DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Information technology containing κανάλι | all forms
GreekGerman
ασύγχρονο κανάλι με προγραμματιζόμενο ποσοστό μεταφοράςasynchroner Kanal mit programmierbarer Übertragungsgeschwindigkeit
εσώζωνο υπηρεσιακό κανάλιInnenband-Dienstkanal
κανάλι αποστολήςDatenkanal
κανάλι αποστολήςHauptkanal
κανάλι αποστολήςSendekanal
κανάλι αποστολήςAnrufkanal
κανάλι διάσκεψηςKonferenzschaltung
κανάλι διάσκεψηςKonferenzkanal
κανάλι διατοιχισμούRollkanal
κανάλι δύο συχνοτήτωνZweifrequenzkanal
κανάλι εισερχόμενης γραμμήςankommender Kanal
κανάλι εκτροπήςGierkanal
κανάλι εξερχόμενης γραμμήςabgehender Kanal
κανάλι ευρυζωνικής επικοινωνίαςBreitbandübertragungskanal
κανάλι ευρυζωνικής επικοινωνίαςbreitbandiger Übertragungskanal
κανάλι ευρυζωνικής επικοινωνίαςBreitband-Kommunikationskanal
κανάλι ηχώς EE Echo Kanal
κανάλι καλωδίουKabelgraben
κανάλι κλίσεωνRollkanal
κανάλι με διαμόρφωση ζώνης βάσηςKanal mit Basisbandmodulation
κανάλι πορείαςGierkanal
κανάλι προωθήσεωςSendekanal
κανάλι προωθήσεωςDatenkanal
κανάλι προωθήσεωςHauptkanal
κανάλι προωθήσεωςAnrufkanal
κανάλι πρόνευσηςNickkanal
κανάλι ύψους-βάθουςNickkanal
κινησιφόρο κανάλιVerkehrsweg
κινησιφόρο κανάλιVerkehrsträger
κύριο κανάλι μεγάλης ταχύτηταςSammelschiene
σταθερό κανάλι όπου επικρατεί πολυπλεξία με διαίρεση χρόνουfest zugeordneter Zeitmultiplex-Kanal
τηλεφωνικό κανάλι μετατοπισμένης συχνότηταςfrequenzverschobener Fernsprechkanal
τηλεφωνικό κανάλι μετατοπισμένης συχνότηταςTrägerfrequenter Fernsprechkanal
τοποθετημένο κανάλιpositionierter Kanal