DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Technology containing κατάσταση | all forms
GreekEnglish
αντοχή στον εφελκυσμό σε υγρή κατάστασηwet tensile strength retention
αντοχή στον εφελκυσμό σε υγρή κατάστασηwet strength retention
βιβλίο εμπορίας όπλων; κατάσταση εμπορίας όπλωνregister
διαρκής κατάστασηpersistent situation
διόρθωση για ξηρά/υγρή κατάστασηdry/wet correction
κατάσταση άφορτης λειτουργίαςidle mode
κατάσταση βραδυπορίαςidle mode
κατάσταση διαθεσιμότηταςavailability status
κατάσταση εξόδουoutput state
κατάσταση μονίμου λειτουργίαςcontinuous rating
κατάσταση ρελαντίidle mode
κατάσταση σχεδιασμούdesign situation
κατάσταση τήρησης της ΟΕΠGLP compliance status
κατάσταση χαμηλής κατανάλωσηςlow-power mode
μηχανισμός διαχωρισμού κλωστών σε στεγνή κατάστασηdry splitting device
μηχανισμός διαχωρισμού κλωστών σε υγρή κατάστασηwet splitting device
μόνιμη κατάστασηsteady state
χρησιμοποιώ σε κατάσταση μανδάλωσηςto operate in latched volume configuration