DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Patents containing διαδικασία | all forms
GreekDanish
αποκτώ την ιδιότητα του διάδικου στη διαδικασίαblive part i proceduren
διαδικασία έκπτωσης και ακυρότητας ενώπιον του Γραφείουfremgansmåden ved Varemærkemyndigheden i sager om varemærkers fortabelse eller ugyldighed
δικαιοδοσία και διαδικασία σε αγωγές που αφορούν κοινοτικά σήματαkompetence og retspleje i søgsmål vedrørende EF-varemærker
κατά τη διαδικασία ο προσφεύγων είναι αντιμέτωπος με άλλο διάδικοklageren har en modpart i sagen