Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Afrikaans
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Chinese Taiwan
Chinese simplified
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Irish
Italian
Japanese
Korean
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Persian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Thai
Turkish
Ukrainian
Terms for subject
Transport
containing
δοκιμή
|
all forms
Greek
Portuguese
αυτόματη
δοκιμή
testes automáticos
δεχόμενη την κρούση πλευρά του υπό
δοκιμή
οχήματος
lado do veículo ensaiado que sofre a colisão
δοκιμή
ευστάθειας
teste de estabilidade
δοκιμή
κλειστού βρόγχου
teste em circuito fechado
δοκιμή
πιστοποίησης
teste de validação
δοκιμή
προσκρούσεως του οχήματος
prova de colisão do veículo
δοκιμή
σκληρότητας
medida de rigidez
δομή του υπό
δοκιμή
οχήματος
estrutura ensaida
καταστρεπτική
δοκιμή
ensaios destrutivos
μη καταστρεπτική
δοκιμή
ensaios não-destrutivos
ολοκληρωμένη
δοκιμή
testes integrados
οπτική
δοκιμή
τμήματος εδάφους
teste do segmento visual no solo
πληττόμενη πλευρά του υπο
δοκιμή
οχήματος
lado do veículo ensaiado que sofre a colisão
πραγματική
δοκιμή
teste de duraç o
ρομποτική
δοκιμή
teste robótico
ταχύτητα για τη
δοκιμή
velocidade de ensaio
τυποποιημένη
δοκιμή
πυρός
prova-tipo de fogo
υποκειμενική
δοκιμή
testes objectivos
φέρουσα κατασκευή υπό
δοκιμή
estrutura ensaida
Get short URL