DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing διαθεσιμότητα | all forms
GreekEnglish
διάρκεια μη διαθεσιμότητας ενός οχήματοςperiod of unavailability of a vehicle
διάρκεια μη διαθεσιμότητας ενός οχήματοςperiod of immobilisation of a vehicle
διάρκεια μη διαθεσιμότητας μιας μηχανήςperiod during which a locomotive is out of service
διαθεσιμότητα για απογείωσηlaunch availability
διαθεσιμότητα για το χρήστηtrip reliability
διαθεσιμότητα για τον ιδιοκτήτηconveyance dependability
ημέρες διαθεσιμότηταςdays when available
ημέρες διαθεσιμότηταςdays available
ημέρες μη διαθεσιμότηταςdays not available
θέτω σε διαθεσιμότηταspecial leave without pay
μη διαθεσιμότητα μηχανήςunavailability
μη διαθεσιμότητα μηχανήςnon-availability