DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Natural sciences containing εντός | all forms
GreekEnglish
δομικό μέρος εντός του δοχείουin-vessel component
εγκατάσταση δοκιμής μανδύα εντός της πυρηνικής στήληςpile blanket
τηλεχειρισμός των συστατικών μερών εντός του λέβητα του αντιδραστήραremote handling of in-vessel components