DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Finances containing Περιοχή | all forms
GreekDanish
Αυτόνομη περιοχή των Αζορών' Αζόρεςden selvstyrende region Azorerne
Αυτόνομη περιοχή των Αζορών' ΑζόρεςAzorerne
διαθέσιμη περιοχήdisponibelt område
διαθέσιμη περιοχήdisponibelt felt
η άριστη νομισματική περιοχήoptimalt valutaområde
καθεστώς ενισχύσεων υπέρ μικρών επενδύσεων στη μεθοριακή περιοχήstøtteordning til fordel for mindre investeringer i grænseområde
μειονεκτούσα περιοχήmindre gunstigt stillet region
περιοχή απορρόφησης τιμώνstødpudezone
περιοχή απορρόφησης τιμώνsikkerhedszone
περιοχή ασφαλείαςsikkert holdepunkt
περιοχή εγγραφήςregistreringsområde
περιοχή εμπορίουhandelsområde
περιοχή συμφόρισης τιμώνrektangel
περιοχή τεχνολογικού στόχουteknologisk målområde
προκήρυξη ανοικτού διαγωνισμού, που πραγματοποιείται σε γεωγραφικά καθορισμένη περιοχήgeografisk afgrænset offentligt frit udbud
φθίνουσα περιοχήkriseramte regioner
όργανο με μία περιοχή ζύγισηςvægt med kun ét vejeområde