DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Technology containing μέτρο | all forms
GreekDanish
newton ανά κυβικό μέτροnewton pr.kubikmeter
newton ανά κυβικό μέτροN/m3
αριθμός δοντιών ανά μέτροantal indsnit pr.meter
βάρος ανά τρέχον μέτροvægt per løbende meter
γωνιώδες μέτροvinkelmåleklodser
δυναμικό μέτροgeodynamisk meter
ευθύ μέτροikke-sammenfoldelig målestok
καντέλα ανά τετραγωνικό μέτροnit
καντέλα ανά τετραγωνικό μέτροcd/m2
καντέλα ανά τετραγωνικό μέτρο1 candela pr.kvadratmeter
καντέλα ανά τετραγωνικό μέτροcandela pr.kvadratmeter
κιλοπόντ μέτροkp.m
κιλοπόντ μέτροkilopond meter
κυβικό μέτροm3
κυβικό μέτροkubikmeter
κυβικό μέτρο ανά ώραm3/h
κυβικό μέτρο ανά ώρα1 kubikmeter pr.time
λούμεν ανά τετραγωνικό μέτρο"lux"
μέγιστο συγκεντρωμένο φορτίο ανά μέτροhøjst tilladte metervægt
μέτρο διατμήσεωςforskydningsmodul
μέτρο Young ελαστικότητας σκυροδέματοςbetons elasticitetsmodul
μέτρο Young ελαστικότητας σκυροδέματοςbetons E-modul
μέτρο Young ελαστικότητας σκυροδέματοςYoungs modul for beton
μέτρο ελαστικότητος σε διάτμησηforskydningsmodul
μέτρο επί χιλιόγραμμο δύναμηkp.m
μέτρο επί χιλιόγραμμο δύναμηkilopond meter
μέτρο με υποδιαιρέσειςmålestok med gradering
μέτρο σε ταινία με λαβήbåndmål med sving
μέτρο σε ταινία σε τύμπανοbåndmål på tromle
μέτρο στην τέταρτη δύναμηmeter i fjerde
μέτρο στην τετάρτηmeter i fjerde
μέτρο συστολήςkrympemål
μέτρο τέμνουσαςsekant modul
μέτρο χωρίς υποδιαιρέσειςmålestok uden gradering
μέτρο χωρητικότηταςhulmål
μέτρο χωρητικότηταςrummål
μέτρο χωρητικότηταςmålekar
ονομαστική αντίσταση ανά μέτροnominelle modstand pr.meter
πρότυπο μέτροstandardmålestok
πτυσσόμενο μέτροsammenfoldelig tommestok
πτυσσόμενο μέτροsammenfoldelig målestok
τετραγωνικό μέτροm2
τετραγωνικό μέτροkvadratmeter
τρέχον μέτροloebende meter
χιλιόγραμμα ανά κυβικό μέτροkilogram pr.kubikmeter
χιλιόγραμμα ανά κυβικό μέτροkg/m3
χιλιόγραμμο δύναμη ανά τετραγωνικό μέτροkp/m2
χιλιόγραμμο δύναμη ανά τετραγωνικό μέτροkilopond pr.kvadratmeter