Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Italian
Terms
for subject
Metallurgy
containing
εκ
|
all forms
|
exact matches only
Greek
English
ανόπτηση
εκ
κατακρημνίσεως
precipitation anneal
Επιτροπή Διακανονισμού για το Χάλυβα
ΕΚ
/ΗΠΑ
EC - US Steel Arrangement Committee
Επιτροπή Διακανονισμού για το Χάλυβα
ΕΚ
/ΗΠΑ
Committee on the EEC/USA Steel Arrangement
Επιτροπή Διακανονισμού για το Χάλυβα
ΕΚ
/ΗΠΑ
Arrangement Committee
κάμινος τροφοδοτούμενη
εκ
των άνω
top-charged furnace
προκύπτει ως
εκ
τούτου μείωση της σκληρότητας σε σχέση με την κατάσταση εξομάλυνσης
decrease in hardness occurs compared with the normalised condition
πυράκτωση μέχρι αποχωρισμού λοιπών στοιχείων
εκ
του διαλύματος
solution heat treatment
πυράκτωση μέχρι αποχωρισμού λοιπών στοιχείων
εκ
του διαλύματος
solution annealing
σμυρίς
εκ
Νάξου
Naxos emery
συμπίεση
εκ
των υστέρων
squeezing
όταν ευνοείται η πυρηνοποίηση της μιας
εκ
των φάσεων
if the preferential nucleation of one of the phases occurs
Get short URL