DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Health care containing καλύπτρα | all forms
GreekEnglish
αυχενική καλύπτραcervical cap
ηχομονωτική καλύπτραsound-insulating hood
καλύπτρα για την σκόνηdust hood
καλύπτρα κεφαλής που περιλαμβάνει και ωτοασπίδεςhearing protective helmet