DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Business containing το | all forms | exact matches only
GreekEnglish
έσοδα που προκύπτουν όταν υπαχθούν κλιμακωτά στο οικονομικό αποτέλεσμα τα ωφελήματα που απορρέουν από την κτήση στοιχείων του ενεργητικού με καταβολή ποσού κατώτερη από το πληρωτέο κατά τη λήξηincome arising from the spreading on a time basis of the discount on assets acquired at an amount below the sum payable at maturity
Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την άσκηση από το σύνδικο στο εξωτερικό ορισμένων εξουσιών σε θέματα πτώχευσης και για τη γνωστοποίηση της πτώχευσης στους ξένους πιστωτέςStrasbourg Convention
Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την άσκηση από το σύνδικο στο εξωτερικό ορισμένων εξουσιών σε θέματα πτώχευσης και για τη γνωστοποίηση της πτώχευσης στους ξένους πιστωτέςEuropean Convention on the exercise abroad of certain powers by the liquidator in bankruptcy proceedings and on the information of foreign creditors
Ομάδα Υψηλού Επιπέδου Εμπειρογνωμόνων για το Εταιρικό ΔίκαιοWinter Group
Ομάδα Υψηλού Επιπέδου Εμπειρογνωμόνων για το Εταιρικό ΔίκαιοHigh-Level Group of Company Law Experts
πρόσωπο αναγνωρισμένο για το λογιστικό έλεγχοauthorised to audit accounts
συγκρισιμότητα, το να είναι συγκρίσιμος, -οcomparability
το αποτέλεσμα της οικονομικής χρήσεως είναι κέρδος ή ζημίαto result in a loss or a profit
το σύνολο των υποκειμένων σε ενοποίηση επιχειρήσεωνthe undertakings to be consolidated
υποχρέωση που απορρέει από το νόμο ή από το καταστατικόobligation in law or in the memorandum or articles of association