DictionaryForumContacts

   Greek
Terms containing μεταφέρω | all forms
SubjectGreekRussian
math.μεταφέρει αποτέλεσμαостаточный эффект условий эксперимента
stat.μεταφέρει αποτέλεσμαотсроченный эффект
math.μεταφέρει αποτέλεσμαпоследействие
math.μεταφέρει αποτέλεσμαостаточный эффект
forestr.μεταφέρω σε μεγάλες αποστάσειςрасстояние вывозки
forestr.μεταφέρω σε μεγάλες αποστάσειςвывозка