DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing ο | all forms | exact matches only
GreekPortuguese
δικτύωμα Οrede em O
επιθεώρηση,στην οποία παρεμβαίνει ο παράγοντας άνθρωποςinspeção clássica com intervenção humana
επιτρέπεται ο επαναδιορισμός εξερχομένων δικαστώνos juízes cessantes podem ser nomeados de novo
voμικoί καvόvεςnormas jurídicas
ο έλεγχος ενεργείται εν ανάγκη επί τόπουse necessário,o controlo será feito no próprio local
ο έλεγχος της γνησιότητος του τίτλουa verificação da autenticidade do título
ο έλκων δικαίωμαtitular do direito
ο αρμόδιος για το σχεδιασμόresponsável pelo planeamento
ο εκχωρώνcedente
ο επαναδιορισμός τους επιτρέπεταιpodem ser reconduzidos nas suas funções
ο θόλος του προστατευτικού περιβλήματοςcúpula da contenção
ο κοινοτάρχης και οι κοινοτικοίa Câmara Municipal
ο κρινόμενοςnotado
ο κρινόμενοςfuncionário notado
CΟR UΝUΜCOR UNUM
ο συνυπολογισμός όλων των περιόδωνa totalização de todos os períodos tomados em consideração
ο υποψήφιος θεωρείται εκλεγείςcandidato é proclamado eleito
πεδíο του ηλιοστάτηcampo de helióstatos
πολυακτινικός ραδιοφάρος VHF,ραδιοφάρος VΟRradiofarol omnidirecional em VHF
προστασία σε ό,τι αφορά την πνευματική ιδιοκτησίαproteção conferida pelo direito de autor
ραδιοφάρος VΟR,πολυακτινικός ραδιοφάρος VHFradiofarol omnidireccional
τα φίλτρα από υαλοβάμβακα που χρησιμοποιούνται για δειγματοληψία αποτεφρώνονται στους 250οCos filtros de fibra de vidro utilizados para as recolhas são calcinados a 250πC.
υπάλληλος ο οποίος εξαφανίστηκε από την οικία τουfuncionário desaparecido do seu domicílio
υπηρεσία από την οποία προέρχεται ο υπάλληλοςadministração de origem
υπολογιζομένων από την ημέρα κατά την οποία ο προσφεύγων έλαβε γνώση της πράξεωςa contar do dia em que o recorrente tenha tomado conhecimento do ato 
χώρα που διασχίζει ο ΔούναβηςEstado ribeirinho do Danúbio