DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Communications containing δεν | all forms | exact matches only
GreekGerman
δεν εκδίδεται πλέονEingegangen
διαμόρφωση με σιγή φέρουσας όταν δεν υπάρχει διαμόρφωσηAM mit Trägerunterdrückung in den Pausen
μέρος όπου δεν έπιασε το μελάνιSchimmel
μέρος όπου δεν έπιασε το μελάνιMönch
προώθηση κλήσεων σε περίπτωση που δεν υπάρχει απάντησηAnrufweiterschaltung bei Abwesenheit
προώθηση κλήσεων σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει απάντησηAnrufweiterschaltung bei Abwesenheit
τερματικό που δεν είναι απασχολημένο σε μια τηλεφωνική κλήσηEndeinrichtung im Nichtbelegt-Zustand
τηλέφωνο που δεν απαιτεί τη χρήση των χεριών για να λειτουργήσειTelefon, bei dem man "die Hände frei hat"
τηλέφωνο που δεν απαιτεί τη χρήση των χεριών για να λειτουργήσειHände-frei-Telefon
τηλέφωνο που δεν απαιτεί τη χρήση των χεριών για να λειτουργήσειFreisprechanlage
φως σήματος που δεν επιτρέπεται η υπέρβασή τουunbedingtes Haltesignal
φως σήματος που δεν επιτρέπεται η υπέρβασή τουabsolutes Haltesignal