DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Information technology containing εργασία | all forms
GreekEnglish
ασυσχέτιστη εργασίαunrelated task
ασυσχέτιστη εργασίαorphan task
Ασύγχρονη εργασίαasynchronous working
αυτοματοποιημένη εργασίαautomated work
αυτόνομη εργασίαautonomous working
εργασία-γονεύςparent task
εργασία δευτέρου επιπέδουbackground job
εργασία ελέγχουcontrol task
εργασία κατανεμημένη σε χαρτοφυλάκιαportfolio working
εργασία μέσω της πληροφορικής ή της τηλεπικοινωνίαςtele-work
εργασία μέσω της πληροφορικής ή της τηλεπικοινωνίαςdistance work
εργασία με μειωμένο ωράριοhalf-time work
εργασία με μειωμένο ωράριοhalf-time employment
εργασία με χρονικό περιορισμόtime-constraint task
εργασία-παιδίchild task
εργασία περιορισμένων πόρωνresource-constrained task
εργασία σε τερματικόVDU work
εργασία σε τερματικόVDU tasks
καθορισμένη εργασίαfixed task
λεπτομερειακή εργασίαdetail task
μη κρίσιμη εργασίαnon-critical task
ομαδική εργασία σε δίκτυοgroup work via network
περιληπτική εργασίαsummary task
συλλογική εργασία υποστηριζόμενη από υπολογιστήcomputer supported cooperative working
συνδεδεμένη εργασίαconnected task
σύγχρονη εργασίαsynchronous working