DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Labor organization containing στοιχεια | all forms
GreekGerman
πάγια χρηματοπιστωτικά στοιχείαFinanzanlagen
χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού' τίτλοςFinanzvermögen
χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού' τίτλοςGeldkapital
χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού' τίτλοςfinanzielle Aktiva
χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού' τίτλοςfinanzielle Vermögenswerte
χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού' τίτλοςGeldvermögen
χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού' τίτλοςGeldanlagen
χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού' τίτλοςFinanzaktiva