Subject | Greek | English |
el., construct. | άδεια προς εκτέλεση εργασιών | issuing of permit to work |
law | άμεση αναγκαστική εκτέλεση | "exécution parée" |
fin. | άμεση εκτέλεση | direct management |
fin. | άμεση εκτέλεση | direct implementation |
fin. | άριστη εκτέλεση | best execution |
polit., law | έγγραφα που συντάσσονται κατά την εκτέλεση απόφασης ; αίτηση για την ενέργεια διαδικαστικών πράξεων; δικαστικές παραγγελίες; ανακριτική επιτροπή ; ανακριτική αίτηση; αίτηση δικαστικής συνδρομής | letters rogatory |
polit., law | έγγραφα που συντάσσονται κατά την εκτέλεση απόφασης ; αίτηση για την ενέργεια διαδικαστικών πράξεων; δικαστικές παραγγελίες; ανακριτική επιτροπή ; ανακριτική αίτηση; αίτηση δικαστικής συνδρομής | letter of request |
law | έγγραφο που συντάσσεται κατά την εκτέλεση της απόφασης | document drawn up in compliance with the letters rogatory |
fin. | έκθεση για την εκτέλεση κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους | interim implementation report |
fin. | έκθεση για την εκτέλεση στο τέλος του οικονομικού έτους | end-of-year report |
fin. | έκθεση για την εκτέλεση του προϋπολογισμού | report on the implementation of the budget |
fin. | έμμεση εκτέλεση | indirect management |
fin. | έμμεση εκτέλεση | indirect implementation |
stat., market. | έργα υπό εκτέλεση | work in progress |
stat., market. | έργα υπό εκτέλεση | work in process |
law, environ. | αvαγκαστική εκτέλεση | enforcement |
law | αγωγή προς εκτέλεση της συμβάσεως πωλήσεως | proceedings for performance of the contract of sale |
fin. | αιτιολογίες και πληροφορίες για την εκτέλεση του προϋπολογισμού | statements of grounds and the information available on the implementation of the budget |
market. | ακινητοποιήσεις υπό εκτέλεση | fixed assets in progress |
market. | ακινητοποιήσεις υπό εκτέλεση και προκαταβολές κτήσης πάγιων στοιχείων-ασώματες ακινητοποιήσεις και έξοδα πολυετούς αποσβέσεως | fixed assets accounts |
law | αμοιβαία εκτέλεση των ενταλμάτων σύλληψης | mutual enforcement of arrest warrants |
law | αμοιβαίες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις για την από κοινού εκτέλεση ενός συγκεκριμένου έργου | mutual financial guarantees for the joint execution of a specific project |
IT, dat.proc. | ανίχνευση σφάλματος κατά την εκτέλεση | execution error detection |
IT | Ανίχνευση σφάλματος κατά την εκτέλεση | execution-error detection |
transp. | αναγγελία για εκτέλεση έργων | advice of works in progress |
law | αναγκαστική εκτέλεση | enforcement of judgment |
law | αναγκαστική εκτέλεση | compulsory enforcement |
polit., law | αναγκαστική εκτέλεση | forced execution |
polit., law | αναγκαστική εκτέλεση | enforcement |
law | αναγκαστική εκτέλεση | levy of execution |
gen. | αναγκαστική εκτέλεση | levy in execution |
law | αναγκαστική εκτέλεση δημοσίων εγγράφων | enforcement of authentic instruments |
law | αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων | recognition and enforcement of foreign judgments |
law | αναγνώριση και εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων | recognition and enforcement of judgments of courts or tribunals |
comp., MS | Αναπαραγωγή σε εκτέλεση | Now Playing (A tab in Windows Media Player that enables the user to view the digital media item that is currently playing) |
polit., law | αναστέλλω την αναγκαστική εκτέλεση | suspend enforcement |
IT, dat.proc. | αναστέλλω την εκτέλεση εντολής | to suspend a command |
IT, dat.proc. | αναστέλλω την εκτέλεση μακροεντολής | to suspend macro execution |
IT, dat.proc. | αναστέλλω την εκτέλεση προγράμματος | to suspend program execution |
commun. | ανοικτή εκτέλεση | open running |
fin., econ. | απαλλάσσω ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού | give a discharge in respect of the implementation of the budget |
econ. | απαλλαγή από την εκτέλεση του προϋπολογισμού | budgetary discharge |
fin. | απαλλαγή για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού | discharge in respect of the implementation of the general budget |
law | απαραίτητη διαδικασία για την αναγνώριση και την εκτέλεση | procedure necessary for recognition and enforcement |
health. | απαραίτητη κίνηση για την εκτέλεση μιας εργασίας | work movement |
law | αποζημίωση για τη μη εκτέλεση συμβάσεως | damages for failure to perform a contract |
fin. | αποκέντρωση στην εκτέλεση των πράξεων | decentralisation in the execution of operations |
law | αποτελεσματική εκτέλεση | effective execution |
fin. | αριθμητικά στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού | figures showing the implementation of the budget |
polit. | αρμοδιότητα όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού | budget implementation power |
law | αρμόδιος για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων | judicial executor |
law | αρχή: "έκδοση ή εκτέλεση της ποινής" | principle "either extradite or enforce the sentence" |
law | αρχή "μεταγωγή ή εκτέλεση της ποινής" | principle " transfer the fugitive or enforce his sentence" |
law | ασυμβίβαστος με την εκτέλεση | incompatible with the object |
law | ασυμβίβαστος με την εκτέλεση | incompatible with the execution |
h.rghts.act. | αυθαίρετη εκτέλεση | arbitrary execution |
comp., MS | Αυτόματη εκτέλεση | AutoPlay (A feature that allows you to set up your computer so that when you insert a CD or DVD, it will play automatically and you won't have to select your preferences every time) |
fin. | βέλτιστη εκτέλεση | best execution |
fin. | γεγονός που συνεπάγεται αναγκαστική εκτέλεση | enforcement event |
gov. | γενικές διατάξεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού | general provisions for giving effect to these Staff Regulations |
gen. | γενικές διατάξεις προς εκτέλεση του παρόντος κανονισμού | general provisions for giving effect to these Staff Regulations |
gen. | γενικές διατάξεις προς εκτέλεση του παρόντος κανονισμού | general implementing provisions |
gen. | για την εκτέλεση του έργου που της ανατίθεται,η Eπιτροπή καθοδηγείται από... | in carrying out the tasks entrusted to it, the Commission shall be guided by... |
fin. | δίνω απαλλαγή στην Επιτροπή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού | to give a discharge to the Commission in respect of the implementation of the budget |
econ., fin. | δίνω απαλλαγή στην Επιτροπή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού | discharge in respect of the implementation of the budget |
fin. | δημοσιονομική εκτέλεση | financial execution |
gen. | δημοσιονομική εκτέλεση | financial implementation |
patents. | δημόσια παράσταση και εκτέλεση με όλα τα μέσα ή τρόπους | public performance by any means or process |
met. | διάταξη,χαρακτηριστικά και εκτέλεση των συγκολλήσεων | arrangement form and execution of welds |
fin. | διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση του προϋπολογισμού | provisions which govern the implementation of the budget |
law | διαφορές σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων | proceedings concerned with the enforcement of judgments |
fin. | Διεύθυνση για την Εκτέλεση των Κανονισμών | Directorate for the Implementation of Regulations |
transp. | δικαίωμα προηγουμένης άρνησης για την εκτέλεση του δρομολογίου | offer of first refusal to the route |
fin., econ. | Διοργανική Συμφωνία σχετικά με τις νομικές βάσεις και την εκτέλεση του προϋπολογισμού | Interinstitutional agreement on legal bases and implementation of the budget |
IT, dat.proc. | δοκιμαστική εκτέλεση μακροεντολής | macro test execution |
IT, dat.proc. | δοκιμαστική εκτέλεση μακροεντολής | macro test |
law | είσπραξη των εξόδων με αναγκαστική εκτέλεση | enforcement of payment of costs |
R&D. | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνλογικής ανάπτυξης, περιλαμβανομένης της επίδειξης, για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προς εκτέλεση, αφενός, από το ΚΚΕρ και, αφετέρου, μέσω δραστηριοτήτων στο πλαίσιο μιας ανταγωνιστικής προσέγγισης οι οποίες θα έχουν ως στόχο την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των κοινοτικών πολιτικών | specific programme for research and technological development, including demonstration, to be carried out for the European Community, on the one hand, by the JRC and, on the other, by means of activities within the framework of a competitive approach and intended for scientific and technical support to Community policies 1995 to 1998 |
nat.sc., el. | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης προς εκτέλεση από το Κοινό Κέντρο Ερευνών για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας | specific programme of research and technological development, including demonstration, to be implemented by the Joint Research Centre for the European Atomic Energy Community |
gen. | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης προς εκτέλεση από το Κοινό Κέντρο Ερευνών για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας | Specific programme of research and technological development, including demonstration, to be implemented by the Joint Research Centre for the European Atomic Energy Community |
gen. | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, περιλαμβανομένης της επίδειξης, προς εκτέλεση από το Κοινό Κέντρο Ερευνών για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας | Specific programme for research and technological development, including demonstration, to be implemented by the Joint Research Centre for the European Atomic Energy Community |
transp. | ειδοποίηση για εκτέλεση έργων | advice of works in progress |
law | Εισηγητική έκθεση της σύμβασης που καταρτίστηκε βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ´Ενωση, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Explanatory Report on the Convention, drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgements in Matrimonial Matters |
law | Εισηγητική έκθεση του πρωτοκόλλου που καταρτίστηκε βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ´Ενωση σχετικά με την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Explanatory report on the Protocol, drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on the interpretation by the Court of Justice of the European Communities of the Convention on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgements in Matrimonial Matters |
econ. | εκείνος που παρέχει υπηρεσία δύναται για την εκτέλεση αυτής... | the person providing a service may, in order to do so |
gen. | εκτέλεση έργου με αυτεπιστασία | performance of contracts through public works departments |
gen. | εκτέλεση έργων | performance of construction work |
law, fin. | εκτέλεση αιτήσεων | execution of requests |
law, fin. | εκτέλεση αιτήσεως | execution of requests |
work.fl., IT | εκτέλεση ανάκτησης | search run |
work.fl., IT | εκτέλεση ανάκτησης | retrieval run |
work.fl., IT | εκτέλεση αναζήτησης | search run |
work.fl., IT | εκτέλεση αναζήτησης | retrieval run |
law | εκτέλεση αποφάσεως του Δικαστηρίου | comply with the judgment of the Court of Justice |
law | εκτέλεση απόφασης | enforcement of a judgment |
gen. | εκτέλεση ασκήσεων ΕΕ' διεξαγωγή ασκήσεων ΕΕ | EU exercise implementation |
law | εκτέλεση δημοσίων εγγράφων | enforcement of authentic instruments |
gov. | εκτέλεση διαταγής | carrying out of an instruction |
fin. | εκτέλεση δικαστικής απόφασης για χρέη | execution for debt |
comp., MS | εκτέλεση δοκιμής | test run (A set of pairings of test cases and test configurations to be run. The results of this set of pairings can be viewed together. Test runs are either automated or manual) |
life.sc., chem. | εκτέλεση δοκιμής | run |
transp. | εκτέλεση δρομολογίου σε ενδοκοινοτική διαδρομή χωρίς μεγάλο ανταγωνισμό | to start operations on an intra-Community route with limited competition |
transp., nautic. | εκτέλεση δρομολογίων κατά τους θερινούς μήνες | summer period operation |
IT, dat.proc. | εκτέλεση εντολής | instruction execution |
fin. | εκτέλεση εντολής | execution of an order |
fin. | εκτέλεση εντολών πελατών | executing clients'orders |
transp. | εκτέλεση ενός συστήματος δρομολογίων | to operate a route system |
gen. | εκτέλεση εργασίων διοικητικής φύσεως | clerical duties of an administrative nature |
comp., MS | Εκτέλεση ερωτήματος | Run Query (A command to run a work item query) |
fin. | εκτέλεση και διαχείριση δανείου | operation and management of a loan |
econ. | εκτέλεση και διαχείριση λαμβανομένου/χορηγουμένου δανείου | operation and management of a loan |
IT, dat.proc. | εκτέλεση μακροεντολής | macro run |
IT, dat.proc. | εκτέλεση μακροεντολής | macro execution |
comp., MS | εκτέλεση με αναβαθμισμένα δικαιώματα | Run Elevated (Option on a right-click menu of a program icon that, when selected, allows the program to run with full administrator privileges) |
IT | εκτέλεση μεταπομπής | handover execution |
law, immigr. | εκτέλεση μιας ποινής | carrying out of sentences |
fin., cultur. | εκτέλεση μουσικών έργων σε δημόσιο δρόμο | musical performance on the public highway |
IT | εκτέλεση οδηγούμενη από απαιτήσεις | lazy evaluation |
IT | εκτέλεση οδηγούμενη από απαιτήσεις | demand-driven execution |
IT | εκτέλεση οδηγούμενη από τα δεδομένα | eager evaluation |
IT | εκτέλεση οδηγούμενη από τα δεδομένα | data-driven execution |
IT | εκτέλεση οδηγούμενη από τα δεδομένα | data-driven control |
fin. | εκτέλεση πιστώσεων | utilisation of appropriations |
fin. | εκτέλεση πιστώσεων | implementation of appropriations |
econ. | εκτέλεση πληρωμών | payments |
fin. | εκτέλεση πληρωμών σε λογιστική μορφή | non-cash payment transaction |
law | εκτέλεση ποινής | execution of penalty |
crim.law., fin., econ. | εκτέλεση ποινής καταγνωσθείσας σε άλλο κράτος μέλος | enforcement of sentences passed in another Member State |
immigr. | εκτέλεση ποινικών αποφάσεων | transfer of the enforcement of criminal judgments |
IT | εκτέλεση προγράμματος | machine run |
IT, tech. | εκτέλεση προγράμματος | run |
IT, tech. | εκτέλεση προγράμματος | program run |
med. | εκτέλεση προφύλαξης Crede | performance of Credé prophylaxis |
transp., avia. | εκτέλεση πτήσης | execution of a flight |
transp. | εκτέλεση πτήσης καθόλη τη διάρκεια του έτους | year-round operation |
law | εκτέλεση σε κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία | sequestration of the movable and immovable property |
lab.law. | εκτέλεση στερεοτύπων εργασιών | performance of routine tasks |
IT, dat.proc. | εκτέλεση στο παρασκήνιο | background execution |
law, fin. | εκτέλεση συμβάσεων με αυτεπιστασία | direct labour contract |
gen. | εκτέλεση συμβάσεως | performance of a contract |
gen. | εκτέλεση συμβάσεως | implementation of a contract |
law, transp. | εκτέλεση συμβολαίου μεταφοράς | execution of the contract of carriage |
IT, dat.proc. | εκτέλεση συνάρτησης | function execution |
econ. | εκτέλεση σχεδίου | project management |
law, transp. | εκτέλεση σύμβασης μεταφοράς | execution of the contract of carriage |
law | εκτέλεση της απόφασης | execution of the judgment |
econ. | εκτέλεση της απόφασης | enforcement of ruling |
law | εκτέλεση της απόφασης | enforcement of the judgment |
met. | εκτέλεση της κοπής | cutting procedure |
econ. | εκτέλεση της ποινής | carrying out of sentence |
gen. | εκτέλεση της σύμβασης | performance of a contract |
gen. | εκτέλεση της σύμβασης | implementation of a contract |
fin. | εκτέλεση του έργου με αυτεπιστασία | performance of contracts through public works departments |
fin. | εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού | implementation of the general budget |
fin. | εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού | execution of the general budget |
fin. | εκτέλεση του προϋπολογισμού | budgetary execution |
fin. | εκτέλεση του προϋπολογισμού | budget outturn |
fin. | εκτέλεση του προϋπολογισμού | budget implementation |
fin. | εκτέλεση του προϋπολογισμού | budget execution |
fin. | εκτέλεση του προϋπολογισμού | budgetary implementation |
econ. | εκτέλεση του προϋπολογισμού | implementation of the budget |
law | εκτέλεση των αγορών | implementation of contracts |
law | εκτέλεση των αποφάσεων καθορισμού των εξόδων | enforcement of decisions fixing the amount of costs |
fin., econ. | εκτέλεση των δαπανών | implementation of expenditure |
fin., econ. | εκτέλεση των δαπανών | execution of expenditure |
patents. | εκτέλεση των καθηκόντων τους | the discharge of their duties |
fin. | εκτέλεση των πιστώσεων | implementation of appropriations |
fin. | εκτέλεση των πιστώσεων πληρωμών | out-turn in payments |
law | εκτέλεση των συμβάσεων προμηθειών | implementation of contracts |
fin. | εκτέλεση υπηρεσίας | performance of the service |
med. | εκτέλεση υπολογισμών μη φυσιολογικών τρόπων λειτουργίας | to cater for abnormal modes of operation |
transp. | εκτέλεση φυλακής στο λιμάνι | watch in port |
h.rghts.act. | εκτέλεση χωρίς δίκη | summary execution |
h.rghts.act. | εκτέλεση χωρίς δίκη | extrajudicial killing |
h.rghts.act. | εκτέλεση χωρίς δίκη | extrajudicial execution |
h.rghts.act. | εκτέλεση χωρίς δίκη | extra-legal, arbitrary and summary executions |
fin., econ. | ενοποιημένες καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού | consolidated reports on implementation of the budget |
fin. | εξουσία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού | powers of budgetary implementation |
h.rghts.act. | εξωδικαστική εκτέλεση | extra-legal, arbitrary and summary executions |
law, h.rghts.act. | εξωδικαστική εκτέλεση | extrajudicial killing |
h.rghts.act. | εξωδικαστική εκτέλεση | summary execution |
law, h.rghts.act. | εξωδικαστική εκτέλεση | extrajudicial execution |
law, environ. | επιβολή/αναγκαστική εκτέλεση/συμμόρφωση/εφαρμογή | enforcement |
IT, dat.proc. | επιταχύνω τη εκτέλεση μιας μακροεντολής | to speed up a macro |
law | Επιτροπή για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας Κανονισμός "Βρυξέλλες II" | Committee on jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in matrimonial matters and in matters of parental responsibility Brussels II Regulation |
gen. | Επιτροπή για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις Κανονισμός "Βρυξέλλες I" | Committee on jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in civil and commercial matters Brussels I Regulation |
gen. | Επιτροπή για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις Κανονισμός "Βρυξέλλες I" | Advisory Committee concerning jurisdiction, recognition and enforcement of judgments in civil and commercial matters – Brussels I |
polit. | Επιτροπή για την εκτέλεση του ειδικού προγράμματος έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα "Ανταγωνιστική και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη" 1999-2002 | Committee for execution of the specific programme for research, technological development and demonstration on competitive and sustainable growth 1999-2002 |
polit. | Επιτροπή για την εκτέλεση του ειδικού προγράμματος έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα "Βελτίωση του ερευνητικού ανθρώπινου δυναμικού και της κοινωνικοοικονομικής βάσης γνώσεων" 1999-2002 | Committee for execution of the specific programme for research, technological development and demonstration on improving the human research potential and the socioeconomic knowledge base 1999-2002 |
polit. | Επιτροπή για την εκτέλεση του ειδικού προγράμματος έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα "Ποιότητα της ζωής και διαχείριση των εμβίων πόρων" 1999-2002 | Committee for execution of the specific programme for research, technological development and demonstration on quality of life and management of living resources 1999-2002 |
polit. | Επιτροπή για την εκτέλεση του ειδικού προγράμματος έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα "Προώθηση της καινοτομίας και ενθάρρυνση της συμμετοχής των ΜΜΕ" 199-2002 | Committee for execution of the specific programme for research, technological development and demonstration on promotion of innovation and encouragement of SME participation 1999-2002 |
polit. | Επιτροπή για την εκτέλεση του ειδικού προγράμματος έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα "Φιλική προς τον χρήστη κοινωνία των πληροφοριών" 1999-2002 | Committee for execution of the specific programme of research, technological development and demonstration on a user-friendly information society 1999-2002 |
polit. | Επιτροπή για την εκτέλεση του ειδικού προγράμματος με τίτλο "Εδραίωση του διεθνούς ρόλου της κοινοτικής έρευνας" 1999-2002 | Committee for execution on the specific programme entitled "Confirming the international role of Community research" 1999-2002 |
polit. | Επιτροπη για την εκτέλεση του ειδικού προγράμματος έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα "Ενέργεια, περιβάλλον και βιώσιμη ανάπτυξη" 1999-2002 | Committee for execution of the specific programme for research, technological development and demonstration on energy, environment and sustainable development 1999-2002 |
law | επιτυγχάνω την αναγκαστική εκτέλεση | to obtain enforcement |
transp., mater.sc. | εργασίες προς εκτέλεση | scope of work |
fin. | ετήσια εκτέλεση του προϋπολογισμού | annuality in budget execution |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα επιμέλειας των τέκνων και για την αποκατάσταση της επιμέλειάς τους | European Convention on Recognition and Enforcement of Decisions concerning Custody of Children and on Restoration of Custody of Children |
gen. | εφαρμογή και εκτέλεση | implementation and enforcement |
dat.proc. | η αναγκαστική εκτέλεση διέπεται από τις διατάξεις της... | enforcement shall be governed by the rules of... |
law | η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων | enforcement of judgments of courts or tribunals |
gen. | η εκτέλεση των συμφωνιών ή των συμβάσεων αυτών | the carrying out of these agreements or contracts |
fin. | η κατάρτιση και η εκτέλεση του προϋπολογισμού | establishing and implementing the budget |
law | θανατική εκτέλεση με ηλεκτρικό ρεύμα | electrocution |
IT, transp., tech. | ικανότητα προς εκτέλεση καθηκόντων | fitness for duty |
IT, dat.proc. | καλώ προς εκτέλεση μακροεντολή μιας μακροεντολής | to auto-chain a macro |
transp., mil., grnd.forc. | κανονική εκτέλεση υπηρεσίας | normal service |
proced.law. | Κανονισμός ΕΚ αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό ΕΚ αριθ. 1347/2000 | Council Regulation EC No 2201/2003 concerning jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in matrimonial matters and the matters of parental responsibility, repealing Regulation EC No 1347/2000 |
proced.law. | Κανονισμός ΕΚ αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό ΕΚ αριθ. 1347/2000 | Brussels IIa Regulation |
law | Κανονισμός του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Council Regulation EC No 44/2001 of 22 December 2000 on jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in civil and commercial matters |
law | Κανονισμός του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Brussels I Regulation |
fin. | κατά την εκτέλεση των δημοσιονομικών πράξεων | in carrying out financial operations |
law | κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του | in the course of its duties |
fin. | κατάσταση σχετικά με τη δημοσιονομική εκτέλεση | report on financial implementation |
fin. | καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού | report on implementation of the budget |
fin. | καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού | budgetary implementation report |
law | λαμβάνω τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της ακυρωτικής αποφάσεως | take the necessary steps to comply with the judgment declaring a decision to be void |
gen. | μέτρο εξαναγκασμού αναγκαίο για την εκτέλεση της διαμεταγωγής | constraint measure needed for execution of the transit |
med. | μανία προς εκτέλεση ανθρωποκτονιών | homicidomania |
fin. | μερικός λογαριασμός για τα υπό εκτέλεση έργα | project subaccount |
law | μη εκτέλεση αποφάσεων περί αναγνωρίσεως παραβάσεως | failure to comply with judgments declaring a Member State to have failed to fulfil its obligations |
fin. | μη εκτέλεση μιας υποχρέωσης | non-fulfilment of an obligation |
law | μη εκτέλεση συμβάσεως | non-performance of a contract |
transp., avia. | μη περαιτέρω εκτέλεση πτήσεων | A/C grounding |
transp., avia. | μη περαιτέρω εκτέλεση πτήσεων | aircraft grounding |
transp. | μη περαιτέρω εκτέλεση πτήσεων | grounding |
med. | μηχάνημα για την εκτέλεση τεχνητής αναπνοής διά της μεταβολής της πιέσεως του αέρα σε κλειστό θάλαμο | barospirator |
transp. | μονοπάτι πεζών για εκτέλεση υπηρεσίας | service road |
transp. | μονοπάτι πεζών για εκτέλεση υπηρεσίας | service path |
law | νόμος για την ταχύτερη εκτέλεση | Accelerated Procedure Act |
law | ο διάδικος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση | the party against whom enforcement is sought |
fin., econ. | οι λογαριασμοί που αναφέρονται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού | the accounts relating to the implementation of the budget |
fin. | ορθή εκτέλεση των εντολών | correct execution of orders |
fin. | ορθή εκτέλεση των πληρωμών | proper implementation of payments |
IT | παράλληλη εκτέλεση | parallel run |
comp., MS | παράλληλη εκτέλεση | parallel execution (The apparently simultaneous execution of two or more routines or programs. Concurrent execution can be accomplished on a single process or by using time-sharing techniques, such as dividing programs into different tasks or threads of execution, or by using multiple processors) |
law | παραγραφή ως προς την εκτέλεση των αποφάσεων | limitation period for the enforcement of sanctions |
IT, dat.proc. | παραγωγική εκτέλεση προγράμματος | production run |
IT | πιλοτική εκτέλεση | pilot run |
fin. | πλήρης εκτέλεση ή απόσυρση εντολής | all or none |
law | πράξη που θεσπίζεται για την εκτέλεση | act adopted as implementation thereof |
fin. | προβαίνει ο ίδιος ή αναθέτει περαιτέρω την ανάληψη ή την εκτέλεση των δαπανών | to incur and discharge financial obligations or cause them to be incurred or discharged |
market. | προθεσμία για την εκτέλεση μιας παραγγελίας | period within which an order must be carried out |
law | προσφυγή κατά της αποφάσεως με την οποία επετράπη η εκτέλεση | appeal against authorization of execution |
law | προσωρινή εκτέλεση | provisional enforcement |
industr. | προφύλαξη κατά την εκτέλεση εργασιών | safe working practice |
transp., nautic. | Πρωτόκολλο αριθ. 2, για τη συντηρητική κατάσχεση και την αναγκαστική εκτέλεση που αφορά τα σκάφη της εσωτερικής ναυσιπλοϊας | Protocol No 2 concerning Attachment and Forced Sale of Inland Navigation Vessels |
law | πρωτόκολλο για την ερμηνεία από το ΔΕΚ της συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Protocol concerning the interpretation by the Court of Justice of the Convention of 27 September 1968 on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters |
gen. | Πρωτόκολλο για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Protocol on the interpretation by the Court of Justice of the Convention of 27 September 1968 on jurisdiction and the enforcement of judgements in civil and commercial matters |
law | Πρωτόκολλο που καταρτίστηκε βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ´Ενωση σχετικά με την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Protocol drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on the interpretation by the Court of Justice of the European Communities of the Convention on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgements in Matrimonial Matters |
immigr. | Πρωτόκολλο συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Δημόσιας τάξης της Δημοκρατίας της Αλβανίας σχετικά με την εκτέλεση κοινών περιπολιών από την αστυνομία συνόρων και το Ελληνικό Λιμενικό Σώμα για την αποτελεσματικότερη αστυνόμευση της θαλάσσιας μεθορίου μεταξύ των δύο χωρών | Protocol on cooperation between the Ministry of Merchant Marine of the Hellenic Republic and the Ministry of Public Order of the Republic of Albania in relation with the performance of joint patrols by the border police and the Hellenic Coast Guard for the more effective policing of the sea border between the two countries |
gen. | Πρόγραμμα Studynet το οποίο αφορά την εκτέλεση εργασιών σχετικά με τη συγκέντρωση,ανάλυση,επεξεργασία και διανομή πληροφοριών για μελέτες στον τομέα της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας | Studynet Programme |
law | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση της Χάγης για την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Supplementary Protocol to the Hague Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Judgements in Civil and Commercial Matters |
fin. | πρότυπο για εκτέλεση πληρωμών | payment standard |
gov. | σε εκτέλεση της εντολής των Υπουργών ; σύμφωνα με την εντολή των Υπουργών | to discharge the remit from Ministers |
IT, dat.proc. | σειριακή εκτέλεση | sequenced execution |
law | σοβαρά ακατάλληλος στην εκτέλεση | serious breach of contract |
law | στοιχεία που προέκυψαν από την εκτέλεση των διαδικαστικών πράξεων | documents arising from the implementation |
IT | συμβολική εκτέλεση | symbolic execution |
R&D. | Συμπληρωματικό ερευνητικό πρόγραμμα προς εκτέλεση από το Κοινό Κέντρο Ερευνών για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας | Supplementary research programme to be implemented by the Joint Research Centre for the European Atomic Energy Community |
law | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Agreement between the European Community and the Kingdom of Denmark on jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in civil and commercial matters |
relig. | Συμφωνία όσον αφορά την παροχή εθελοντικών συνεισφορών για την εκτέλεση των σχεδίων διάσωσης των ναών στις Φίλες | Agreement concerning the Voluntary Contributions to be Given for the Execution of the Project to Save the Temples of Philae |
IT, dat.proc. | συνεχίζω την εκτέλεση μακροεντολής μετά από διακοπή | to resume a macro |
IT, dat.proc. | συνεχίζω την εκτέλεση προγράμματος μετά από διακοπή | to resume a program |
h.rghts.act. | συνοπτική εκτέλεση | summary execution |
h.rghts.act. | συνοπτική εκτέλεση | extrajudicial execution |
h.rghts.act. | συνοπτική εκτέλεση | extrajudicial killing |
h.rghts.act. | συνοπτική εκτέλεση | extra-legal, arbitrary and summary executions |
gen. | συντονιστής για θέματα ασφάλειας και υγείας κατά την εκτέλεση του έργου | coordinator for safety and health matters at the project execution stage |
IT, dat.proc. | σφάλμα κατά την εκτέλεση μακροεντολής | macro error |
comp., MS | Σχεδιασμός, εκτέλεση και ολοκλήρωση εμπορικής έκθεσης | Tradeshow Planning, Execution and Wrap-Up (A template used to help in planning for tradeshows) |
comp., MS | Σχεδιασμός και εκτέλεση εκδηλώσεων μάρκετινγκ | Marketing Event Planning and Execution (A template that outlines the main categories that you should consider when beginning to plan a marketing event. Use this template to assist you in walking through key event elements while you are in the planning stages) |
proced.law. | Σύµβαση της Χάγης του 1996 σχετικά µε τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρµοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέµατα γονικής µέριµνας και µέτρων προστασίας των παιδιών | Hague Convention of 1996 on the International Protection of Children |
proced.law. | Σύµβαση της Χάγης του 1996 σχετικά µε τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρµοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέµατα γονικής µέριµνας και µέτρων προστασίας των παιδιών | Convention on jurisdiction, applicable law, recognition, enforcement and cooperation in respect of parental responsibility and measures for the protection of children, signed at The Hague on 19 October 1996 |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Judgments Convention |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Brussels Convention |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | 1968 Brussels Convention on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters consolidated version |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and Enforcement |
law, fin. | σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and the Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and the Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
law, fin. | σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Judgments Convention |
law, fin. | σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Brussels Convention |
obs., law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Parallel Convention |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters Lugano,16.09.1988 |
obs., law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | 1988 Lugano Convention |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | 2007 Lugano Convention |
proced.law. | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία ως προς τη γονική ευθύνη και τα μέτρα προστασίας των παιδιών | Hague Convention of 1996 on the International Protection of Children |
proced.law. | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία ως προς τη γονική ευθύνη και τα μέτρα προστασίας των παιδιών | Convention on jurisdiction, applicable law, recognition, enforcement and cooperation in respect of parental responsibility and measures for the protection of children, signed at The Hague on 19 October 1996 |
gen. | Σύμβαση για την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων σχετικά με τις υποχρεώσεις διατροφής έναντι των τέκνων | Convention concerning the Recognition and Enforcement of Decisions relating to Maintenance Obligations towards Children |
law, busin., labor.org. | Σύμβαση για την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Judgements in Civil and Commercial Matters |
gen. | Σύμβαση για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων όσον αφορά τις υποχρεώσεις διατροφής | Convention on the Recognition and Enforcement of Decisions relating to Maintenance Obligations |
law, transp. | Σύμβαση για την εκτέλεση των αποφάσεων περί εκπτώσεως από το δικαίωμα οδήγησης | Convention on the enforcement of driving disqualifications |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας στη σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και στο πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων | Convention on the accession of the Kingdom of Denmark, Ireland and the United Kingdom of Great Britain and Northern Ireland to the Convention on jurisdiction and the enforcement of judgements in civil and commercial matters and to the Protocol on its interpretation by the Court of Justice |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας στη σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις καθώς και στο πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκαν από τη σύμβαση για την προσχώρηση ...βλ. NOTES | Convention on the Accession of the Kingdom of Spain and the Portuguese Republic to the Convention on Jurisdiction and the Enforcement of Judgements in Civil and Commercial Matters and to the Protocol on its Interpretation by the Court of Justice with the Adjustments made to them by earlier Conventions on accession to them |
gen. | Σύμβαση μεταξύ των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την εκτέλεση των αλλοδαπών ποινικών δικαστικών αποφάσεων | Convention between the Member States of the European Communities on the Enforcement of Foreign Criminal Sentences |
proced.law. | Σύμβαση σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Convention on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgments in Matrimonial Matters |
proced.law. | Σύμβαση σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Brussels II Convention |
proced.law. | Σύμβαση σχετικά με την αναγνώριση και την αναγκαστική εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε υποθέσεις υποχρεώσεως διατροφής έναντι των τέκνων,που έχει συναφθεί στη Χάγη στις 15 Απριλίου 1958 | Convention concerning the recognition and enforcement of decisions relating to maintenance obligations in respect of children, concluded at The Hague on 15 April 1958 |
proced.law. | σύμβαση της Χάγης της 2ας Οκτωβρίου 1973 σχετικά με την αναγνώριση και την αναγκαστική εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων σε υποθέσεις υποχρεώσεως διατροφής | Hague Convention of 2 October 1973 on the recognition and enforcement of decisions relating to maintenance obligations |
law | Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Convention on Jurisdiction and the Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
law | Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Judgments Convention |
law | Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | 1968 Brussels Convention on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters consolidated version |
law | Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Convention on Jurisdiction and Enforcement |
law | Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Brussels Convention |
law, fin., UN | Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση διαιτητικών αποφάσεων | United Nations Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Arbitral Awards |
law, fin., UN | Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση διαιτητικών αποφάσεων | New York Convention |
law, fin., UN | σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων | United Nations Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Arbitral Awards |
law, fin., UN | σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων | New York Convention |
law | σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων της 10ης Ιουνίου 1958 | United Nations Convention of 10 June 1958 on the recognition and enforcement of foreign arbitral awards |
law, fin., UN | Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των διαιτητικών αποφάσεων | United Nations Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Arbitral Awards |
law, fin., UN | Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των διαιτητικών αποφάσεων | New York Convention |
law | Σύμβαση όσον αφορά τη δικαστική αρμοδιότητα και την εκτέλεση των αποφάσεων σε θέματα γάμου | convention on jurisdiction and enforcement of judgments in matrimonial matters |
comp., MS | ταυτόχρονη εκτέλεση | side-by-side execution (The ability to install and use multiple versions of an assembly in isolation at the same time. Side-by-side execution can apply to applications and components as well as to the .NET Framework. Allowing assemblies to coexist and to execute simultaneously on the same computer is essential to support robust versioning in the common language runtime) |
comp., MS | ταυτόχρονη εκτέλεση | concurrency (A process that allows multiple users to access and change shared data at the same time. The Entity Framework implements an optimistic concurrency model) |
commun. | ταχυδρομική αποστολή με μεταχρονολογημένη εκτέλεση | deferred mail |
market., fin. | τραπεζικό δάνειο ως προκαταβολή για την προετοιμασία ή εκτέλεση έργου | advances to clients |
market., fin. | τραπεζικό δάνειο ως προκαταβολή για την προετοιμασία ή εκτέλεση έργου | advances to customers |
market., fin. | τραπεζικό δάνειο ως προκαταβολή για την προετοιμασία ή εκτέλεση έργου | advances in current accounts |
econ. | Υπηρεσία για την Εκτέλεση του Σχεδίου | project implementation unit |
law | χορηγεί στους ενδιαφερομένους εύλογη προθεσμία προς εκτέλεση των αποφάσεων | to allow the parties concerned a reasonable period in which to comply with the decisions |
fin. | χρηματοδοτική εκτέλεση της συμφωνίας | financial settlement under the agreement |
lab.law. | χρόνος για την εκτέλεση ενός δεδομένου έργου | unrestricted time |
lab.law. | χρόνος για την εκτέλεση ενός δεδομένου έργου | manual time |
transp. | χρόνος κατά τον οποίο δεν είναι δυνατή η εκτέλεση εργασιών | time during which one cannot work |
patents. | επί του κοινοτικού σήματος χωρεί αναγκαστική εκτέλεση | to be levied in execution |