Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Chinese
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
Terms
for subject
Finances
containing
ειδικός
|
all forms
Greek
English
ειδικός
δανεισμός
specialised lender
ειδικός
δασμός
special duty
ειδικός
δεσμευμένος λογαριασμός
holding account
Ειδικός
Διαπραγματευτής
animateur
ειδικός
διαπραγματευτής κρατικών χρεωγράφων
primary dealer
ειδικός
διαπραγματευτής τιμών
stock market manipulator
ειδικός
κίνδυνος
specific risk
ειδικός
κίνδυνος δυσμενούς συσχέτισης
specific wrong-way risk
ειδικός
κίνδυνος θέσης
specific position risk
ειδικός
λογαριασμός
special account
Ειδικός
Λογαριασμός Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων
Special Account of Guarantees of Agricultural Products
ειδικός
λογαριασμός μετάλλου
individual safekeeping account
ειδικός
λογαριασμός μετάλλου
allocated metal
ειδικός
λογαριασμός μετάλλου
allocated account
ειδικός
μεσάζων
CAC man
ειδικός
προβλέψεων για την πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς
market timer
ειδικός
σε θέματα καινοτομίας
innovation assistant
ειδικός
σε θέματα συναλλάγματος
exchange expert
ειδικός
φόρος
appropriated tax
ειδικός
φόρος άνθρακα
coal tax
ειδικός
φόρος επί ακούσιων κερδών
windfall profits tax
ειδικός
φόρος κατανάλωσης
excise tax
ειδικός
φόρος κατανάλωσης
excise duty
ειδικός
φόρος κατανάλωσης επιβατικών αυτοκινήτων
special passenger vehicle tax
ειδικός
φόρος καταναλώσεως
excise tax
ειδικός
φόρος καταναλώσεως
excise duty
ειδικός
φόρος στα εισαγόμενα στη Δωδεκάνησο εμπορεύματα από το εξωτερικό και εσωτερικό
special duty on goods imported into islands of the Dodecanese group from countries abroad and from the rest of Greece
ειδικός
φόρος τραπεζικών εργασιών
GRCspecial tax on bank transactions
Get short URL