Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Chinese
English
Polish
Russian
Terms
for subject
Communications
containing
μία
|
all forms
|
exact matches only
Greek
English
αρθρωτός σύνδεσμος με
μία
άρθρωση
jack-knife fitting
δισταθής πολυδονητής με
μία
είσοδο ελέγχου
single-control bistable trigger circuit
εκτύπωση του περιεχομένου σε
μια
ορισμένη χώρα
printing of the contents in the country
επιστολή που αποστέλλεται από
μία
πόλη σε άλλη
inter-urban mail
Ευρωπαϊκή Οργάνωση για
μια
Αγορά της Ανεξάρτητης Παραγωγής Οπτικοακουστικών Εργων
European Organisation for an Independent Audiovisual Market
ισιώνω,χτυπώ με το τακάκι,
μια
φόρμα
plane down
ισιώνω,χτυπώ με το τακάκι,
μια
φόρμα
plane
Λευκή βίβλος για
μια
ευρωπαϊκή πολιτική επικοινωνίας
White Paper on a European Communication Policy
μία
πλευρική ζώνη
single side band
ξεκινά και δέχεται
μια
κλήση
initiating and accepting a call
παρατείνω
μια
κλήση
to
extend a call
Πράσινη Βίβλος σχετικά με
μια
κοινή προσέγγιση στον τομέα των δορυφορικών επικοινωνιών στην Κοινότητα
Green Paper on a common approach in the field of satellite communications in the Community
προμήθεια από
μία
πηγή
one-stop shopping
σημείο θλάσης σε
μια
λογαριθμική-γραμμική κλίμακας
breaking point in a logarithmic-linear scale
σύμφωνη ακτινοβολία σε
μια
ορισμένη χρονική στιγμή
temporally coherent radiation
σύμφωνο κύμα σε
μια
ορισμένη χρονική στιγμή
temporally coherent radiation
τερματικό που δεν είναι απασχολημένο σε
μια
τηλεφωνική κλήση
terminal not engaged in a telephone call
τοποθετώ
μια
φόρμα
impose a forme
Get short URL