Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Azerbaijani
Bengali
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Spanish
Tatar
Vietnamese
Terms
for subject
Economy
containing
σχεση
|
all forms
Greek
German
έννομη
σχέση
με τους ανιόντες
biologische Abstammung
ανακοίνωση για "μια νέα εταιρική
σχέση
μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Λατινικής Αμερικής"
Mitteilung über "eine neue Partnerschaft zwischen der Europäischen Union und Lateinamerika"
Απόφαση του Συμβουλίου...για τις αρχές, τις προτεραιότητες, τους ενδιάμεσους στόχους και τους όρους που περιέχονται στην εταιρική
σχέση
για την προσχώρηση της...
Beschluss des Rates...über die Grundsätze, Prioritäten, Zwischenziele und Bedingungen der Beitrittspartnerschaft mit...
διακρατική εταιρική
σχέση
grenzüberschreitende Partnerschaft
διοργανική
σχέση
Interinstitutionelle Beziehungen
EU
(ΕE)
Εταιρική
σχέση
για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερία
Partnerschaft mit dem südlichen Mittelmeerraum für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
Εταιρική
σχέση
για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερία
Partnerschaft für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
Εταιρική
σχέση
με τις χώρες της νότιας Μεσογείου για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερία
Partnerschaft mit dem südlichen Mittelmeerraum für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
Εταιρική
σχέση
με τις χώρες της νότιας Μεσογείου για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερία
Partnerschaft für Demokratie und gemeinsamen Wohlstand
ζημία σε
σχέση
με τα ίδια κεφάλαια
Verlust im Vergleich zu den Eigenmitteln
καθορισμένη συναλλαγματική
σχέση
' σταθερή συναλλαγματική σχέση
fester Wechselkursverbund
κοινωνική και διαπροσωπική
σχέση
soziale und zwischenmenschliche Beziehung
νομισματική
σχέση
Währungsbeziehungen
σχέση
ΑΚΕ-ΕΕ
Beziehungen zwischen AKP und EU
σχέση
γεωργίας-βιομηχανίας
Beziehung Landwirtschaft/Industrie
σχέση
γεωργίας-εμπορίου
Beziehung Landwirtschaft/Handel
σχέση
διοίκησης-διοικουμένου
Beziehungen Verwaltung/Bürger
σχέση
εντός της ΕΕ
Beziehungen innerhalb der EU
σχέση
κράτους-περιφέρειας
Beziehungen Staat/Region
σχέση
κόστους - αποδοτικότητας
Kosteneffizienz
σχέση
κόστους - αποτελεσματικότητας
Kosteneffektivität
σχέση
κόστους - αποτελεσματικότητας
Kostenwirksamkeit
σχέση
κόστους - αποτελεσματικότητας
Kosten-Nutzen-Verhältnis
Σχέση
κόστους παραγωγικότητας
Produktivitätsverhältnis
σχέση
κόστους/αποτελεσματικότητας
Kosteneffektivität
σχέση
κόστους/αποτελεσματικότητας
Kosten-Nutzen-Verhältnis
Σχέση
κόστους/ωφέλειας συντελεστής κόστους/ωφέλειας
Gewinnköffizient
σχέση
νομοθετικής-εκτελεστικής εξουσίας
Beziehung Legislative/Exekutive
σχέση
πληθωρισμού-απασχόλησης
Verhaeltnis zwischen Inflation und Beschaeftigungslage
σχέση
πόλης-υπαίθρου
Stadt-Land-Verhältnis
Ταμείο για την εταιρική
σχέση
του Μπαλί
Bali-Partnerschaftsfonds
όρος χαρακτηρίζων τους λογαριασμούς μιάς επιχείρησης που ανήκει στον όμιλο,σε
σχέση
με τους λογαριασμούς του ομίλου
Einzelabschluss
Get short URL