DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing επιστόμιο | all forms
GreekEnglish
βοηθητικό επιστόμιο εισαγωγής θαλασσινού νερούauxiliary sea inlet
επιστόμιο ασφαλείαςsafety valve
επιστόμιο με άμεσης επενέργειας μηχανισμό κλεισίματοςvalve with a direct closing mechanism
επιστόμιο παραφωτίδοςport hole flap
επιστόμιο παραφωτίδοςbull's eye flap
επιστόμιο σωλήνα ανεφοδιασμού σε πτήσηprobe nozzle
επιστόμιο ταχέος κλεισίματοςquick-closing valve
επιστόμιο φινιστρινιούport hole flap
επιστόμιο φινιστρινιούbull's eye flap
κοχλιωτό επιστόμιοscrew-down valve