyri frontalis medii |
fin. | κίνδυνος BIS 2 σταθμισμένος | gewichtetes BIZ-2-Risiko |
fin. | καθορίζουν μέσους συντελεστές κατά προ2bόν ή κατά ομάδα προ2bόντων | Durchschnittssaetze fuer Waren oder Gruppen von Waren festlegen |
med. | καμπύλη αποδέσμευσης CO2 | Dissoziationskurve |
med. | καμπύλη αποδέσμευσης CO2 | Kohlensaeure-Dissoziationskurve |
med. | καμπύλη αποδέσμευσης CO2 | CO2-Dissoziationskurve |
chem. | καρκινογόνο κατηγορίας 2 | krebserzeugender Stoff der Kategorie 2 |
chem. | καρκινογόνο κατηγορίας 2 | krebserzeugend Kategorie 2 |
chem. | καρκινογόνος ουσία κατηγορίας 2 | krebserzeugender Stoff der Kategorie 2 |
chem. | καρκινογόνος ουσία κατηγορίας 2 | krebserzeugend Kategorie 2 |
gen. | κατά την έννοια του άρθρου 2 | im Sinne des Artikels 2 |
construct. | κατάθεσις υλικών 2.αποτεθειμένα υλικά κατασκευών | Vorratslager |
construct. | κατάθεσις υλικών 2.αποτεθειμένα υλικά κατασκευών | Materialhalde |
construct. | κατάθεσις υλικών 2.αποτεθειμένα υλικά κατασκευών | Halde |
math. | T² κατανομή | Hotellingsche Tup 2-Verteilung |
math. | T² κατανομή | Hotellingsches Tup 2 |
math. | Hotelling's T² κατανομή του Hotelling | Hotellingsche Tup 2-Verteilung |
math. | Hotelling's T² κατανομή του Hotelling | Hotellingsches Tup 2 |
econ. | καταστάσεις προβλεπόμενων εξόδων 2. προβλέψεις εσόδων και δαπανών | Kostenvoranschlag |
econ. | καταστάσεις προβλεπόμενων εξόδων 2. προβλέψεις εσόδων και δαπανών | Haushaltsvoranschlag |
fin. | κεφάλαιο 2ης κατηγορίας | Ergänzungskapital |
nat.sc., agric. | κηκιδόμυγες μανιταριών 2 | Gallmücke (Cecidomyidae, Itonidae) |
nat.sc., agric. | κηκιδόμυγες μανιταριών 2 | Gallmücken (Cecidomyidae, Itonidae) |
nat.sc., agric. | κηκιδόμυγες μανιταριών 2 | Ceciden (Cecidomyidae, Itonidae) |
chem. | ΚΗ2ΡΟ4 | Monokaliumphosphat |
chem. | ΚΗ2ΡΟ4 | KH2PO4 |
agric., mech.eng., construct. | κινητήριος κεφαλή 2.ωφέλιμος πτώσις | Motor |
construct. | κινητόν φράγμα 2.φράγμα ανασχέσεως εισροής αλατούχου ύδατος | Sperre |
construct. | κινητόν φράγμα 2.φράγμα ανασχέσεως εισροής αλατούχου ύδατος | Sperrbauwerk |
life.sc. | κλάση 2,αναπτυσσόμενες χώρες | Klasse 2,Entwicklungsländer |
agric., construct. | κλαδόπλεγμα συγκρατήσεως προσχώσεων 2.υλικόν κλαδοπλέγματος | Buschwerk |
chem. | Κ2Ο2 | Kaliumperoxid |
chem. | Κ2Ο2 | K2O2 |
earth.sc., geogr. | κοιλάς 2.κοιλάς | Tal |
agric. | κοινά μέτρα για την προώθηση της καταναλώσεως ορισμένων προ2bόντων | gemeinsame Massnahmen zur Foerderung des Verbrauchs bestimmter Erzeugnisse |
gen. | κρέατα χωρίς κόκαλα 2. τεμάχια χωρίς κόκαλα | entbeintes Fleisch |
med. | λειεγγεφαλία τύπου 2 | Lissenzephalie Typ II |
med. | μέτρηση της διαδερματικής PO2 | transkutane Sauerstoffpartialdruckmessung |
agric., construct. | μήκος διαδρομής 2.διάρκεια αρδεύσεως | Laufzeit |
agric., construct. | μήκος διαδρομής 2.διάρκεια αρδεύσεως | Lauflaenge |
chem. | 2-μovoαιθυλαιθέρας της αιθυλεvoγλυκόλης | Ethylenglykolmonoethylether |
chem. | 2-μovoαιθυλαιθέρας της αιθυλεvoγλυκόλης | 2-Ethoxyethanol |
med. | μείωση του CO2 στο αίμα | Kohlensaeuremangel |
med. | μείωση του CO2 στο αίμα | CO2-Mangel |
chem. | 2-μεθοξυαιθανόλη | 2-Methoxyethanol |
chem. | 2-μεθοξυανιλίνη | o-Anisidin |
chem. | 2-μεθοξυανιλίνη | 2-Methoxy-anilin |
chem. | 4-μεθοξυκινναμωμικό 2-αιθυλεξύλιο | 2-Ethylhexyl-4-methoxycinnamat |
chem. | 4-μεθοξυ-4-μεθυλοπεντανο-2-ονη | 4-Methoxy-4-methylpentan-2-on |
chem. | μεθοξυ-2-νιτροβενζόλιο | 2-Nitroanisol,2-Methoxyanilin |
chem. | 2-μεθυλαζιριδίνη | Propylenimin |
chem. | 2-μεθυλαζιριδίνη | 2-Methylaziridin |
chem. | 2-μεθυλο-1,3-βουταδιένιο | Isopren |
chem. | 2-μεθυλο-1,3-βουταδιένιο | 2-Methyl-1,3-butadien |
chem. | n-μεθυλο-2-διαιθανολαμίνη | N-Methyl-2-Ethanolamin |
chem. | 6-μεθυλο-1,3-διθειολο4,5χινοξαλινο-2-όνη | 6-Methyl-1,3-dithiolo4,5-bquinoxalin-2-on |
social.sc. | 4-μεθυλο-2,5-διμεθοξυαμφεταμίνη | Speed |
social.sc. | 4-μεθυλο-2,5-διμεθοξυαμφεταμίνη | Dimethoxymethylamphetamin |
chem. | 3,4 μεθυλοδιοξυφαινυλο-2-προπανόνη | 3,4 Metylenodioxyphenylpropan-2-on |
chem. | 5-μεθυλοεξανο-2-όνη | 5-Methylhexan-2-on |
chem. | μεθυλοκαρβαμιδικό 2-βουτυλοφαινύλιο | 2-sec-Butylphenylmethylcarbamat |
chem. | 4-μεθυλο-2-πεντανόνη | 4-Methylpentan-2-on |
chem. | 1 -μεθυλο-2-πυρρολιδόνη | 1-Methyl-2-pyrrolidon |
chem. | 1-μεθυλο-2-πυρρολιδόνη | 1-Methyl-2-pyrrolidon |
chem. | 2-μεθυλο-2-φαινοξυ-προπανοϊκό νάτριο | Natrium-2-Methyl-2-Phenoxypropanoat |
chem. | 2-μεθυλoπρoπάvιo | Isobutan |
med. | μελέτη ACTG O2 | AZT Versuch 02 |
chem. | 2-μερκαπταιθυλαμίνη | Mercaptamin |
chem. | 2-μερκαπταιθυλαμίνη | 2-Mercaptoethylamin |
med. | 2-μερκαπτοαιθανόλη | 2-Mercaptoethanol |
chem. | μεταλλαξιογόνο κατηγορίας 2 | erbgutverändernd der Kategorie 2 |
chem. | μεταλλαξιογόνος ουσία κατηγορίας 2 | erbgutverändernd der Kategorie 2 |
med. | μεταφορά CO2 | CO2-Transport |
agric., tech. | μετρητής CO2 με απορρόφηση υπέρυθρης ακτινοβολίας | Ultrarotabsorptionsspektrometer fuer CO2 |
math. | L2 μετρική | L2-Metrik |
tech., industr., construct. | μηχανή tricot 2 έως 4 μπαρών | Kettenwirkmaschine mit zwei bis vier Legeschienen |
chem. | μονάς απαεριώσεως D2O | Deuteriumoxid-Entgaser |
chem. | μονάς απαεριώσεως D2O | D2O-Entgaser |
chem. | μονάς αφαιρέσεως αερίου ηλίου από D2O | Deuteriumoxid-Entgaser |
chem. | μονάς αφαιρέσεως αερίου ηλίου από D2O | D2O-Entgaser |
med. | νάρκωση CO2 | CO2-Narkose |
chem. | Να2Β407 | raffinierter Borax |
chem. | Να2Β407 | Na2B4O7 |
chem. | Να2Β407 | Dinatriumtetraborat |
chem. | 2-ναφθυλαμίνη | 2-Naphtylamin |
med. | νευροϊνωμάτωση 2 | bilaterale Akustikusneurofibromatose |
med. | νευροϊνωμάτωση 2 | NF2 |
med. | νευροϊνωμάτωση 2 | BANF |
med. | νευροϊνωμάτωση 2 | Neurofibromatose 2 |
chem. | 2-νιτροανισόλη | 2-Nitroanisol,2-Methoxyanilin |
chem. | 2-νιτροδιφαινυλαμίνη | 2-Nitrodiphenylamin |
chem. | 2-νιτροπροπάνιο | 2-Nitropropan |
tax., environ. | νόμος περί επιβολής φόρου CO2 | Bundesgesetz über eine CO2-Abgabe |
med. | νόσος του 2ου μετατάρσιου οστού,με πάχυνση της διαφύσεώς του και της αρθρικής του κεφαλής | Koehler-Krankheit |
med. | νόσος του 2ου μεταταρσίου οστού | Freiberg-Köhler-Syndrom |
med. | νόσος του 2ου μεταταρσίου οστού | Köhler-Syndrom II |
med. | νόσος του 2ου μεταταρσίου οστού | Epiphysennekrose |
chem. | oξικός 2-αιθoξυ-αιθυλεστέρας | Ethylglycolacetat |
chem. | oξικός 2-αιθoξυ-αιθυλεστέρας | 2-Ethoxy-ethylacetat |
chem. | CΟCl2 | COCl2 |
chem. | CΟCl2 | Kohlenoxidchlorid |
chem. | CΟCl2 | Kohlensaeuredichlorid |
chem. | CΟCl2 | Phosgen |
chem. | CΟCl2 | Carbonyldichlorid |
chem. | V2Ο5 | Vanadiumpentoxid |
chem. | V2Ο5 | Vanadinsaeureanhydrid |
chem. | Sb2Ο4 | Sb204 |
chem. | CuSO4.5H2Ο | Cuprisulfat |
chem. | CuSO4.5H2Ο | Kupfer-II-sulfat |
chem. | CuSO4.5H2Ο | CuSO4.5H2O |
chem. | V2Ο5 | V205 |
chem. | Sb2Ο4 | Antimontetroxid |
med. | ο καρδιακός μυς αφαιρεί το 75% του Ο2 της στεφανιαίας κυκλοφορίας | der Herzmuskel entzieht der Koronarzirkulation 75% des Sauerstoffs |
gen. | Ομάδα 6 + 2 για το Αφγανιστάν | 6 + 2 Gruppe über Afghanistan |
chem. | 3-µονοχλωρο-1,2-προπανοδιόλη | 3-Monochlor-1,2-propandiol |
med. | οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία L2 | akute Lymphoblastenleukämie Typ L2 |
med. | οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία τύπου L2 | akute Lymphoblastenleukämie Typ L2 |
med. | οξεία μυελοβλαστική λευχαιμία Μ2 | akute Myeloblastenleukämie Typ M2 |
chem. | [[3,5-δις(1,1διμεθυλαιθυλο)-4-υδροξυφαινυλο]μεθυλο]θειοοξικός 2-αιθυλεξυλεστέρας | 2-Ethylhexyl-3,5-bis1,1-dimethylethyl-4-hydroxyphenyl methyl thio acetat |
phys.sc., chem. | 2-οξο-4-αμινο-πυριδίνη | Cytosin |
chem. | CΟΟ.ΝΗ2.ΝΗ4 | NH4.COO.NH2 |
chem. | CΟΟ.ΝΗ2.ΝΗ4 | Ammoniumcarbamat |
gen. | πίνακας αντιστοιχίας 2. πίνακας αντιστοιχιών | Äquivalenztabelle |
gen. | πίνακας αντιστοιχίας 2. πίνακας αντιστοιχιών | Umrechnungstabelle |
gen. | πίνακας αντιστοιχίας 2. πίνακας αντιστοιχιών | Entsprechungstabelle |
earth.sc., el. | παράγοντας πυρήνα C2 | Parameter der Kernhysterese |
earth.sc., el. | παράγοντας πυρήνα C2 | Kernfaktor C1 |
energ.ind. | παραγωγή ενέργειας με δέσμευση CO2 | Energieerzeugung mit CO2-Abscheidung |
agric., health., anim.husb. | παραγωγός που είναι ειδικευμένος στην πάχυνση των ζώων 2. κτηνοτρόφος ασχολούμενος με την πάχυνση | Mäster |
social.sc. | πελάτις επιχείρηση 2) επιχείρηση που κάνει χρήση... | Entleihunternehmen, Entleiher |
chem. | πεντένιο-2 | 2-Penten |
chem. | πεντανεδιόνη 2,3 | 3 Pentandion |
chem. | πεντανόλη-2 | 2-Pentanol |
chem. | πεντοδιενόλη-2:3 | 3 Pentandiol |
earth.sc., tech. | περιβαλλοντική διόρθωση K2 | Umgebungskorrektur K2 |
tech., industr., construct. | πλεκτό στημονιού 2x1 | Tuch-Legung |
chem. | προπανο-1,2 διόλη | 1,2-Propandiol |
law, chem. | 2-προπανόλη ισοπροπυλική αλκοόλη | Isopropylalkohol |
med. | προσδιορισμός CO2 | CO2-Bestimmung |
fin. | προσθέτει και άλλα προ2bόντα στον πίνακα αυτόν μέχρι ποσοστού 2% | dieser Liste andere Waren bis zur Hoehe von 2 % hinzufuegen |
agric. | προσθήκη CO2 | imprägnierung mit kohlensäur |
agric. | προσθήκη CO2 | Imprägnierung |
stat., scient. | προσθετικές ιδιότητες της χ2 | additive Eigenschaften der Chi-Quadrat-Verteilung |
math. | προσθετική ιδιότητα του χ² | Additivität von χup 2 |
math. | προσθετική ιδιότητα του χ² | Additivität von Chi-Quadrat |
med. | προσταγλανδίνη E₂ | Prostaglandin E₂ |
fin. | προσφορά χρήματος Μ2 | Geldvolumen M2 |
fin. | προ2bόντα που δεν έχουν υποβληθεί από το Kράτος μέλος εξαγωγής στους επιβαλλομένους δασμούς | Erzeugnisse,fuer welche die anwendbaren Zoelle nicht erhoben worden sind |
h.rghts.act. | Πρωτόκολλο αριθ. 2 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας | Protokoll Nr. 2 zu dem Europäischen Übereinkommen zur Verhütung von Folter und unmenschlicher oder erniedrigender Behandlung oder Strafe |
law | Πρωτόκολλο αριθ. 2 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση-πλαίσιο για τη διασυνοριακή συνεργασία των τοπικών αυτοδιοικήσεων και αρχών σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ περιοχών | Protokoll Nr. 2 zum Europäischen Rahmenübereinkommen über die grenzüberschreitende Zusammenarbeit zwischen Gebietskörperschaften in Bezug auf die interterritoriale Zusammenarbeit |
h.rghts.act. | Πρωτόκολλο αριθ. 2 της "Συμβάσεως διά την προάσπισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών διά την παροχήν γνωμοδοτήσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου" | Protokoll Nr. 2 zur Konvention zum Schutze der Menschenrechte und Grundfreiheiten, durch das dem Europäischen Gerichtshof für Menschenrechte die Zuständigkeit zur Erstattung von Gutachten übertragen wird |
construct., crim.law. | Πρωτόκολλο που καταρτίστηκε βάσει του άρθ. 43 παρ. 1 της Σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας Σύμβαση EUROPOL για την τροποποίηση του άρθ. 2 και του Παρ. 2 της εν λόγω Σύμβασης | Protokoll erstellt aufgrund von Artikel 43 Absatz 1 des Übereinkommens über die Errichtung eines Europäischen Polizeiamts Europol-Übereinkommen zur Änderung von Artikel 2 und des Anhangs jenes des Übereinkommens |
law, construct. | Πρωτόκολλο σχετικά με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την προσχώρηση της Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών | Protokoll zu Artikel 6 Absatz 2 des Vertrags über die Europäische Union über den Beitritt der Union zur Europäischen Konvention zum Schutz der Menschenrechte und Grundfreiheiten |
construct. | πυροδότησις 2.ανατίναξις άνευ διατρήματος | Sprengen |
construct. | πυροδότησις 2.ανατίναξις άνευ διατρήματος | Schiessen |
gen. | πύραυλος με 2 ορόφους | zweistufige Rakete |
earth.sc. | πύργος αποστάξεως D2O | D2O-Turm |
earth.sc. | πύργος αποστάξεως D2O | Deuteriumoxid-Turm |
earth.sc. | πύργος αποστάξεως D2O | Deuteriumoxid-Destillationsturm |
earth.sc. | πύργος αποστάξεως D2O | D2O-Destillationsturm |
gen. | Ρ2 | R2 |
chem. | ΡuO2NO32 | PuO2NO32 |
chem. | ΡuO2NO32 | Plutoniumnitrat |
gen. | Ρ2 | Durch Schlag,Reibung,Feuer oder andere Zündquellen explosionsgefährlich |
med. | ρετινόλη 2 | Vitamin A₂ |
med. | ρετινόλη 2 | Retinol 2 |
med. | ρετινόλη 2 | Dehydroretinol |
chem. | ρεϊνεκικό αμμώνιο NH4Cr(NH3)2(SCN)4.H2O | Ammoniumtetrarhodanodiammin-chromat-III |
chem. | ρεϊνεκικό αμμώνιο NH4Cr(NH3)2(SCN)4.H2O | NH4Cr(NH3)2(SCN)4.H2O |
chem. | ρεϊνεκικό αμμώνιο NH4Cr(NH3)2(SCN)4.H2O | Reinecke-Salz |
chem. | ρεϊνεκικό αμμώνιο NH4Cr(NH3)2(SCN)4.H2O | Ammoniumreineckat |
earth.sc., mech.eng. | ροπή αδράνειας GD2 Nm2 | Schwungmoment GD2 Nm2 |
life.sc. | ρωγμή 2.ρήγμα | Dammbruch |
life.sc. | ρωγμή 2.ρήγμα | Gletscherspalte |
life.sc. | ρωγμή 2.ρήγμα | Spalte |
life.sc. | ρωγμή 2.ρήγμα | Kluft |
life.sc. | ρωγμή 2.ρήγμα | Bruch |
agric. | ρύθμιση η οποία αποσκοπεί να διευκολύνει τη διάθεση των γεωργικών προ2bόντων | eine Regelung zur Erleichterung des Absatzes landwirtschaftlicher Erzeugnisse |
gen. | Σ2 | S2 |
gen. | Σ2 | darf nicht in die Hände von Kindern gelangen |
gen. | Σ1/2 | unter Verschluß und für Kinder unzugänglich aufbewahren |
gen. | Σ1/2 | S1/2 |
chem. | σαλυκιλικό 2-αιθυλεξύλιο | 2-Ethylhexylsalicyclat |
construct. | σκυρόδεμα 2ου σταδίου | Beton der zweiten Phase |
med. | στατιστικός έλεγχος του Χ2 | Chiquadrattest |
med. | στατιστικός έλεγχος του Χ2 | Chiquadratprüfverfahren |
gen. | στεατοϋλο-2-γαλακτυλικό ασβέστιο ; Ε 482 | Calciumstearoyl-2-lactylat |
gen. | στεατοϋλο-2-γαλακτυλικό ασβέστιο ; Ε 482 | E 482 |
gen. | στεατοϋλο-2-γαλακτυλικό νάτριο ; Ε 481 | Natriumstearoyl-2-lactylat |
gen. | στεατοϋλο-2-γαλακτυλικό νάτριο ; Ε 481 | Natriumstearoyllactyl-2-lactat |
gen. | στεατοϋλο-2-γαλακτυλικό νάτριο ; Ε 481 | E 481 |
gen. | Στοιχείο Διοικητικής Μέριμνας στο C2 | logistisches Führungselement |
ecol. | στόχος των "2 ºC " | Zwei-Grad-Ziel |
ecol. | στόχος των "2 ºC " | 2-°C-Ziel |
chem. | συμπολυμερές του φθοριούχου βινυλιδενίου και του 1,2,3,3-πενταφθοροπροπυλενίου | Mischpolymerisat des Vinylidenfluorids mit 1 |
chem. | συμπολυμερές του φθοριούχου βινυλιδενίου και του 1,2,3,3-πενταφθοροπροπυλενίου | 3-Pentafluorpropylen |
chem. | συμπολυμερές του χλωριούχου βινυλιδενίου και του 1,2,3,3,3-πενταφθοροπροπυλενίου | Mischpolymerisat des Vinylidenchlorids mit 1 |
chem. | συμπολυμερές του χλωριούχου βινυλιδενίου και του 1,2,3,3,3-πενταφθοροπροπυλενίου | 3-Pentafluorpropylen |
law | συμφωνία της Χάγης της 6ης Νοεμβρίου 1925 για τη διεθνή κατάθεση βιομηχανικών σχεδίων και προτύπων,που αναθεωρήθηκε στο Λονδίνο στις 2 Ιουνίου 1934 | Haager Abmachung vom 6.November 1925 in der Londoner Fassung vom 2.Juni 1934 über die internationale Hinterlegung gewerblicher Muster oder Modelle |
med. | συνδεκάνη-2 | SYND2 |
med. | συνδεκάνη-2 | Syndecan-2 |
med. | συνδεκάνη-2 | Fibroglykan |
fin., IT | συνιστώσα του TARGET2 | TARGET2-Komponenten-System |
chem., el. | συσκευή τύπου C2 | Gasfeuerstätte vomn Typ C2 |
chem., el. | συσκευή τύπου C2 | Gasfeuerstätte für Anschluß an Luft/Abgas-Schornstein |
math. | L2 σχέδιο ένωσης | L2-Assoziationsschema |
gen. | Σύμβαση "σχετικώς με την ευθύνην του σιδηροδρόμου δια τον θάνατον και τραυματισμόν επιβατών, συμπληρωματικής της από 25.2.1961 ομοίας περί μεταφοράς επιβατών και αποσκευών δια των σιδηροδρόμων CIV" | Zusatzübereinkommen zum Internationalen Übereinkommen über den Eisenbahn- Personen- und -Gepäckverkehr CIV vom 07.02.1970 über die Haftung der Eisenbahn für Tötung und Verletzung von Reisenden |
fin. | σύμβολο T2 | Kurzbezeichnung T2 |
law | Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της πράξης και δεν δεσμεύεται από αυτήν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. | Nach den Artikeln 1 und 2 des dem Vertrag über die Europäische Union und dem Vertrag über die Arbeitsweise der Europäischen Union beigefügten Protokolls Nr. 22 über die Position Dänemarks beteiligt sich Dänemark nicht an der Annahme dieser dieses RECHTSINSTRUMENTS und ist weder durch diese diesen RECHTSINSTRUMENT gebunden noch zu ihrer seiner Anwendung verpflichtet. |
med. | σύνδεση CO2 | CO2-Bindung |
chem. | σύστημα εμπλουτισμού σε D2O | Deuteriumoxid-Anreicherungsanlage |
chem. | σύστημα εμπλουτισμού σε D2O | D2O-Anreicherungsanlage |
chem. | σύστημα καθαρισμού υποβαθμισμένου D2O | Deuteriumoxid-Abwasser-Aufbereitungssystem |
chem. | σύστημα καθαρισμού υποβαθμισμένου D2O | D2O-Abwasser-Aufbereitungssystem |
chem. | σύστημα υποβαθμισμού D2O | Deuteriumoxid-Abwassersystem |
chem. | σύστημα υποβαθμισμού D2O | D2O-Abwassersystem |
chem. | σύστημα ψύξεως του επιβραδυντού εκ D2O | Deuteriumoxid-Moderatorkuehlsystem |
chem. | σύστημα ψύξεως του επιβραδυντού εκ D2O | D2O-Moderatorkuehlsystem |
econ. | τα εν λόγω προ2bόντα | die in Betracht kommenden Waren |
gen. | τα προ2bόντα αυτά προστίθενται στον πίνακα A | diese Erzeugnisse werden in die Liste aufgenommen |
gen. | τα προ2bόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς | die nicht eigens fuer militaerische Zwecke bestimmten Waren |
fin. | τα Kράτη μέλη θέτουν σε ισχύ δασμό για κάθε προ2bόν | die Mitgliedstaaten setzen fuer jede Ware einen Zollsatz in Kraft |
hobby, transp. | ταξίδια κλειστών θυρών 2) περιήγηση "κεκλεισμένων των θυρών" | Rundfahrten ohne Aus- und Zusteigemöglichkeit |
med., chem. | 2,3,7,8 τετραχλωρο-διβενζο-παρα-διοξίνη | 2,3,7,8-Tetrachlordibenzo-p-dioxin |
med., chem. | 2,3,7,8-τετραχλωροδιβενζο-π-διοξίνη | 2,3,7,8-Tetrachlordibenzo-p-dioxin |
chem. | 1,2,3,6-τετραϋδρο-Ν-1,1,2,2-τετραχλωροαιθυλοθειοφθαλιμίδιο | CaptafolISO |
chem. | 1,2,3,6-τετραϋδρο-Ν-1,1,2,2-τετραχλωροαιθυλοθειοφθαλιμίδιο | 1,2,3,6-Tetrahydro-N-1,1,2,2-tetrachlorethylthio |
chem. | τεχνολογία απομόνωσης CO2 | Technologie zur CO 2-Komplexbildung |
fin., econ., agric. | τιμή οδηγός 2. κατευθυντήρια γραμμή | Richtpreis |
med. | το CO παρεμποδίζει τη μεταφορά Ο2 διότι δημιουργεί ισχυρό δεσμό με την αιμοσφαιρίνη | CO hemmt den O2 Transport wegen seiner starken Bindung an Haemoglobin |
law | Το παρόν η παρούσα πράξη συνιστά πράξη που βασίζεται στο κεκτημένο του Σένγκεν ή που συνδέεται με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 4, παρ. 2, της πράξης προσχώρησης του 2005. | Diese Dieser RECHTSINSTRUMENT stellt einen auf dem Schengen-Besitzstand aufbauenden oder anderweitig damit zusammenhängenden Rechtsakt im Sinne des Artikels 4 Absatz 2 der Beitrittsakte von 2005 dar. |
chem. | τοξική για την αναπαραγωγή ουσία κατηγορίας 2 | fortpflanzungsgefährdend der Kategorie 2 |
construct. | τοποθέτησις φίλτρου χαλίκων 2.φίλτρον χαλίκων | Umhuellung |
math. | T² του Hotelling | Hotellingsche Tup 2-Verteilung |
math. | T² του Hotelling | Hotellingsches Tup 2 |
tech., industr., construct. | τρίκλωνο σχοινί 2,5 κtex | dreischäftiger Bindfaden |
commer., bank. | τραπεζική επιταγή 2. συναλλαγματική τραβηκτική | Bankscheck |
chem. | 2,4,6-τριανιλινο-π-καρβο-2'-αιθυλεξυλ-1'-οξυ-1,3,5-τριαζίνη | 2,4,6-Trianilin-p-carbo-2'-ethylhexyl-1'-oxi-1,3,5-triazin |
chem. | 2-τριτoταγής βoυτυλo-4,6-διvιτρoφαιvόλη | dinoterb |
chem. | 2,4,6-τριυδροξυ-1,3,5-τριαζίνη | Cyanursaeure |
chem. | 1,2,3-τριχλωροπροπάνιο | 1,2,3-Trichlorpropan |
agric., chem. | 2,3,6-τριχλωροφαινυλοξικό οξύ | Chlorfenac |
agric., chem. | 2,3,6-τριχλωροφαινυλοξικό οξύ | 2,3,6-Trichlorphenylessigsäure |
gen. | υβρίδιο sp2 | sp2-Hybrid |
construct. | υδαταποθήκευσις ημερησίας ρυθμίσεως 2.υδαταποθήκευσις ανάντη έργου εκτροπής | Ausgleichsspeicherung |
construct. | υδαταποθήκευσις ημερησίας ρυθμίσεως 2.υδαταποθήκευσις ανάντη έργου εκτροπής | gesteuerte Speicherung |
construct. | υδαταποθήκευσις ημερησίας ρυθμίσεως 2.υδαταποθήκευσις ανάντη έργου εκτροπής | Ausgleichsmenge |
agric., construct. | υδραυλική διευθέτησις κοίτης 2.έλεγχος γραμμικής διαβρώσεως | Gewaesser-Verbesserung |
chem. | 2-υδροξυ-4-μεθοξυ-4'-μεθυλοβενζοφαινόνη | Mexenon |
chem. | 2-υδροξυ-4-μεθοξυ-4'-μεθυλοβενζοφαινόνη | 2-Hydroxy-4-methoxy-4'-methyl-benzophenon |
chem. | 2-υδροξυ-4-μεθοξυ-5-σουλφονικό νάτριο | Sulisobenzon und Natriumsalz |
chem. | 2-υδροξυ-4-μεθοξυ-5-σουλφονικό οξύ | Sulisobenzon |
chem. | 2-υδροξυ-4-μεθοξυ-5-σουλφονικό οξύ | 2-Hydroxy-4-methoxybenzophenon-5-sulfosäure |
med. | 2-υδροξυπροπανοϊκό οξύ | 2-Hydroxypropansäure |
med. | 2-υδροξυπροπανοϊκό οξύ | Milchsäure |
med. | υπερκινητικό κόλο 2.κινητό κόλο | Colon migrans |
med. | φάγος Τ2 | Τ2 Phage |
chem. | 1-φαινυλο-2-προπανόνη | Phenylaceton |
med. | 5-φθοριο-2-δεοξυουριδίνη | 5-Fluorodesoxyuridin |
fin., polit., textile | 1.φλοκωτοί τάπητες 2. τάπητες θυσανωτοί ή φλοκωτοί κατσαρωτοίtufted | Nadelflorteppiche |
econ., fin., tax. | φορολογική έδρα 2. φορολογική κατοικία | Steuersitz |
construct. | φράγμα με περικάλυψιν εκ μεταλλικού πλέγματος 2.φράγμα με ανάντη παρειάν εκ μεταλλικού πλέγματος | Drahtnetzsenkstuecke |
med. | 2-φωσφογλυκερική ομάδα | 2-Phosphoglyzerat |
med. | 2-φωσφογλυκερικός | 2-Phosphoglyzerat |
tax., environ., energ.ind. | φόρος CO2/ενέργειας | Steuer auf Kohlendioxidemission |
tax., environ., energ.ind. | φόρος CO2/ενέργειας | Steuer auf Kohlendioxidemissionen und Energie |
tax., environ., energ.ind. | φόρος CO2/ενέργειας | CO2-Energiesteuer |
tax., environ., energ.ind. | φόρος CO2/ενέργειας | CO2- und Energiesteuer |
chem. | 2-χλωροαιθανόλη | 2-Chlorethanol |
chem. | 1-χλωρο-2,3-εποξυπροπάνιο | 3-epoxypropan |
chem. | 1-χλωρο-2,3-εποξυπροπάνιο | 1-Chlro-2 |
chem. | 4-χλωρο-2-μεθυλοφαινοξυοξεικό οξύ | Chlormethyl-Phenoxy-Essigsäure |
chem. | 2-χλωρο-Ν-2,6-διμεθυλοφαινυλο-Ν-2-μεθοξυαιθυλακεταμίδιο | 2-Chlor-N-2,6-dimethylphenyl-N-2-methoxyethylacetamid |
chem. | χλωρυδρικό δεκυλοξυ-3 υδροξυ-2 αμινο-1 προπάνιο | 3-Decyloxy-2-hydroxy-1-aminopropan-hydrochlorid |
law, social.sc., transp. | χρόνος ετοιμότητας προς εργασία 2. χρόνος διαθεσιμότητας | Bereitschaftszeiten |
law, social.sc., transp. | χρόνος ετοιμότητας προς εργασία 2. χρόνος διαθεσιμότητας | Bereitschaftszeit |