Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
Terms
for subject
Marketing
containing
ω
|
all forms
Greek
German
κέρδη
εις
αποθεματικό
den Reserven zugeteilter Gewinn
μέρισμα καταβλητέον
εις
μετρητά ή εις μετοχάς
Dividende nach Wahl des Inhabers
μεταφορά
εις
αποθεματικά
Reservezuweisung
μεταφορά
εις
αποθεματικά
Zuweisung an Rücklage
μεταφορά
εις
αποθεματικά
Zuführung zur Rücklage
μεταφορά
εις
αποθεματικά
Rücklagebildung
μεταφορά
εις
αποθεματικά
Einstellung in Rücklage
πιστοποιητικό εκδιδόμενο
εις
τον κομιστή αντί μετοχών,εμφαίνον την έκτασιν των δικαιωμάτων του κατόχου επί της εταιρικής περιουσίας
Inhaber PS
πιστοποιητικό εκδιδόμενο
εις
τον κομιστή αντί μετοχών,εμφαίνον την έκτασιν των δικαιωμάτων του κατόχου επί της εταιρικής περιουσίας
Inhaber Partizipationsschein
πιστοποιητικό εκδιδόμενο
εις
τον κομιστή αντί μετοχών,εμφαίνον την έκτασιν των δικαιωμάτων του κατόχου επί της εταιρικής περιουσίας
auf den Inhaber lautender Partizipationsschein
πρόσθετον μέρισμα καταβαλλόμενον
εις
το τέλος της οικονομικής χρήσεως
Schlussdividende
υπόλοιπο
εις
νέον
Saldovertrag
υπόλοιπο κερδών
εις
νέο
Vortrag auf neue Rechnung
φορτωτική στο όνομα συγκεκριμένου προσώπου ή "
εις
διαταγήν"
Orderkonnossement
φορτωτική στο όνομα συγκεκριμένου προσώπου ή "
εις
διαταγήν"
Namenskonnossement
Get short URL