DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Technology containing Τμήμα | all forms
GreekGerman
αρχικό τμήμα της μπομπίνας για τροφοδοσία υφαδιού ασάιτων αργαλειώνkonischer Ansatz der Raketen-Spule
πρώτο τμήμα λαναριού στο μάλλινο σύστημαGrobkrempel
συμπυκνωτής-υλικού στο τμήμα ανοικτικών καθαριστικώνKondenser
συμπυκνωτής-υλικού στο τμήμα ανοικτικών καθαριστικώνAbscheider
τμήμα ελέγχουMessstelle
τμήμα ελέγχουKontrollquerschnitt
τμήμα ελέγχουKontrollabschnitt
τμήμα στημονιούSchärband
τμήμα στριπτικής μηχανήςMaschinenfeld einer Zwirnmaschine
τμήμα στριπτικής μηχανήςFenster einer Zwirnmaschine
το κατώτερο τμήμα του διαθλασίμετρουunteres Prisma des Refraktometers