DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Economy containing σχεση | all forms
GreekGerman
έννομη σχέση με τους ανιόντεςbiologische Abstammung
ανακοίνωση για "μια νέα εταιρική σχέση μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Λατινικής Αμερικής"Mitteilung über "eine neue Partnerschaft zwischen der Europäischen Union und Lateinamerika"
Απόφαση του Συμβουλίου...για τις αρχές, τις προτεραιότητες, τους ενδιάμεσους στόχους και τους όρους που περιέχονται στην εταιρική σχέση για την προσχώρηση της...Beschluss des Rates...über die Grundsätze, Prioritäten, Zwischenziele und Bedingungen der Beitrittspartnerschaft mit...
διακρατική εταιρική σχέσηgrenzüberschreitende Partnerschaft
διοργανική σχέσηInterinstitutionelle Beziehungen EU (ΕE)
Εταιρική σχέση για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερίαPartnerschaft mit dem südlichen Mittelmeerraum für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
Εταιρική σχέση για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερίαPartnerschaft für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
Εταιρική σχέση με τις χώρες της νότιας Μεσογείου για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερίαPartnerschaft mit dem südlichen Mittelmeerraum für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
Εταιρική σχέση με τις χώρες της νότιας Μεσογείου για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερίαPartnerschaft für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
ζημία σε σχέση με τα ίδια κεφάλαιαVerlust im Vergleich zu den Eigenmitteln
καθορισμένη συναλλαγματική σχέση' σταθερή συναλλαγματική σχέσηfester Wechselkursverbund
κοινωνική και διαπροσωπική σχέσηsoziale und zwischenmenschliche Beziehung
νομισματική σχέσηWährungsbeziehungen
σχέση ΑΚΕ-ΕΕBeziehungen zwischen AKP und EU
σχέση γεωργίας-βιομηχανίαςBeziehung Landwirtschaft/Industrie
σχέση γεωργίας-εμπορίουBeziehung Landwirtschaft/Handel
σχέση διοίκησης-διοικουμένουBeziehungen Verwaltung/Bürger
σχέση εντός της ΕΕBeziehungen innerhalb der EU
σχέση κράτους-περιφέρειαςBeziehungen Staat/Region
σχέση κόστους - αποδοτικότηταςKosteneffizienz
σχέση κόστους - αποτελεσματικότηταςKosteneffektivität
σχέση κόστους - αποτελεσματικότηταςKostenwirksamkeit
σχέση κόστους - αποτελεσματικότηταςKosten-Nutzen-Verhältnis
Σχέση κόστους παραγωγικότηταςProduktivitätsverhältnis
σχέση κόστους/αποτελεσματικότηταςKosteneffektivität
σχέση κόστους/αποτελεσματικότηταςKosten-Nutzen-Verhältnis
Σχέση κόστους/ωφέλειας συντελεστής κόστους/ωφέλειαςGewinnköffizient
σχέση νομοθετικής-εκτελεστικής εξουσίαςBeziehung Legislative/Exekutive
σχέση πληθωρισμού-απασχόλησηςVerhaeltnis zwischen Inflation und Beschaeftigungslage
σχέση πόλης-υπαίθρουStadt-Land-Verhältnis
Ταμείο για την εταιρική σχέση του ΜπαλίBali-Partnerschaftsfonds
όρος χαρακτηρίζων τους λογαριασμούς μιάς επιχείρησης που ανήκει στον όμιλο,σε σχέση με τους λογαριασμούς του ομίλουEinzelabschluss