DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing δοκιμή | all forms
GreekPortuguese
αυτόματη δοκιμήtestes automáticos
δεχόμενη την κρούση πλευρά του υπό δοκιμή οχήματοςlado do veículo ensaiado que sofre a colisão
δοκιμή ευστάθειαςteste de estabilidade
δοκιμή κλειστού βρόγχουteste em circuito fechado
δοκιμή πιστοποίησηςteste de validação
δοκιμή προσκρούσεως του οχήματοςprova de colisão do veículo
δοκιμή σκληρότηταςmedida de rigidez
δομή του υπό δοκιμή οχήματοςestrutura ensaida
καταστρεπτική δοκιμήensaios destrutivos
μη καταστρεπτική δοκιμήensaios não-destrutivos
ολοκληρωμένη δοκιμήtestes integrados
οπτική δοκιμή τμήματος εδάφουςteste do segmento visual no solo
πληττόμενη πλευρά του υπο δοκιμή οχήματοςlado do veículo ensaiado que sofre a colisão
πραγματική δοκιμήteste de duraç o
ρομποτική δοκιμήteste robótico
ταχύτητα για τη δοκιμήvelocidade de ensaio
τυποποιημένη δοκιμή πυρόςprova-tipo de fogo
υποκειμενική δοκιμήtestes objectivos
φέρουσα κατασκευή υπό δοκιμήestrutura ensaida