DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Earth sciences containing πολυ | all forms
GreekEnglish
άμμος λίγο ως πολύ αργιλλώδης που συνήθως προέρχεται από την αποσάθρωση του γρανίτηarena
πολύ υψηλό μαγνητικό πεδίοvery high magnetic field