DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Social science containing παροχή | all forms
GreekEnglish
αναλογική παροχήpro-rata benefit
αυτοτελής παροχήlump-sum benefit
αυτοτελής παροχήflat-rate benefit
ειδική παροχή για ηλικιωμένα άτομαspecial benefit for elderly
ειδική παροχή κοινωνικής ασφάλισης σε χρήμα για την οποία δεν καταβάλλεται εισφοράspecial non-contributory cash benefit
ειδική παροχή χωρίς συνεισφοράspecial non-contributory benefit
επικουρική παροχήsupplementary benefit
οικογενειακή παροχή για συντηρούμενο τέκνοdependent child benefit
παροχή αναπηρίαςdisablement benefit
παροχή ανεργίαςunemployment insurance benefits
παροχή ανεργίαςunemployment benefit
παροχή ανεργίαςunemployment benefits
παροχή ανικανότητας για εργασίαdisablement benefit
παροχή γήρατοςold-age benefit
παροχή εξάρτησηςdependency benefit
παροχή εξάρτησης σε είδοςcare insurance benefit in kind
παροχή επαγγελματικής ασθένειαςbenefit in respect of occupational disease
παροχή επανεγκατάστασηςresettlement allowance
παροχή επιζώντοςsurvivors' benefit
παροχή εργατικής ασθένειαςbenefit in respect of occupational disease
παροχή εργατικού ατυχήματοςbenefit in respect of accidents at work
παροχή κοινωνικής ασφάλισηςsocial-welfare benefit
παροχή κοινωνικής ασφάλισηςsocial benefit
παροχή με συνεισφοράcontributory benefit
παροχή μη ανταποδοτικού χαρακτήραnon-contributory benefit
παροχή οικειοθελήςdiscretionary benefit
παροχή ολοκληρωμένης περίθαλψης από τη φυλακή μέχρι την κοινότηταcommissioning through-care from prison to community
παροχή πατρότηταςpaternity benefits
παροχή που προβλέπεται από το νόμο για την κοινωνική πρόνοιαsocial assistance benefit
παροχή που προβλέπεται από το νόμο για την κοινωνική πρόνοιαassistance benefit
παροχή σε είδοςrelief goods
παροχή σε είδος σε περίπτωση ασθενείαςsickness insurance benefit
παροχή σε είδος σε περίπτωση ασθενείαςsickness benefit in kind
παροχή σε είδος σε περίπτωση εγκυμοσύνηςmaternity benefit in kind
παροχή σε είδος σε περίπτωση τοκετούbirth benefit in kind
παροχή σε χρήμα ως βοήθεια στα ηλικιωμένα άτομαcash benefit to assist the elderly
παροχή σε χρήμα ως βοήθεια στους ανίκανους προς εργασία ανάπηρουςcash benefit to assist invalids unable to work
παροχή σε χρήματαcash benefit
παροχή συμβουλών σε γονείςparent guidance
παροχή συμβουλών σε γονείςparent counselling
παροχή χωρίς συμμετοχήNon-Contributory Benefit
προνοιακή παροχήsocial assistance benefit
προνοιακή παροχήassistance benefit
συμπληρωματική παροχή ανθρακωρύχουminer's supplementary benefit
συμπληρωματική παροχή λόγω ανικανότητας για εργασίαunemployability supplement
συνταξιοδοτική παροχήretirement benefit