DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Communications containing στάση | all forms
GreekGerman
ουδέτερη στάση έναντι των επιχειρήσεωνanbieterneutrale Tätigkeit
στάση αεροσκάφους σε οριζόντια πτήσηHorizontalfluglage
στάση αεροσκάφους σε πλεύσηReiseflugstellung
στάση αεροσκάφους σε πτήσηFluglage
στάση περί τον διαμήκη άξοναQuerlage
στάση ταχυδρομικού διανομέαZwischenaufenthalt des Zustellers zwecks anderer Tätigkeiten