DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Marketing containing σχέση | all forms
GreekEnglish
κατανομή εσόδων με βάση την αιτιώδη σχέσηto attribute revenues on the basis of causation
περιορισμός της διακύμανσης σε σχέση προς άλλα νομίσματαto limit its variation relative to other currencies
σε σχέση με το προηγούμενο έτοςas compared with the preceding year
σχέση αποδοτικότηταςrevenue-covenant ratio
σχέση αποδοτικότηταςprofitability ratio
σχέση εργασίας-προϊόντοςlabor-output ratio
σχέση μεταξύ τιμής μερίσματος και κέρδουςdividend cover
σχέση προμήθειαςlist of supplies
υπέρβαση του υπολογισθέντος σε σχέση με το πραγματοποιηθέν κόστοςoverestimate of costs
υπέρβαση του υπολογισθέντος σε σχέση με το πραγματοποιηθέν κόστοςfavourable estimate