Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Spanish
Terms
for subject
Statistics
containing
η
|
all forms
|
exact matches only
Greek
English
άθροισμα τετραγωνικών σφαλμάτων
ή
καταλοίπων
residual sum of squares
άθροισμα τετραγωνικών σφαλμάτων
ή
καταλοίπων
sum of residual squares
άθροισμα τετραγωνικών σφαλμάτων
ή
καταλοίπων
error sum of squares
έξοδα συντήρησης και εργαλείων
ή
μηχανημάτων
expenditure on material
έξοδα συντήρησης και εργαλείων
ή
μηχανημάτων
expenditure in kind
αλφάβητο
ή
άλφα-βήτα
alphabet
ανθεκτικοί
ή
εύρωστοι εκτιμητές
robust estimators
ανθεκτικότητα
ή
ευρωστία
robustness
αντίθετες
ή
αντιθετικές μεταβλητές
antithetic variables
αντίθετοι
ή
αντιθετικοί μετασχηματισμοί
antithetic transforms
απόλυτος κίνδυνος
ή
απόλυτο ρίσκο
absolute risk
δειγματοληψία κρίσης
ή
σκοπιμότητας
judgment sample
διαχωριστική
ή
διακριτική ανάλυση
discriminatory analysis
εκμεταλλεύσεις που περιέλαβε
η
έρευνα
report holding
η
δειγματοληψία
jittered sampling
η
κατηγορία των μισθωτών
wage earning classes
η
ποιότητα των επίσημων στατιστικών
quality of official statistics
κατάταξη ελαττωμάτων
ή
ελαττωματικών
classification of defects or defectives
κινάρα
η
κοινή
globe artichoke
(Cynara cardunculus var. scolymus, Cynara scolymus)
κινάρα
η
κοινή
artichoke
(Cynara cardunculus var. scolymus, Cynara scolymus)
κυκλικό διάγραμμα
ή
διάγραμμα πίτας
sector chart
κυνάρα
η
κοινή
globe artichoke
(Cynara cardunculus var. scolymus, Cynara scolymus)
κυνάρα
η
κοινή
artichoke
(Cynara cardunculus var. scolymus, Cynara scolymus)
μεταφορά στατιστικών
ή
λογιστικών δεδομένων
transfer of statistical and accounting data
μη τίμια
ή
ελλειμματική διαδικασία
dishonest process
ομάδα
ή
συστάδα
cluster
πρόσωπο του οποίου
η
ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί
identifiable person
πρόσωπο του οποίου
η
ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί
identifiable natural person
στάθμιση
ή
βάρος παλινδρόμησης
regression weight
στοχαστικά μεγαλύτερες
ή
μικρότερες
stochastically larger or smaller
στοχαστικά μεγαλύτερο
ή
μικρότερο
stochastically larger or smaller
συvαρτώμεv
η
πρoς τις δραστηριότητες στατιστική ταξιvόμηση πρoiόvτωv στηv
Ευρωπαiκή Οικovoμική
Κoιvότητα
statistical classification of products by activity
συvαρτώμεv
η
πρoς τις δραστηριότητες στατιστική ταξιvόμηση πρoiόvτωv στηv
Ευρωπαiκή Οικovoμική
Κoιvότητα
common CPA within the Community
συμπαγής συστάδα προσδιορισμένης κλάσης
ή
κατηγορίας
patch
συμπαγής συστάδα προσδιορισμένης κλάσης
ή
κατηγορίας
contour level
συμφωνημένα ζεύγη Wilcoxon
Η
κατάταξη της δοκιμής
Wilcoxon's matched pairs rank test
συντελεστής συνάφειας
ή
σύνδεσης
coefficient of association
συσταδοποίηση
ή
ομαδοποίηση
clustering
k-means συσταδοποίηση
ή
ομαδοποίηση
k-means clustering
σωστό και το λάθος περιπτώσεις
η
μέθοδος
right and wrong cases method
ταξινόμηση ελαττωμάτων
ή
ελαττωματικών
classification of defects or defectives
το άκρο
η
παρέκκλιση
extreme studentized deviate
τριγωνικά μονά
ή
διπλά συνδεδεμένα μπλοκ
triangular singly or doubly linked blocks
τύπος
ή
φόρμουλα των Kuder-Richardson
Kuder-Richardson formula
φόρμουλα
ή
τύπος των Black-Scholes
Boole's inequality
φόρμουλα
ή
τύπος των Black-Scholes
Black-Scholes formula
Get short URL