DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Chemistry containing πολυ | all forms | exact matches only
GreekEnglish
κύλινδρος για σχηματισμό πολύ λεπτών ινώνneedle roller
κύλινδρος για σχηματισμό πολύ λεπτών ινώνpin roll
κύλινδρος για σχηματισμό πολύ λεπτών ινώνfibrillating roller
λάδι πολύ υψηλής πίεσηςextreme pressure oil
Μπορεί να γίνει πολύ εύφλεκτο κατά τη χρήση. Mπορεί να γίνει εύφλεκτο κατά τη χρήση.Can become highly flammable in use. Can become flammable in use.
πλαστικοποίηση με πάρα πολύ υψηλή πίεσηcompression melting
πολυ-αλφα-ολεφίνηpoly-alpha-olefin
πολυ-β-υδροξυβουτυρικόpoly-beta-hydroxybutyrate
PMR πολυ-ιμίδεςPMR polyimides
πολυ-οξυ-αιθυλωμένο γλυκερίδιοpolyoxyethylated glyceride
πολυ-υδροξυλικά αλειφατικά συστατικάaliphatic polyhydroxy compound
πολυμερισμός του ισοβουτυλενίου σε πολύ χαμηλό βαθμόlow polymerisation of isobutylene
πολυμερισμός του προπυλενίου σε πολύ χαμηλό βαθμόlow polymerisation of propylene
πολύ επικίνδυνο σκεύασμα φυτοφαρμάκουseverely hazardous pesticide formulation
πολύ εύφλεκτοςhighly flammable
πολύ λεπτή ίναfilm fibre fiber
πολύ λεπτή ίναfibrillated fibre
πολύ λεπτή ίναfibrillated fiber
πολύ λεπτό νήμαfibrillated yarn
Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς.Very toxic to aquatic life.
Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς, με μακροχρόνιες επιπτώσεις.Very toxic to aquatic life with long lasting effects.
Σε επαφή µε οξέα ελευθερώνονται πολύ τοξικά αέρια.Contact with acids liberates very toxic gas.
Υγρό και ατμοί πολύ εύφλεκτα.Highly flammable liquid and vapour.
ύλη πολύ στερεήsolid cross-linked substance