Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Dutch
English
Finnish
French
German
Italian
Portuguese
Spanish
Swedish
Terms
for subject
Transport
containing
εκτός λειτουργίας
|
all forms
|
in specified order only
Greek
German
ένας κινητήρας
εκτός λειτουργίας
mit einem ausgefallenen Triebwerk
καθαρό ίχνος πτήσης κατά μήκος διαδρομής ταξιδιού με ένα κινητήρα
εκτός λειτουργίας
Nettoflugbahn mit einem ausgefallenen Triebwerk im Reiseflug
καθαρό ίχνος πτήσης κατά μήκος διαδρομής ταξιδιού με δύο κινητήρες
εκτός λειτουργίας
Nettoflugbahn mit zwei ausgefallenen Triebwerken im Reiseflug
πέδη
εκτός λειτουργίας
unbrauchbare Bremse
παρελκόμενο που έχει τεθεί
εκτός λειτουργίας
nicht betriebstüchtige Komponente
προσέγγιση με ένα κινητήρα
εκτός λειτουργίας
και επανακύκλωση
Landeanflug und Durchstarten mit ausgefallenem Triebwerk
προσγείωση με ένα κινητήρα
εκτός λειτουργίας
Landung mit ausgefallenem Triebwerk
πτητική λειτουργία κατηγορίας επιδόσεων εκτός της ΙΙ
Betriebsstufe II bei Nichtstandardbedingungen
σήμανση
εκτός λειτουργίας
Signalstörung
σιδηροδρομική γραμμή
εκτός λειτουργίας
stillgelegte Strecke
Ταχύτητα πλεύσης με ένα κινητήρα
εκτός λειτουργίας
bei einem ausgefallenen Triebwerk mit Reisefluggeschwindigkeit
τόξο κλίμακας ένδειξης εκτός ορίου λειτουργίας
Gefahrenzone
Get short URL