DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Technology containing δειγματοληψία | all forms
GreekDanish
δειγματοληψία αποδοχήςgodkendelseskontrol
δειγματοληψία ψυκτικού μέσουat tage prøver af kølemidlet
δοκιμαστικός σωλήνας δειγματοληψίας ηλεκτρικώς θερμαινόμενοςelektrisk opvarmet prøveudtagningssonde
επίσημη μέθοδος δειγματοληψίαςofficiel prøveudtagningsmetode
παλμογράφος δειγματοληψίαςstikprøveoscilloskop
παλμογράφος δειγματοληψίαςsampling oscilloskop
πρακτικό δειγματοληψίαςbemønsteringsrapport
ραδιόμετρο δειγματοληψίας ταχυτάτων αναλαμπώνflashradiometer til hurtig undersøgelse af prøver
σημείο δειγματοληψίαςplacering af prøvestykker
σχήμα δειγματοληψίαςsystem for stikprøveudtagning
σύστημα δειγματοληψίας υπό σταθερό όγκοkonstantvolumensystem
χρόνος δειγματοληψίαςmålepunkt