DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Chemistry containing ψύξη | all forms
GreekPortuguese
αποβενζολίωση με ψύξηdesbenzolagem pelo frio
θέρμανση στους 850-1100° C και κατόπιν ψύξη σε λουτρόpatentagem por imersão
Περιέχει αέριο υπό ψύξη· μπορεί να προκαλέσει εγκαύματα ψύχους ή τραυματισμούς.pode provocar queimaduras ou lesões criogénicas.
Περιέχει αέριο υπό ψύξη· μπορεί να προκαλέσει εγκαύματα ψύχους ή τραυματισμούς.Contém gás refrigerado
ρηγμάτωση από ψύξηrachamento a frio
σταθεροποίηση με ψύξηconformação a frio
υγροποιημένο αέριο υπό ψύξηgás refrigerado liquefeito
ψύξη αερίουrefrigeração do gás