Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
English
Polish
Terms
for subject
General
containing
στοίχημα
|
all forms
Greek
English
βάζω
στοίχημα
bet
στοίχημα
; πρόκληση; κρίσιμο θέμα
που διακυβεύεται
investment
στοίχημα
; πρόκληση; κρίσιμο θέμα
που διακυβεύεται
opportunity
στοίχημα
; πρόκληση; κρίσιμο θέμα
που διακυβεύεται
challenge
Get short URL