Greek | English |
έγκριση τύπου ΕΚ ολοκλήρου οχήματος | EC whole vehicle type-approval |
αδίκημα εκ προθέσεως | intentional offence |
αν δεν υπάρξει έγκριση εκ μέρους ενός από τα δύο όργανα,θεωρείται ότι η προτεινόμενη πράξη δεν εγκρίθηκε | if one of the two institutions fails to approve the proposed act, it shall be deemed not to have been adopted |
ανακριβής δήλωση εκ προθέσεως | fraudulently making an incorrect return |
ανθρωποκτονία εκ προθέσεως | wilful murder |
ανθρωποκτονία εκ προθέσεως | murder |
απόκτηση ενός εκ του νόμου δικαιώματος αποκλειστικότητας | original acquisition of an exclusive right granted by law |
απόκτηση μετοχών εκ μέρους των μισθωτών | employee share ownership |
απόφαση περί έκπτωσης του δικαιούχου εκ των δικαιωμάτων του | decision revoking the rights of the proprietor |
αριθμός ΕΚ | EC number |
δήλωση πιστότητας ΕΚ | EU declaration of conformity |
δήλωση πιστότητας ΕΚ | EC declaration of conformity |
Δίκτυο της ΕΚ για την εφαρμογή και την επιβολή του δικαίου του περιβάλλοντος; Δίκτυο IMPEL | IMPEL network |
Δίκτυο της ΕΚ για την εφαρμογή και την επιβολή του δικαίου του περιβάλλοντος; Δίκτυο IMPEL | European Network for the Implementation and Enforcement of Environmental Law |
δικαίωμα αναφοράς προς το ΕΚ | right to petition the EP |
δικόγραφο προσφυγής ή άλλο διαδικαστικό έγγραφο,απευθυνόμενο στο Δικαστήριο και κατατιθέμενο εκ παραδρομής στον Γραμματέα του Πρωτοδικείου | application or other procedural document addressed to the Court of Justice lodged by mistake with the Registrar of the Court of First Instance |
είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου των ΕΚ | amenable to action before the Court of Justice of the EC |
ΕΚ-άκρως απόρρητο | EC-top secret |
ΕΚ-απόρρητο | EC-secret |
ΕΚ-εμπιστευτικό | EC-confidential |
εκ νέου ανάληψη αιτούντος άσυλο | taking back an asylum seeker |
εκ προθέσεως ή λόγω βαρείας αμέλειας | intentionally or with gross negligence |
εκ προθέσεως συμβολή στο αδίκημα | intentional contribution to the offence |
εκ πρώτης όψεως | prima facie case (fumus boni juris) |
εκ πρώτης όψεως; κατ' αρχάς; prima facie | prima facie (prima facie) |
εκ του νόμου υποθήκη | statutory charge |
εκ του νόμου υποκατάσταση | statutory subrogation |
εκ των προτέρων | ex ante (ex ante) |
εκ των προτέρων έγκριση | ex ante approval |
εκ των προτέρων δήλωση | pre-declaration |
εκ των προτέρων δήλωση | advance return |
εκ των προτέρων ρητή έγκριση | prior explicit approval |
εκ των υστέρων | ex post (ex post) |
εκ χαριστικής αιτίας; χωρίς αντιπαροχή | without consideration |
εκ χαριστικής αιτίας; χωρίς αντιπαροχή | without valuable consideration |
εκ χαριστικής αιτίας; χωρίς αντιπαροχή | free of charge |
εκ χαριστικής αιτίας; χωρίς αντιπαροχή | as a gift |
εκχυμωτικαί κηλίδες του TARDIEU υπό τον υπεζωκότα,εμ φανιζόμεναι επί θανάτου εκ πνιγμού | Tardieu spots |
εκχυμωτικαί κηλίδες του TARDIEU υπό τον υπεζωκότα,εμ φανιζόμεναι επί θανάτου εκ πνιγμού | Bayard ecchymosis |
εμπρησμός εκ προθέσεως | arson |
εξακρίβωση ΕΚ ανά μονάδα | EC verification by unit |
επί μακρόν διαμένων - ΕΚ | long-term resident |
επενεκδίκαση' εκ νέου εκδίκαση | retrial |
επιτήρηση ΕΚ | EC surveillance |
ευθύνη εκ νομοθετικών πράξεων | liability by reason of a legislative measure |
η εκ του νόμου αντιπροσώπευση φρενοβλαβούς | the legal representation of a person who is mentally ill |
θέτω σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της Συνθήκης ΕΚ | to prejudice the attainment of the objectives of the treaty |
θεώρηση επανεισόδου' θεώρηση για εκ νέου είσοδο' θεώρηση επιστροφής | re-entry visa |
κεφάλαιο προερχόμενο εκ δανείου | credit capital |
κεφάλαιο προερχόμενο εκ δανείου | debt capital |
κεφάλαιο προερχόμενο εκ δανείου | borrowed capital |
κινώ εκ νέου τη διαδικασία | reopen the proceedings, to |
κοινό πλαίσιο για τον εκ των προτέρων συντονισμό | common framework for "ex ante" coordination |
Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών ΕΚ αριθ. 1060/2009 και ΕΕ αριθ. 1095/2010 | Directive 2011/61/EU of the European Parliament and of the Council on Alternative Investment Fund Managers and amending Directives 2003/41/EC and 2009/65/EC and Regulations EC No 1060/2009 and EU No 1095/2010 |
Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών ΕΚ αριθ. 1060/2009 και ΕΕ αριθ. 1095/2010 | Alternative Investment Fund Managers Directive |
Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου | EU Emissions Trading Directive |
Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου | EAT Directive |
Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου | Directive 2003/87/EC of the European Parliament and of the Council of 13 October 2003 establishing a scheme for greenhouse gas emission allowance trading within the Community and amending Council Directive 96/61/EC |
παύση εκ των καθηκόντων | termination of appointment |
περιορίζω την αυτονομία λήψεως αποφάσεων ή την εξουσία σύναψης συνθηκών εκ μέρους των συμβαλλομένων μερών | to restrict the decision-making autonomy or the treaty-making power of the parties |
πιστοποιητικό εξέτασης ΕΚ του σχεδιασμού | EU design-examination certificate |
πιστοποιητικό εξέτασης ΕΚ του σχεδιασμού | EC design examination certificate |
πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ | EC type examination certificate |
πραγματικοί και νομικοί ισχυρισμοί που δικαιολογούν,εκ πρώτης όψεως,τη λήψη του προσωρινού μέτρου | pleas of fact and law establishing a prima facie case for the interim measures |
προσβολή των εκ του διπλώματος ευρεσιτεχνίας δικαιωμάτων | infringement of a patent |
σήμα ΕΚ | CE mark |
σε πλάγια γραμμή' εκ πλαγίου | in collateral line |
σύλληψη εκ μέρους οιουδήποτε | citizen's arrest |
σύστημα εκ του νόμου εξαίρεσης | directly applicable exception system |
σύστημα εκ του νόμου εξαίρεσης | applicable exception system |
ψήφος έγκρισης του ΕΚ | vote of approval by the European Parliament |