DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Pharmacy and pharmacology containing έκθεση | all forms
GreekCzech
έκθεση ασφάλειας για την αναφορά μεμονωμένου περιστατικούhlášení individuálních bezpečnostních případů
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειαςpravidelně aktualizovaná zpráva o bezpečnosti
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειαςperiodicky aktualizovaná zpráva o bezpečnosti
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειας μιας μοναδικής ουσίαςpravidelně aktualizovaná zpráva o bezpečnosti pro jednu účinnou látku
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειας μιας μοναδικής ουσίαςpravidelně aktualizovaná zpráva o bezpečnosti pro jednu látku
αυτόνομη μεμονωμένη έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειαςsamostatná pravidelně aktualizovaná zpráva o bezpečnosti
ενδιάμεση έκθεση ασθενούςintervalová expozice pacientů
ενδιάμεση έκθεση ασθενούςintervalová expozice pacienta
περιοδική επικαιροποιημένη έκθεση για την ασφάλεια μιας μοναδικής ουσίαςpravidelně aktualizovaná zpráva o bezpečnosti pro jednu účinnou látku
περιοδική επικαιροποιημένη έκθεση για την ασφάλεια μιας μοναδικής ουσίαςpravidelně aktualizovaná zpráva o bezpečnosti pro jednu látku
συνολική έκθεση ασθενούςkumulativní expozice pacientů
συνολική έκθεση ασθενούςkumulativní expozice pacienta
συνολική έκθεση των υποκειμένωνkumulativní expozice subjektu
συνολική έκθεση των υποκειμένωνkumulativní expozice subjektů