DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Forestry containing εξοπλισμός | all forms
GreekGerman
εξοπλισμός για κοπή θάμνωνFreischneider-Ausrüstung
εξοπλισμός για τη μετατόπιση των κορμών με άλογαPferderückeausrüstung
εξοπλισμός μεταφοράςAbfuhrausrüstung
εξοπλισμός μεταφοράς κορμών με ολίσθησηRückemittel
εξοπλισμός μεταφορώνTransportausrüstung
εξοπλισμός που μπορεί να τοποθετηθείAufbaugeräte
εξοπλισμός τροχίσματος αλυσοπρίονουKettenschärfwerkzeug
κυκλικός εξοπλισμός κομποστοποίησηςKreiselmulchgeräte
πυροσβεστικός εξοπλισμόςFeuerlöschausrüstung