Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Chinese
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
Terms
for subject
Pharmacy and pharmacology
containing
πρωτοβουλία
|
all forms
Greek
Portuguese
κοινή επιχείρηση για την υλοποίηση της κοινής τεχνολογικής
πρωτοβουλίας
για τα καινοτόμα φάρμακα
Empresa Comum "Iniciativa sobre medicamentos inovadores"
κοινή επιχείρηση για την υλοποίηση της κοινής τεχνολογικής
πρωτοβουλίας
για τα καινοτόμα φάρμακα
Empresa comum para a execução da iniciativa tecnológica conjunta sobre medicamentos inovadores
κοινή επιχείρηση για την υλοποίηση της κοινής τεχνολογικής
πρωτοβουλίας
για τα καινοτόμα φάρμακα
Empresa Comum IMI
κοινή επιχείρηση της
πρωτοβουλίας
για τα καινοτόμα φάρμακα
Empresa comum para a execução da iniciativa tecnológica conjunta sobre medicamentos inovadores
κοινή επιχείρηση της
πρωτοβουλίας
για τα καινοτόμα φάρμακα
Empresa Comum "Iniciativa sobre medicamentos inovadores"
κοινή επιχείρηση της
πρωτοβουλίας
για τα καινοτόμα φάρμακα
Empresa Comum IMI
κοινή τεχνολογική
πρωτοβουλία
για τα καινοτόμα φάρμακα
Iniciativa sobre Medicamentos Inovadores
Get short URL