DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Agriculture containing αυλακωτήρας | all forms
GreekPortuguese
άροτρα παραχώματος-αυλακωτήρεςderregadores e amontoadores
άροτρο-αυλακωτήραςcharrua de aivequilho
άροτρο-αυλακωτήραςabre-valas
άροτρο-αυλακωτήραςamontoador
αυλακωτήρας διανοίξεως χανδάκωνderregador margeador
αυλακωτήρας πατάταςamontoador de cobertura de batatas
αυλακωτήρας πατάταςamontoador para batateira
αυλακωτήρας πατάταςamontoador para batatas
αυλακωτήρας σέλινουamontoador para aipo
αυλακωτήρας-σβάρναamontoador desterroador
αυλακωτήρας φυτευτικής μηχανήςsulcador
αυλακωτήρας φυτευτικής μηχανήςriscador
βοτανιστής-αυλακωτήραςsachador para cultivo em camalhões
δίσκοι αυλακωτήρωνdiscos amontoadores
δίσκος αυλακωτήραamontoador de discos
διάταξη αυλακωτήρα αποτελούμενου από πολλά εξαρτήματαdispositivo margeador
διάταξη περιστρεφόμενου αυλακωτήραdispositivo amontoador rotativo
δισκοφόρος αυλακωτήραςamontoador de discos
δισκοφόρος αυλακωτήρας-σβάρναderregador-amontoador de discos
κύλινδρος-αυλακωτήραςrolo traçador
κύλινδρος-αυλακωτήραςrolo cultipacker
σπαρτική μηχανή με αυλακωτήρεςderregador-semeador Lister
σώμα αυλακωτήραamontoador
σώμα αυλακωτήραcorpo amontoador
υνί αρότρου-αυλακωτήραferro sulcador
υνί αρότρου-αυλακωτήραbico sulcador
υνί αυλακωτήραaivequilho
υνί αυλακωτήραferro sachador
υνί αυλακωτήραferro de asas abertas
υνί αυλακωτήραrelha para abrir regos
υνιοφόρος αυλακωτήραςmargeador
φτερά αυλακωτήρωνasa amontoadora